Μια ιστορία από την Κατοχή: Ενας πίνακας αντί συγγνώμης

Μια ιστορία από την Κατοχή: Ενας πίνακας αντί συγγνώμης

Η άγνωστη ιστορία από την Κατοχή που έκρυβε μια τοπιογραφία της Κρήτης

3' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ενας πίνακας, μια συγγνώμη, ένα τραύμα… Μια οικογενειακή ιστορία από την περίοδο της Κατοχής στην Κρήτη ξετυλίγεται έως τις μέρες μας σαν ένα σενάριο κινηματογραφικής ταινίας. Μια ρομαντική τοπιογραφία σε παλιά κορνίζα είναι η αφορμή για να έρθει στο φως ένα κεφάλαιο της γερμανικής κατοχής και να μας θυμίσει τις πολλές ανθρώπινες ιστορίες που σχεδόν κάθε οικογένεια έχει να διηγηθεί.

Η περίπτωση, όμως, της οικογενείας Κοκολάκη στα Χανιά έχει μια ιδιαιτερότητα. «Οταν τον κοιτάζω δεν βλέπω απλά έναν πίνακα… Μέσα από αυτόν ξεπηδούν εικόνες από την παιδική μου ηλικία, αλλά και μνήμες της οικογένειάς μου…», λέει ο Αντώνης Κοκολάκης, πολύ γνωστός στον καλλιτεχνικό και δημοσιογραφικό κόσμο από το γραφείο επικοινωνίας και δημοσίων σχέσεων που έχει δημιουργήσει. «Ιστορίες που έμαθα για την Κατοχή και που δεν θα είχαν έρθει στο φως χωρίς την ύπαρξή του και όταν μαθαίνεις εκτιμάς και συνειδητοποιείς τις ρίζες σου».

Το πατρογονικό σπίτι, εκεί όπου μεγάλωσε η οικογένεια του πατέρα του, βρισκόταν στα περίχωρα των Χανίων, στη Χαλέπα, κοντά στο σπίτι του Βενιζέλου, που στην Κατοχή οι Γερμανοί είχαν επιτάξει για στρατηγείο τους. «Αλλά και τα σπίτια ολόγυρα είχαν επιταχθεί επίσης για να στεγάσουν ανώτερους αξιωματικούς», λέει ο κ. Κοκολάκης. Η οικογένεια περιορίστηκε σε ένα δωμάτιο. Στα υπόλοιπα ζούσαν τρεις Γερμανοί αξιωματικοί.

Η οικογένεια Κοκολάκη μεγάλωνε εκείνη την εποχή τρία παιδιά. Ο μεγαλύτερος γιος, Ευάγγελος, γεννημένος το 1926, ήταν ο πατέρας του Αντώνη Κοκολάκη. Μητέρα τριών παιδιών (Ευάγγελος, Παντελής, Μίρκα), η «γιαγιά», ερασιτέχνις ζωγράφος η ίδια (είχε γεμίσει το σπίτι με ζωγραφιές) έπρεπε να υπομένει τις δύσκολες ημέρες του κατ’ οίκον περιορισμού και να ανέχεται τη σκληρότητα των Γερμανών αξιωματικών.

«Οταν τον κοιτάζω δεν βλέπω απλά ένα ζωγραφικό έργο, μέσα από αυτόν ξεπηδούν εικόνες από την παιδική μου ηλικία», λέει ο κάτοχος του έργου Αντώνης Κοκολάκης.

«Ετρωγαν σοκολάτες και το τελευταίο κομμάτι το έλιωναν με το παπούτσι μπροστά στα παιδιά». Οι αφηγήσεις της γιαγιάς φτάνουν και στα δικά μας αυτιά μέσω του εγγονού της. «Οι Γερμανοί κρατούσαν ψυχρή στάση, δεν επιτρεπόταν άλλωστε να αναπτύξουν οικειότητα με τους ντόπιους».

Ενας από τους Γερμανούς, όμως, ήταν διαφορετικός. «Και αυτός κρατούσε αποστάσεις, δεν μπορούσε να κάνει και αλλιώς, αλλά άφηνε πού και πού χωρίς να πει τίποτε λίγο ψωμί στην κουζίνα», λέει ο κ. Κοκολάκης.

Μια ιστορία από την Κατοχή: Ενας πίνακας αντί συγγνώμης-1
Φωτ. ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ

Ο Αντώνης Κοκολάκης όταν ήταν παιδί και πήγαινε για διακοπές στα Χανιά, στο σπίτι της γιαγιάς, τον έβαζαν για δύο ώρες κάθε μέρα στην τραπεζαρία για να διαβάσει. «Πάνω από το τραπέζι έβλεπα πάντα τον ίδιο πίνακα, ένα τοπίο της Κρήτης… και κάποια φορά ρώτησα τι είναι ο πίνακας αυτός», θυμάται. Τότε, η γιαγιά τού αφηγήθηκε την ιστορία, την αρχή της οποίας έχουμε ήδη παραθέσει.

Οταν τελείωσε, όμως, η Κατοχή και έφυγαν οι Γερμανοί από το σπίτι (λεηλατώντας ανάμεσα σε άλλα και τα περισσότερα έργα ζωγραφικής της γιαγιάς), συνέβη το εξής. Είχαν περάσει 2-3 χρόνια από τον πόλεμο, όταν η γιαγιά έλαβε ένα δέμα από τη Γερμανία. Ηταν αυτός ο πίνακας που έβλεπε ο Αντώνης Κοκολάκης μικρός στην τραπεζαρία στο σπίτι των Χανίων και που τώρα έχει –ως κειμήλιο– στο δικό του σπίτι στη Γλυφάδα. Τον είχε στείλει εκείνος ο «διαφορετικός» Γερμανός, εκείνος που άφηνε κρυφά λίγο ψωμί για τα παιδιά, εκείνος που ένιωσε την ανάγκη να ζητήσει «συγγνώμη» με αυτόν τον τρόπο: ζωγραφίζοντας ένα τοπίο της Κρήτης. «Είναι ένα ερμητικό αλλά ήρεμο τοπίο», λέει ο Αντώνης Κοκολάκης σήμερα με ιδιαίτερη συγκίνηση, καθώς η χειρονομία αυτού του Γερμανού, που ήταν εξαίρεση, και η οικογενειακή ιστορία έχουν καταστήσει τον πίνακα αυτόν πολύτιμο κειμήλιο αλλά και τεκμήριο Ιστορίας. «Οταν ήρθε στην κατοχή μου», λέει, «ένιωσα ότι ήταν ένα κομμάτι από τη ζωή μου».

Επιπλέον, συνδέεται με μνήμες από τον πατέρα του που στην Κατοχή ήταν έφηβος. «Μια μέρα», διηγείται ο Αντώνης Κοκολάκης, «ο πατέρας μου μαζί με άλλα παιδιά στην εφηβεία τους είχαν ξεχαστεί παίζοντας έξω και η ώρα είχε περάσει. Η κυκλοφορία απαγορευόταν μετά μια ώρα το απόγευμα. Τα παιδιά συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στα κρατητήρια, όπου έμειναν αρκετές ημέρες. Ο πατέρας μου, 15-16 ετών παιδί, υποχρεώθηκε να υποστεί τρεις εικονικές εκτελέσεις. Κάποιοι δίπλα του έπεφταν νεκροί. Εκείνος ήταν τυχερός με τα άσφαιρα…».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT