Το ξενοδοχείο στην πεζογραφία και την ποίηση

Το ξενοδοχείο στην πεζογραφία και την ποίηση

Περιγράφεται ως ένδειξη νεωτερικότητας, δηλαδή καπιταλισμού, αλλά και ως σύντηξη χώρου και γραφής, αισθητηριακών περιπάτων και δόμησης του ταξιδιώτη

2' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΩΝ
Η ανάδυση του ελληνικού
ξενοδοχείου στη λογοτεχνία
επιμέλεια: Χρ. Μαρίνου, Αθ. ∆ημάκης

εκδ. ΕΑΠ, σελ. 135

Ενα ενδιαφέρον ερώτημα εξετάζει η έκδοση «Ιστορίες ξενοδοχείων» των μεταδιδακτορικών ερευνητών του ΕΚΠΑ Χρύσας Μαρίνου και Αθανασίου Δημάκη. Σχετίζεται άραγε η εμφάνιση του ξενοδοχείου στην πεζογραφία και την ποίηση με τη νεωτερικότητα στην Ελλάδα;

Στον ολιγοσέλιδο τόμο ανατέμνεται το ξενοδοχείο διά των αναπαραστάσεών του στα κείμενα της ελληνικής και βρετανικής λογοτεχνίας της ως άνω περιόδου. Ξεδιπλώνεται η έννοια του ξενοδοχείου ως πολύσημου τόπου όπου ανακατεύονται η συνύπαρξη και ο διάλογος, η συνάντηση και η ώσμωση, το εθνικό με το διεθνές και το εθνικιστικό με το κοσμοπολίτικο.

Και ακόμη παραπέρα: σε σαρκικές συνομιλίες και σωματικές συνευρέσεις. Οχήματα είναι η νουβέλα «Φωτιές που σιγοκαίνε» («Sleeping Fires», 1895) του Τζορτζ Γκίσινγκ, το μυθιστόρημα του Νικολάου Σπανδωνή «Η Αθήνα μας. Σκηναί εκ του αθηναϊκού βίου» (1893), το αφήγημα «Αυτόχειρ» του Μιχαήλ Μητσάκη (1895), οι Ιθάκες του Καβάφη, το διήγημα «Ο δρόμος από τον Κολωνό» («The Road from Colonus», 1904) και έργα των Κοσμά Πολίτη, Αγγελου Τερζάκη και Μ. Καραγάτση (δεκαετία 1930).

Ο τόμος, που συνδυάζει ισορροπημένα τον πυκνό θεωρητικό λόγο με τα αφηγηματικά δοκίμια, μας εξοικειώνει με την εξέλιξη της ελληνικής πόλης, τη μετάβαση από το οθωμανικό πανδοχείο στο νεοκλασικό ξενοδοχείο και τις κατηγορίες του – για παράδειγμα, λαϊκά για Ελληνες στην Ομόνοια, πολυτελή για ξένους στο Σύνταγμα, όπως, για παράδειγμα, φαίνεται από τη νουβέλα του Τζορτζ Κίσινγκ.

Εχει ενδιαφέρον να δει κανείς πώς, για παράδειγμα, η έννοια του ξενοδοχείου λαμβάνει απρόσμενες διαστάσεις: αφενός, ένδειξη νεωτερικότητας, δηλαδή καπιταλισμού, και, αφετέρου, λόγω της ταξιδιωτικής του φύσης, ως κάτι που διαταράσσει την καθημερινή συνέχεια των πόλεων. Το δοκίμιο του Νικολάου Σπανδωνή είναι χαρακτηριστικό.

Ο Μιχαήλ Μητσάκης είναι μία καλή αφορμή για την εξέταση της ελληνικής flânerie, όπου το ξενοδοχείο είναι σύντηξη χώρου και γραφής, αισθητηριακών περιπάτων και δόμησης του νεωτερικού ταξιδιώτη. Ενός ταξιδιώτη που, βαθύτερα απ’ όλους, περιέγραψε ο Καβάφης, που άφοβα δημιουργούσε γέφυρες που ένωναν τον περίκλειστο εσωτερικό με τον κοσμοπολίτικο εξωτερικό κόσμο του.

Ο Φόρστερ, ωσάν σταυροφόρος, βάλθηκε να ξεκολλήσει την Ελλάδα από τις φολκλορικές εντυπώσεις και τις βουκολικές αναπαραστάσεις που είχαν κατακλύσει Ελληνες και ξένους. Ο Αθανάσιος Δημάκης γράφει ότι «κείμενα όπως ο “Κολωνός” σηματοδοτούν την εξελικτική πορεία του βρετανικού φιλελληνισμού μέσω της μετάβασης “από έναν πολιτικοποιημένο ρομαντισμό σε έναν εξατομικευμένο μοντερνισμό”».

Το τελευταίο δοκίμιο του τόμου, της Ελένης Παπαργυρίου, κάνει μία περίτεχνη περιήγηση στην πεζογραφία μιας δεκαετίας που κρίνεται ως απόγειο του μοντερνισμού – της δεκαετίας του ’30, οπότε και δημιουργούνται οι κοινωνικές τάξεις μιας χώρας που δεν είχε ιδέα τι την περίμενε.

Μικροαστισμός και κοσμοπολιτισμός, μετακινήσεις ιδεών και ηδονές σωμάτων, η… ξενοδοχειακή πεζογραφία αυτής της δεκαετίας ήταν «αθεράπευτα Μεσοπόλεμος», έστω και στην ελληνική της εκδοχή, που συχνά δυσκολευόταν να καταλήξει στην κατεύθυνση, πόσο μάλλον στην ταυτότητα.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT