Κρίστοφερ Κριστόφερσον: «Μη μου πεις πώς τελειώνει η ιστορία…»

Κρίστοφερ Κριστόφερσον: «Μη μου πεις πώς τελειώνει η ιστορία…»

5' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο πληθωρικά χαρισματικός Κρίστοφερ Κριστόφερσον γεννήθηκε στις 22 Ιουνίου του 1936 στο Μπράουνσβιλ του Τέξας, γιος ενός, σουηδικής καταγωγής, αυστηρού αξιωματικού της πολεμικής αεροπορίας. Ως φοιτητής, διακρίθηκε στον στίβο και στο αμερικανικό ποδόσφαιρο. Το 1958 αποφοίτησε αριστούχος από το κολέγιο με ειδικότητα στη φιλολογία και έγινε δεκτός με υποτροφία στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης… Τα χρόνια της παραμονής του στην Αγγλία, μελέτησε τα ποιήματα του Ουίλιαμ Μπλέικ και του Τζον Κιτς, διακρίθηκε στο μποξ και στο ράγκμπι, αλλά η μεγάλη αδυναμία του ήταν η φιλοσοφία, κατεύθυνση που είχε επιλέξει για το πτυχίο του. Επέστρεψε στην Αμερική και το 1961 παντρεύτηκε το κορίτσι του από το γυμνάσιο, Φράνσις Μπιρ, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά.

Αν και φιλοδοξούσε να γίνει συγγραφέας, υπέκυψε στις οικογενειακές πιέσεις και κατετάγη στον αμερικανικό στρατό, κερδίζοντας σύντομα τον βαθμό του λοχαγού, εκπαιδευμένος ως πιλότος ελικοπτέρων. Με αυτή την ιδιότητα μετατέθηκε στη Δυτική, τότε, Γερμανία, και το 1965 τού έγινε πρόταση να αναλάβει καθηγητής στη Στρατιωτική Ακαδημία του Ουέστ Πόιντ. Εκείνος, όμως, υπέβαλε την παραίτησή του και πήγε να ζήσει στο Νάσβιλ, την πόλη όπου έδρευε η πανίσχυρη μουσική βιομηχανία της κάντρι. H πρώτη του δουλειά τον βρήκε μεν στα στούντιο της Κολούμπια, αλλά αντί για κιθάρα κρατούσε σφουγγαρίστρα, καθώς καθάριζε τα πατώματα! Διαπιστώνοντας ότι δεν θα γινόταν διάσημος σε ένα βράδυ, αποφάσισε να εργαστεί ως πιλότος σε μια ιδιωτική εταιρεία ελικοπτέρων στη Λουιζιάνα: για τρία χρόνια πηγαινοερχόταν ανάμεσα στις δύο πόλεις – μερικά από τα πρώτα τραγούδια του γράφτηκαν πάνω στο ελικοδρόμιο μιας πλατφόρμας εξόρυξης πετρελαίου!

Το 1970 θα κυκλοφορήσει το φερώνυμο ντεμπούτο του, ενώ ήδη είχε καταθέσει τα διαπιστευτήριά του: έγραφε μόνος του (καταπληκτικούς) στίχους και μελωδίες, ήταν εμφανίσιμος και δεν έμοιαζε πρόθυμος να παίξει το συμβατικό παιχνίδι της κάντρι, που ειδικά τη δεκαετία του ’70 είχε πολύ συντηρητικό πλαίσιο δράσης. Ο Κριστόφερσον δεν φορούσε καουμπόικα καπέλα, ούτε σακάκια με στρας, παρά μόνο φθαρμένα τζάκετ και ξεβαμμένα τζιν. Ηταν ξεκάθαρα καλλιεργημένος, ήρεμος, με αυτοπεποίθηση, αρρενωπότητα και έμοιαζε πιο πολύ με ροκ καλλιτέχνη παρά με φιγούρα της κάντρι. Οι στίχοι του δεν υμνούσαν το μεγαλείο της απεραντοσύνης της αμερικανικής υπαίθρου, αλλά πραγματεύονταν υπαρκτές καταστάσεις με αστικό υπόβαθρο. Είχε και μια σύντομη σχέση με την Τζάνις Τζόπλιν, η οποία τον σύστησε στο ευρύτερο ροκ κοινό με την ερμηνεία της στο τραγούδι του «Me and Bobby McGee». Ακολούθησαν, με αλματώδεις ρυθμούς, χρυσοί δίσκοι, βραβεία Grammy, συμμετοχές σε φεστιβάλ και οι πρώτες προσκλήσεις από το Χόλιγουντ, που στο πρόσωπό του έβλεπε έναν ήρωα παλαιάς κοπής – όλοι οι Αμερικανοί ταυτίζονταν μαζί του και όλες οι Αμερικανίδες θα τον ήθελαν δίπλα τους.

Ενα από τα πιο λαμπερά παράσημα ήρθε διά στόματος Μπομπ Ντίλαν: «Η ιστορία του Νάσβιλ χωρίζεται στα δύο: σε προ και σε μετά Κριστόφερσον εποχή. Ηρθε και τα άλλαξε όλα!»

Νέος γάμος, το 1973, με την τραγουδίστρια Ρίτα Κούλιτζ, ένα ακόμη παιδί και δεκάδες ταινίες, καθώς αποδεικνυόταν ικανός να ανταποκριθεί και σε δραματικούς και σε κωμικούς ρόλους. Το πιο γνωστό πέρασμά του από τη μεγάλη οθόνη ήταν σίγουρα το «A Star Is Born» (1976) στο πλευρό της Μπάρμπρα Στρέιζαντ, ερμηνεία που του χάρισε μία Χρυσή Σφαίρα.

Το 1980, ωστόσο, το άστρο του άρχισε να θαμπώνει. Ως πρωταγωνιστής του υπερφιλόδοξου αντι-γουέστερν του Μάικλ Τσιμίνο «Heaven’s Gate», χρεώθηκε την παταγώδη αποτυχία της ταινίας, ακολούθησε δεύτερο, επεισοδιακό διαζύγιο, άλμπουμ που πέρασαν απαρατήρητα, ενώ η δισκογραφική εταιρεία του, Monument, κήρυξε πτώχευση. Μοναδική αχτίδα φωτός ο γάμος με τη Λίζα Μέγερς, με την οποία θα αποκτήσει πέντε παιδιά.

Το 1981, στην τελετή απονομής των Grammy, θα δηλώσει οργισμένα «να σηκωθούμε αμέσως να φύγουμε από το Ελ Σαλβαδόρ», εκφράζοντας έτσι την αγανάκτησή του για την πολιτική του Ρόναλντ Ρέιγκαν στην Κεντρική Αμερική. Οταν του δόθηκε η ευκαιρία να αναδιπλωθεί, σε μεταγενέστερη συνέντευξη, εκείνος υπερθεμάτισε, αναφερόμενος επικριτικά και στην κυβερνητική στήριξη στις δυνάμεις των Κόντρας στη Νικαράγουα, ενώ τόνισε πως ήρωές του ήταν ο Ιησούς Χριστός, ο Μαχάτμα Γκάντι και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.

Η επιτυχία θα του ξαναχαμογελάσει το 1985, όταν μαζί με τους συνοδοιπόρους του από το κίνημα της εναλλακτικής κάντρι, Γουίλι Νέλσον, Τζόνι Κας και Γουέιλον Τζένινγκς, θα συγκροτήσει τους Highwaymen, που θα σαρώσουν τα πάντα στη σύντομη διαδρομή τους, αφού άφησαν πίσω τους μόλις δύο άλμπουμ.

Οι τρεις δίσκοι που έκανε την περίοδο 2006-2013 («This Old Road», «Closer To The Bone», «Feeling Mortal») ανήκουν σίγουρα στους καλύτερους της καριέρας του, ενώ η νοσταλγική ταινία «Disappearances» (2006), το νεο-νουάρ «Trouble In Mind» (1985), το νεο-γουέστερν «Lone Star» (1996), o ρόλος του κακού στο «Payback» (1999) του Μελ Γκίμπσον και η τριλογία «Blade» πιστοποιούσαν ότι ο Κριστόφερσον ήταν καλός και ως ηθοποιός, κάτι που ασφαλώς είχαν ήδη διακρίνει κορυφαίοι σκηνοθέτες που τον είχαν εμπιστευτεί στο παρελθόν, όπως ο Σαμ Πέκινπα, ο Μάρτιν Σκορσέζε και ο Τιμ Μπάρτον.

Εκεί, εντούτοις, που διέπρεπε διαχρονικά, ήταν στην τραγουδοποιία. «Το σπουδαίο με το να είσαι συνθέτης και στιχουργός», έλεγε, «είναι ότι μπορείς να εμπιστευτείς τα τραγούδια σου σε πολλούς άλλους καλλιτέχνες οι οποίοι διαθέτουν ερμηνευτικό ταλέντο που εσύ δεν έχεις». Αναφερόταν, μεταξύ άλλων, στους Φρανκ Σινάτρα, Ελβις Πρίσλεϊ, Αλ Γκριν, Αϊζακ Χέις, Κάρλι Σάιμον, Γκλάντις Νάιτ, Κένι Ρότζερς, Ντιν Μάρτιν, Μπράιαν Φέρι, Μαριάν Φέιθφουλ, Ντόλι Πάρτον, Ρόι Ορμπισον, Ντίζι Γκιλέσπι, Walker Brothers, Grateful Dead, Νάνα Μούσχουρη, Τέλη Σαββάλα!

Οπως έγραψε και ο Τζεφ Μπρίτζες, «τα τραγούδια του ταίριαζαν υποδειγματικά στην αληθινή ζωή, αντανακλώντας τον πόνο, τις χαρές, την επίγνωση του να είσαι ζωντανός!».

Τα τελευταία χρόνια, λόγω σοβαρής απώλειας μνήμης, ο Κριστόφερσον είχε αποσυρθεί στο σπίτι του στη Χαβάη. Εκεί άφησε την τελευταία του πνοή στις 28 Σεπτεμβρίου, σε ηλικία 88 ετών, ανάμεσα στη σύζυγο και στα παιδιά του.

«Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι που θα μπορούσα να είχα κάνει και δεν έκανα. Ισως αν έγραφα το σενάριο μιας ταινίας και τη σκηνοθετούσα κιόλας, αλλά… δεν νομίζω ότι θα το κάνω ποτέ. Αισθάνομαι τόσο τυχερός, που σταθερά κάποιος ήταν πρόθυμος να με προσλάβει για τα τραγούδια μου και την υποκριτική μου, χωρίς να χρειαστεί να κάνω καμία προετοιμασία γι’ αυτά».

ΥΓ.: H τελευταία ηχογράφηση του Κρις Κριστόφερσον έγινε το 2021, όταν μαζί με τον Μαρκ Λάνεγκαν είχαν τραγουδήσει το «Lonely Night» στον δίσκο του Μόμπι «Reprise». Αξίζει, πραγματικά, να το αναζητήσετε.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT