Διανοούμενοι στα σόσιαλ μίντια

Εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες, εξαιτίας του Διαδικτύου είμαστε δυνητικά όλοι δημόσιοι διανοούμενοι. Καθένας μας, με μια απλή σύνδεση κι ένα κινητό στο χέρι, μπορεί να εκδώσει τις σκέψεις, τα συναισθήματα, τις θεωρίες, τους φόβους και τις ελπίδες του στον ψηφιακό τοίχο ενός δικτύου και να λάβει στη στιγμή τη γνώμη του κοινού, να γίνει ακόμη και λαμπρό αστέρι της επιρροής

3' 52" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες, εξαιτίας του Διαδικτύου είμαστε δυνητικά όλοι δημόσιοι διανοούμενοι. Καθένας μας, με μια απλή σύνδεση κι ένα κινητό στο χέρι, μπορεί να εκδώσει τις σκέψεις, τα συναισθήματα, τις θεωρίες, τους φόβους και τις ελπίδες του στον ψηφιακό τοίχο ενός δικτύου και να λάβει στη στιγμή τη γνώμη του κοινού, να γίνει ακόμη και λαμπρό αστέρι της επιρροής. Το αποτέλεσμα όλης αυτής της υπερέκθεσης λόγων και πόζας μπορεί να μοιάζει με μια διαδικτυακή Βαβέλ, αλλά είναι μεγαλειώδες, καθώς απ’ αυτό τον τεράστιο όγκο δημόσιας έκφρασης εξάγεται αξιοσημείωτος πλούτος. Μπορεί να μην παράγονται πολλές πρωτότυπες ιδέες, αλλά παράγονται άφθονα συμπεριφορικά δεδομένα για τους χρήστες και καταναλωτές. Οσοι δραστηριοποιούνται στην αγορά της επιρροής γνωρίζουν ότι τα δεδομένα που αντλούνται από τα σόσιαλ μίντια είναι χρυσάφι. Καλύτερη ακτινογραφία του δημόσιου αισθήματος, αλλά και της ιδιωτικής ζωής των πολιτών, δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Εδώ αξία έχουν τα δημογραφικά γκρουπ. Και η ομάδα των διανοουμένων αποδεικνύεται αρκετά ευρύχωρη.

Στον πυρήνα της, ωστόσο, κάθε δημόσια έκφραση είναι μια αγωνιώδης προσπάθεια να δηλώσουμε όλοι, πραγματικοί και deepfake διανοούμενοι, παρόντες. Ζηλεύουμε όσους λαθροβιούν ή κρύβονται από την ψηφιακή δημόσια σφαίρα, γιατί μπορούν να είναι αόρατοι και άρα απρόσβλητοι από το τοξικό κλίμα και τις σκιαμαχίες που κυριαρχούν συχνά στα δίκτυα. Μας καθησυχάζει, όμως, το γεγονός ότι αν κάποιος δεν έχει εξασφαλισμένη θέση στην αρένα, ακόμη και ως διακριτικός θεατής, δεν αξίζει μερίδιο ούτε από τη συλλογική μέθη των επιτυχιών ούτε από το μέγα πάθος, την οργή και τον θρήνο που εκφράζονται σε στιγμές έντονων συλλογικών συγκινήσεων. Οι διανοούμενοι που μετέχουν στο πανηγύρι και στην οχλοβοή των σόσιαλ μίντια, ουσιαστικά δηλώνουν το όνομά τους στον κατάλογο των ευεργετών της δημόσιας πλατείας. Η viral στιγμή μπορεί να μην ισοδυναμεί με Νομπέλ Λογοτεχνίας, αλλά εξακολουθεί να είναι ένα σημάδι αναγνώρισης της γειτονιάς. Οι διανοούμενοι στα σόσιαλ μίντια αναβαθμίζουν αισθητικά το μνημείο των πεσόντων, βοηθούν με την παρουσία τους την τήρηση των νέων παραδόσεων, και εξασφαλίζουν ότι το παγκόσμιο χωριό θα έχει κάποια πνευματική ζωή. Το ότι η πλατεία όπου συμβαίνουν όλα αυτά είναι ιδιωτική, δεν τους ενδιαφέρει. Εδώ το ζητούμενο είναι να επαναλαμβάνεται το καρτεσιανό «σκέφτομαι, άρα υπάρχω», ακόμη και απουσία του πρώτου συστατικού της φράσης.

Η viral στιγμή μπορεί να μην ισοδυναμεί με Νομπέλ Λογοτεχνίας, αλλά εξακολουθεί να είναι ένα σημάδι αναγνώρισης της γειτονιάς.

J’ Existe (υπάρχω). Με αυτή την απλή δήλωση, έχει γεμίσει τους δρόμους των Βρυξελλών ένας αμφιλεγόμενος καλλιτέχνης. Πριν από τη μαζικοποίηση της χρήσης του Διαδικτύου, ο άνθρωπος αυτός θα παρέμενε ανώνυμος, σήμερα όμως πηγαίνεις αυτόματα στη μηχανή αναζήτησης και ανακαλύπτεις ότι ονομάζεται Τιερί Ζασπάρ, και ότι επαίρεται για τη ριψοκίνδυνη φύση της δουλειάς του. «Συνήθιζα να παίρνω σοβαρά ρίσκα για να τοποθετήσω το λογότυπο J’ existe σε πολύ εμφανή σημεία», γράφει στην ιστοσελίδα του, όπου μεταξύ άλλων εμπορεύεται καπέλα και Τ-shirt με το σήμα κατατεθέν του. «Κάποιοι καλλιτέχνες του γκράφιτι θέλουν με τη δουλειά τους να προκαλέσουν στους ανθρώπους σκέψεις, άλλοι βάζουν χρώμα σε σκοτεινούς δρόμους για να τους κάνουν να φαίνονται πιο όμορφοι, αλλά νομίζω ότι οι περισσότεροι καλλιτέχνες θέλουν απλώς να δείξουν στον κόσμο ότι υπάρχουν, αφήνοντας παντού τις υπογραφές και τα κομμάτια τους. Ετσι δημιούργησα ένα απλό αυτοκόλλητο μ’ έντονα γράμματα που λέει J’ existe, για να τα συνοψίσω όλα αυτά».

Είκοσι χρόνια πριν, ένας ρομαντικός βάνδαλος είχε γεμίσει το Παρίσι με τη λέξη Amour (αγάπη). Κανείς δεν έμαθε ποιος ήταν. Τα σόσιαλ μίντια βρίσκονταν ακόμη σε εμβρυϊκό στάδιο. Θα μπορούσες να πεις ότι διήνυαν μια εποχή αθωότητας. Τότε, είχε ακόμη νόημα να διακονεί κάποιος ένα μήνυμα αγάπης. Σήμερα, το νόημα είναι η υπογραφή, το tag. Το ζητούμενο είναι να μπορείς να εντοπιστείς, να λάβεις την ταμπέλα, ώστε να είσαι σε θέση να «φλεξάρεις», όπως λένε οι νεότεροι. Από εκεί εξάγεται η αξία. Στο ζενίθ της δόξας του, ο Σαλβαντόρ Νταλί έβαζε την υπογραφή του σε χαρτοπετσέτες, δημιουργώντας πληθωριστικές τάσεις για την αξία του έργου του.

Σήμερα, στη δημόσια σφαίρα κυριαρχεί το reality, με την επίφαση κάποιου διαγωνιστικού μέρους. Τα σόσιαλ μίντια είναι το απόγειο του reality. Η αξία μετριέται σε likes και καρδούλες. Αν δεν επιδείξεις ό,τι έχεις, είσαι ανύπαρκτος, και όλα τα υπόλοιπα μοιάζουν δευτερεύοντα. Το θέμα είναι να χτυπάς κάρτα στο εργοστάσιο χωρίς τοίχους, ακόμη κι αν το μόνο που έχεις να πεις είναι «τι να πω;». Οι διανοούμενοι υποκύπτουν υποχρεωτικά στο θέλγητρο της στιγμιαίας δόξας που τους επιδαψιλεύει ο αλγόριθμος. Συχνά, τα μηδέν σχόλια αντικατοπτρίζουν την αληθινή μοναξιά της ανεξάρτητης σκέψης. «Κανείς δεν σου ζήτησε να ’ρθεις κι όμως όλοι περίμεναν εσένα», μοιάζει να τους λέει προκλητικά η πλατφόρμα. Στην ακόρεστη σκηνή των σόσιαλ μίντια, οι διανοούμενοι είναι καταδικασμένοι στην αμφιθυμία: να μείνουν στη θορυβώδη πλατεία, να χτίσουν ψηφιακούς πύργους ή να αποσυρθούν μια για πάντα στο χαρτοβασίλειό τους;

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT