Ηταν μεσημέρι της 25ης Απριλίου του 2015 και κάμποσος κόσμος είχε συρρεύσει στο Μουσείο Αλεξ Μυλωνά για να παρακολουθήσει την περφόρμανς του ποιητή Βασίλη Αμανατίδη, που θα πραγματοποιόταν μέσα στην εν εξελίξει έκθεση του Χρήστου Χρυσόπουλου. Ο Αμανατίδης παρουσίασε το εμβληματικό, όπως το βλέπουμε σήμερα, «μ_otherpoem» (Νεφέλη, 2014) μέσα στην έκθεση που είχε τίτλο «Μy mother’s silence».
Καθώς προχωρούσα είδα να δημιουργείται αυτός ο μικρός συνωστισμός, που υποδηλώνει ότι είχε μόλις καταφθάσει «κάποιος». Διαπίστωσα με πολύ ευχάριστη έκπληξη ότι επρόκειτο για τον Βαλτινό. Αυτή η παρουσία, εκεί και τότε, με είχε κάνει να αναθαρρήσω. Θα πήγαινε μακριά να πω τώρα τους λόγους για τους οποίους το 2015 ήταν πολύ σημαντικό ένας Βαλτινός να έρχεται στην περφόρμανς ενός Αμανατίδη. Δύο χρόνια μετά, πάντως, τον Δεκέμβριο του 2017, ο τελευταίος απέσπασε το βραβείο Ποίησης της Ακαδημίας Αθηνών, οξυγονώνοντας απρόσμενα πολλές και πολλούς από εμάς.
Καλοκαίρι 2021. Συζητώ με έναν άξιο ποιητή της νεότερης γενιάς, αρκετά νεότερο του Αμανατίδη, που ευθαρσώς και με διάφορες αφορμές δηλώνει την αριστερή ιδεολογία του σε τόνους πολεμικούς. Η κουβέντα περιστρέφεται γύρω από την ιστορική μνήμη και τη Μικρασία. Ο συνομιλητής μου θεωρεί υποχρέωσή του να μου τονίσει πόσο ωραίο και σημαντικό βιβλίο είναι το «Συναξάρι του Αντρέα Κορδοπάτη», το δεύτερο. Οι κλασικοί δημιουργούνται και κάπως έτσι, σκέφτηκα, με ρητές και άρρητες ανταλλαγές και σινιάλα με τους νεότερους – ίσως όχι τους αυτονόητους νεότερους, τους τετριμμένους και τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ, αλλά τους κάπως πιο απαιτητικούς και δύσκολους.
Ως επιστέγασμα ήρθε το καλοκαίρι του 2022 όταν, με αφορμή μια παρουσίαση της Ρωμιοσύνης, του μικρού εκδοτικού οίκου του ’80 από την Κολωνία, που πέρασε πλέον στη διαχείριση των νεοελληνιστών του Βερολίνου, στη Freie Universität, ο βραβευμένος κριτικός Τομπίας Λέμκουλ έγραψε σε μία από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές εφημερίδες, τη γερμανική Frankfurter Allgemeine, ότι η «Κάθοδος των Εννιά» (μτφ. Ουλφ-Ντίτερ Kλεμ) και ο πρώτος «Κορδοπάτης» του Βαλτινού (μτφ. Χανς Αϊντενάιερ) «ανήκουν στα σημαντικότερα δείγματα της ευρωπαϊκής αφηγηματικής τέχνης του εικοστού αιώνα».