«Κατ’ αρχάς, δεν έχω και πολύ καλή φωνή»

«Κατ’ αρχάς, δεν έχω και πολύ καλή φωνή»

Προδημοσίευση - Το «Αφεντικό» γράφει για τον Σπρίνγκστιν

κατ-αρχάς-δεν-έχω-και-πολύ-καλή-φωνή-563221885

«Αυτό το βιβλίο είναι η συνέχεια αυτής της ιστορίας αλλά και η αναζήτηση της προέλευσής της. Χρησιμοποιώ ως παραμέτρους τα γεγονότα της ζωής μου που πιστεύω ότι διαμόρφωσαν τόσο αυτή την ιστορία όσο και το έργο μου ως ερμηνευτής. Μια από τις ερωτήσεις που μου κάνουν συνεχώς οι φαν που με συναντούν στον δρόμο είναι: “Πώς καταφέρνεις και το κάνεις;” Στις σελίδες που ακολουθούν θα προσπαθήσω να ρίξω λίγο φως στο πώς και –το σημαντικότερο– στο γιατί. (…)

»Αραγε όλα οφείλονται στο DNA, τη σωματική μου ικανότητα, τη μελέτη της τέχνης μου, την εξέλιξη και αφοσίωση σε μια αισθητική φιλοσοφία, ή μήπως στην απροκάλυπτη επιθυμία για… δόξα, αγάπη, θαυμασμό, προσοχή, γυναίκες, σεξ και –ω, ναι– χρήμα; Αν πάλι θέλετε να φτάσετε στο τέρμα –μέχρι το τέλος της νύχτας–, θ’ ανακαλύψετε ότι η πηγή που τροφοδοτεί όλα αυτά είναι μια δυνατή φωτιά που μαίνεται διαρκώς και δεν σταματάει ποτέ να καίει…

»Αυτά είναι κάποια από τα στοιχεία που θα σας φανούν χρήσιμα αν τύχει και βρεθείτε αντιμέτωποι με ογδόντα χιλιάδες (ή απλώς με ογδόντα) λάτρεις του ροκ εν ρολ οι οποίοι ουρλιάζουν και περιμένουν να κάνεις το “ταχυδακτυλουργικό” σου κόλπο. Περιμένουν να βγάλεις, εντελώς απ’ το πουθενά, κάτι απ’ το καπέλο σου· κάτι εξωπραγματικό, από άλλη διάσταση. Κάτι που, προτού οι πιστοί μαζευτούν εδώ σήμερα, ήταν απλώς μια φήμη τροφοδοτούμενη από τραγούδια». (…)

Με αυτά τα λόγια ξεκινάει την αυτοβιογραφία του ο Μπρους Σπρίνγκστιν. Τίτλος της, «Born to Run». Το βιβλίο θα βρίσκεται στα βιβλιοπωλεία στις 26 Σεπτεμβρίου από τις εκδόσεις Key Books, σε μετάφραση του Αλέξη Καλοφωλιά και επιμέλεια του Γιώργου Τσελώνη.

Από το υπό έκδοση βιβλίο όπου εξιστορείται σε πρώτο πρόσωπο η μεγάλη πορεία μιας τόσο ξεχωριστής προσωπικότητας του ροκ, προδημοσιεύει σήμερα η «Κ» ένα απόσπασμα.

Δημοσίευση

«Κατ’ αρχάς, δεν έχω και πολύ καλή φωνή»-1

Λοιπόν, σχετικά με τη φωνή μου: Κατ’ αρχάς, δεν έχω και πολύ καλή φωνή. Εχω τη δυνατή φωνή ενός μπάρμαν, με εύρος και αντοχή, αλλά δεν διαθέτω μεγάλη τονική ομορφιά ή φινέτσα. Ακόμη και με πέντε σετ τη βραδιά, δεν έχω κανένα απολύτως πρόβλημα. Μπορώ ν’ αντέχω επί τρεισήμισι ολόκληρες ώρες, ενώ η ανάγκη που έχω για ζέσταμα είναι από ελάχιστη έως καθόλου. Η φωνή μου δεν με προδίδει, τα βγάζει πέρα. Παρ’ όλα αυτά, είναι απλώς το εργαλείο ενός μεροκαματιάρη, και από μόνη της δεν πρόκειται ποτέ να σε ανεβάσει ψηλότερα. Χρειάζομαι όλες μου τις ικανότητες για να καταφέρω να επικοινωνήσω βαθιά. Για να σας πουλήσω αυτό που αγοράζετε, πρέπει να γράφω, να ενορχηστρώνω, να παίζω, να ερμηνεύω και, ναι, να τραγουδάω όσο καλύτερα μπορώ. Είμαι το άθροισμα όλων των επιμέρους ταλέντων μου. Εμαθα από νωρίς ότι αυτό δεν είναι κάτι που πρέπει να με εκνευρίζει. Κάθε ερμηνευτής ή ερμηνεύτρια έχει τον δικό του ή τον δικό της αδύναμο κρίκο. Για να φτάσεις κάπου, πρέπει να ξέρεις τι μπορείς να κάνεις με αυτά που έχεις και τι με αυτά που ΔΕΝ έχεις. Οπως είπε ο Κλιντ Ιστγουντ: «Ενας άντρας πρέπει να ξέρει τα όριά του». Επειτα τα ξεχνάς και προχωράς.

«Καθώς τραγουδούσα για το δοκιμαστικό, σκεφτόμουν: “Γαμώτο, είμαι καλός!”. Μετά το αναπαρήγαγα και διαπίστωσα ότι ακουγόμουν σαν γάτα που η ουρά της είχε πάρει φωτιά! Ο ήχος που βγήκε απ’ την ταινία ισοπέδωσε την ελάχιστη εμπιστοσύνη που είχα στον εαυτό μου».

Στους Castiles με πείραζαν συνεχώς και με απέρριπταν ως τραγουδιστή. Για πολύ καιρό, αυτό με βόλευε. Ο Τζορτζ Θις ήταν φοβερός τραγουδιστής κι εγώ ήμουν απόλυτα ικανοποιημένος να εξασκώ τις ικανότητές μου στην κιθάρα. Ούτως ή άλλως, πάντα έβλεπα τον εαυτό μου πρωτίστως ως λιντ κιθαρίστα.

Επειτα έφτασα στο σημείο να μπορώ να τραγουδήσω μια μελωδία και –τουλάχιστον στα αυτιά μου– ν’ ακούγομαι σχεδόν αξιοπρεπής. Κάποια στιγμή στους Castiles, ο Τζορτζ κι εγώ αρχίσαμε να μοιραζόμαστε περισσότερο τα φωνητικά καθήκοντα. Μόλις η μπάντα αυτή διαλύθηκε κι εγώ προχώρησα στην επόμενη, τους Earth, έγινα ένας ολοκληρωμένος φρόντμαν που έπαιζε και τραγουδούσε. Κέρδιζα τα προς το ζην ως ένας απ’ τους λίγους κιθαρίστες στην περιοχή που μπορούσε να μιμηθεί –μέσες άκρες– τον Κλάπτον και τον Χέντριξ, αλλά τραγουδούσα κιόλας τα πάντα. Επειτα άρχισα να γράφω τραγούδια σε ακουστική μορφή και περνούσα τις ελεύθερες νύχτες μου τραγουδώντας μόνος στα τοπικά καφέ, απλώς με τη συνοδεία της δωδεκάχορδης Ovation μου. Εγραφα πολύ και συνήθισα να εξαρτώμαι από τη φωνή μου, μαζί με την ποιότητα των τραγουδιών μου και του παιξίματός μου, για να τα βγάζω πέρα.

Η πρώτη ηχογράφηση

Πίστευα ότι είχα αρχίσει να γίνομαι αρκετά καλός. Τότε, ο Τζορτζ, ο βραχύβιος παραγωγός μου στη Νέα Υόρκη, με κάλεσε στο διαμέρισμά του, όπου είχε ένα δικάναλο μαγνητόφωνο. Ενα απόγευμα είπε: «Ας ηχογραφήσουμε μερικά από τα τραγούδια σου». Καθώς τραγουδούσα για το δοκιμαστικό, σκεφτόμουν: «Γαμώτο, είμαι καλός!» Μετά το αναπαρήγαγα και διαπίστωσα ότι ακουγόμουν σαν γάτα που η ουρά της είχε πάρει φωτιά! Το αποτέλεσμα ήταν παράφωνο, ερασιτεχνικό, χαζό και αδέξιο. Ο ήχος που βγήκε απ’ την ταινία ισοπέδωσε την ελάχιστη εμπιστοσύνη που είχα στον εαυτό μου και τα φωνητικά μου. Ηταν πραγματική ήττα.

Ωστόσο, τι άλλο μπορούσα να κάνω; Δεν είχα άλλη φωνή. Είχα αποφασίσει ότι μετά τους Castiles δεν θα εξαρτιόμουν ποτέ ξανά από άλλον τραγουδιστή. Ηθελα να είμαι ανεξάρτητος. Ετσι έμαθα –όπως έχω αναφέρει ήδη– ότι ο ήχος που «ακούς» στο κεφάλι σου έχει ελάχιστη σχέση με το πώς ακούγεσαι στην πραγματικότητα. Είναι σαν να νομίζεις ότι φαίνεσαι καλύτερα από ό,τι πραγματικά είσαι, μέχρι που η φωτογραφία που θα σε τραβήξει η θεία σου η Τζέιν με το iPhone να σε προσγειώσει απότομα στην πραγματικότητα. Η ταινία εκτελεί την ίδια λειτουργία για τη φωνή σου, καθώς είναι ένας αλάνθαστος ανιχνευτής ψευδαισθήσεων. Δεν μπορείς να κοροϊδεύεις τον εαυτό σου όταν έχεις ακούσει μια ηχογράφηση της φωνής σου, γιατί, φίλε μου, έτσι ΑΚΡΙΒΩΣ ακούγεσαι. Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να συμβιβαστείς και να ζήσεις μ’ αυτό.

«Κατ’ αρχάς, δεν έχω και πολύ καλή φωνή»-2
Νοέμβριος 2016. O Μπαράκ Ομπάμα απονέμει στον Μπρους Σπρίνγκστιν το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας. Φωτ. Al Drago/The New York Times

«Κατ’ αρχάς, δεν έχω και πολύ καλή φωνή»-3
Σεπτέμβριος 1995. Μπομπ Ντίλαν και Μπρους Σπρίνγκστιν επί σκηνής, στη συναυλία του Rock and Roll Hall of Fame, στο Κλίβελαντ. Φωτ. A.P. /Tony Dejak

«Το πιο σημαντικό είναι το τραγούδι να βγαίνει από την καρδιά σου»

Σκέφτηκα πως αφού δεν είχα καμιά ιδιαίτερη φωνή, θα έπρεπε να μάθω να γράφω, να ερμηνεύω και να χρησιμοποιώ αυτήν που είχα σε όλο της το εύρος. Θα έπρεπε να μάθω όλα τα κόλπα, όπως να τραγουδάω απ’ το στήθος μου, απ’ την κοιλιά μου, απ’ τον λαιμό μου και να διαθέτω άριστο συλλαβισμό, χρόνο και δυναμικές. Παρατήρησα ότι πολλοί τραγουδιστές διέθεταν περιορισμένες φωνητικές ικανότητες αλλά μπορούσαν ν’ ακούγονται πειστικοί. Μελέτησα όλους όσους αγαπούσα και μου ακούγονταν αληθινοί – φωνές που με ενθουσίαζαν και άγγιζαν την καρδιά μου. Σόουλ, μπλουζ, ήχος της Motown, ροκ, φολκ· άκουγα όλα αυτά και μάθαινα. Εμαθα ότι το πιο σημαντικό ήταν πόσο πιστευτός μπορούσες ν’ ακουστείς. Πόσο βαθιά μπορούσες να ζήσεις το τραγούδι σου. Αν έβγαινε απ’ την καρδιά σου, τότε υπήρχε κάποιος απροσδιόριστος παράγοντας που έκανε το πώς ακουγόσουν από τεχνική άποψη να μοιάζει δευτερεύον. Υπάρχουν πολλές καλές –ακόμα και σπουδαίες– φωνές τραγουδιστών οι οποίοι δεν ακούγονται ποτέ πειστικοί ή συναρπαστικοί. Τους ακούς στις τηλεοπτικές εκπομπές για νέα ταλέντα και στα σαλόνια των Holiday Inn σε όλη την Αμερική. Μπορούν να τραγουδήσουν μια μελωδία, ν’ ακουστούν τονικά άψογοι, «πιάνοντας» όλες τις υψηλές νότες, αλλά δεν μπορούν να συλλάβουν το πλήρες συναισθηματικό περιεχόμενο ενός τραγουδιού, καθώς δεν μπορούν να τραγουδήσουν απ’ την ψυχή τους.

«Μελέτησα όλους όσους αγαπούσα και μου ακούγονταν αληθινοί – φωνές που με ενθουσίαζαν και άγγιζαν την καρδιά μου. Σόουλ, μπλουζ, ήχος της Motown, ροκ, φολκ· άκουγα όλα αυτά και μάθαινα».

Ακόμα τους ζηλεύω

Αν είχες την τύχη να γεννηθείς και γρήγορα να εξοικειωθείς με ένα όργανο, διαθέτοντας την ενστικτώδη γνώση του να ξέρεις τι να κάνεις με αυτό, είσαι πραγματικά ευλογημένος. Ακόμα και μετά απ’ όλη την επιτυχία μου, ζηλεύω τον Ροντ Στιούαρτ, τον Μπομπ Σίγκερ, τον Σαμ Μουρ και πολλούς άλλους κορυφαίους που μπορούν να τραγουδήσουν υπέροχα και ξέρουν τι να κάνουν με τη φωνή τους. Οι δικές μου φωνητικές ατέλειες με έκαναν να δουλέψω πιο σκληρά σε τομείς όπως η σύνθεση, η στιχουργική, η ηγεσία της μπάντας μου και η ερμηνεία μου. Εμαθα να διαπρέπω σε αυτές τις πλευρές της τέχνης μου όπως δεν θα τα κατάφερνα ποτέ αν είχα τέλεια φωνή. Η ικανότητά μου να δίνω τρίωρες και πλέον συναυλίες επί σαράντα χρόνια (κι αυτή είναι μία έκφανση της μανιακής μου ανασφάλειας που μου έλεγε ότι ποτέ δεν θα ήμουν επαρκής) με την αντοχή καθαρόαιμου αλόγου κούρσας, πήγαζε από τη συνειδητοποίηση ότι για να σε πάω εκεί που ήθελα να πάμε παρέα, έπρεπε να τα δώσω όλα. Οι ευλογίες και οι κατάρες σου συχνά περικλείονται στο ίδιο πακέτο. Σκέψου όλους τους τραγουδιστές του ροκ με εκκεντρικές φωνές που έχουν γράψει ιστορικούς δίσκους και συνεχίζουν να τραγουδούν. Στη συνέχεια, καλλιέργησε τις υποστηρικτικές σου δεξιότητες γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι θα βγει απ’ την καρδιά σου και θα βρει τον δρόμο του για να το ερμηνεύσεις.

«Κατ’ αρχάς, δεν έχω και πολύ καλή φωνή»-4
Οκτώβριος 2017. Το «Αφεντικό» με τη σύζυγό του Πάτι Σκιάλφα στην παράσταση του βιογραφικού σόου «Ο Σπρίνγκστιν στο Μπρόντγουεϊ». Φωτ. Dina Litovsky/The New York Times
comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT