Με τον ζωγράφο Γιάννη Φωκά και τον ιστορικό τέχνης Χριστόφορο Μαρίνο, επιμελητή εκθέσεων και δράσεων ΟΠΑΝΔΑ, στεκόμαστε μπροστά στο έργο «Emerald Blue» (2016). Η έκθεση ετοιμάζεται για τα σημερινά εγκαίνια, το στήσιμο βρίσκεται σε εξέλιξη και το έργο ακουμπάει στο πάτωμα περιμένοντας τη σειρά του για να αναρτηθεί.
Ο πίνακας μοιάζει με τεράστια υδατογραφία σε μπλε και σμαραγδί, «όλο λαζούρες», όπως λέει ο ζωγράφος, δηλαδή στρώματα αραιωμένου χρώματος που έχουν περαστεί πάνω από ένα στεγνό, με αποτέλεσμα η επιφάνεια να αποκτά διαφάνεια και γυαλάδα. Σε δύο σημεία του καμβά υπάρχουν δύο μαύρα, ορθογώνια, παραλληλόγραμμα σχήματα.
Βλέποντας το «Emerald Blue» νιώθεις πως κολυμπάς μέσα στη θάλασσα, αλλά οι δύο σκοτεινές μπάντες σε ανησυχούν. Αυτό υπήρξε άλλωστε και το σχόλιο μιας θεατού στο παρελθόν, η οποία στη συνέχεια ρώτησε τον ζωγράφο γιατί τα τοποθέτησε εκεί: «Μπήκαν για να ενοχλούν», της απάντησε πολύ ειλικρινά εκείνος, «το έργο έχει αναφορές στο οικολογικό και μεταναστευτικό ζήτημα».
Βρισκόμαστε στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων, όπου διοργανώνεται η ατομική έκθεση «Γιάννης Φωκάς: Εργα 1985-2024». Ο Χριστόφορος Μαρίνος επισκέφθηκε το ατελιέ του ζωγράφου και πρώην καθηγητή στην ΑΣΚΤ και στο ΑΠΘ στη Θεσσαλονίκη και επέλεξε από μια μεγάλη σειρά έργων περίπου τριάντα. Μέσω αυτών παρουσιάζει την εικαστική πορεία που έχει διαγράψει ο άξιος καλλιτέχνης από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 έως σήμερα, μια πορεία που «τον κατατάσσει στους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της σύγχρονης ελληνικής ζωγραφικής», σχολιάζει ο ίδιος.
«Η ζωγραφική του Φωκά ταλαντεύεται ανάμεσα στην ένταση και την ηρεμία, στο ονειρικό και το πραγματικό, εντέλει ανάμεσα στην αναπαράσταση –στο αναγνωρίσιμο– και την αφαίρεση, καθότι τα έργα του δεν ήταν ποτέ παραστατικά, ούτε όμως και αμιγώς αφαιρετικά. Κατά βάθος, στο επίκεντρο της ζωγραφικής αυτής βρίσκονται ο άνθρωπος και τα ζητήματα που τον απασχολούν», αναφέρει στο επιμελητικό του σημείωμα ο κ. Μαρίνος.
Αυτή ακριβώς είναι και η πρώτη εντύπωση του επισκέπτη: μια ανοικονόμητη επιθυμία για ζωγραφική δημιουργία, που δεν συμβιβάζεται με τα κεκτημένα της, αλλά μοχθεί ώστε να θέσει τα πάντα υπό κρίση. «Ο καλλιτέχνης μοχθεί για να κρατήσει ό,τι λειτουργεί και να προσθέτει διαρκώς καινούργια στοιχεία στη δουλειά του. Αλλιώς μένει στάσιμος», μου λέει ο κ. Φωκάς.
«Ο καλλιτέχνης μοχθεί για να κρατήσει ό,τι λειτουργεί και να προσθέτει διαρκώς καινούργια στοιχεία στη δουλειά του. Αλλιώς μένει στάσιμος», αναφέρει ο ζωγράφος.
Μέλος της γενιάς του ’80, αφού εξέθεσε για πρώτη φορά τη δουλειά του στην Ελλάδα το 1982, είναι ένας αφηρημένος (abstract) ζωγράφος που διατηρεί σταθερή σχέση με την παραστατική ζωγραφική, χωρίς ωστόσο να είναι εμφανής. Τα έργα που φτιάχνει τη δεκαετία του ’80 μεταφέρουν την αίσθηση των τοίχων, τα ίχνη των γκράφιτι, αυτό που συμβαίνει στην πόλη.
Την εποχή που ο ζωγράφος ζούσε σχεδόν μόνιμα στο Παρίσι φωτογράφιζε τους τοίχους της πόλης. Εκείνη την περίοδο ζωγράφιζε με τα δάχτυλα με έντονες χειρονομίες και έπλαθε στον μουσαμά μικρές εκρήξεις. «Η έντονη χειρονομία στη ζωγραφική χρειάζεται χώρο για να αναπτυχθεί», μου λέει.
Παρατηρώ τους πίνακες, συνήθως μεγάλων διαστάσεων, οι οποίοι δεν έχουν μια καθορισμένη φορά: ο ζωγράφος άλλοτε δουλεύει με το έργο κάθετα κι άλλοτε οριζόντια, «ταράζοντας» όπως εξηγεί τη φυσική ροή των πραγμάτων, δίνοντας μια διαφορετική δυναμική στη ζωγραφική σύνθεση, μια νέα ισορροπία. Το χρώμα, πυρετώδες και ζωογόνο στα πρώτα χρόνια της δουλειάς του, στην πορεία αποκτά περισσότερο γήινους τόνους, και έπειτα επιστρέφει εξίσου δυνατό και πλούσιο.
«Είμαι στο χρώμα, μου λείπει η ησυχία, είμαι στην ησυχία, μου λείπει το χρώμα. Ωστόσο ανέκαθεν η αναζήτησή μου ήταν εάν μπορώ να εκφράσω τα πράγματα που θέλω με ένα χρώμα ή με πολλά», εξηγεί ο ίδιος.
Ακολουθώντας τον καταλήγουμε στην τρίτη κατά σειρά αίθουσα, όπου ολοκληρώνεται η έκθεση. Στο βάθος «συναρμολογείται» από τους τεχνικούς το μοναδικό ασπρόμαυρο έργο και το πιο παραστατικό: το «Talking Silence» (Ομιλούσα σιωπή) αποτελείται από τρία μεγάλα κομμάτια και όταν αναρτηθεί θα καλύψει ολόκληρο τον τοίχο. Ενα τεράστιο, κλειστό, ανέκφραστο στόμα σιωπά μέσα σε ένα κατάλευκο φόντο – αναφορά στα λευκά κελιά. «Η ησυχία μπορεί και να κραυγάζει», λέει ο ζωγράφος.
Πινακοθήκη Δήμου Αθηναίων, Κτίριο Β, Λεωνίδου και Μυλλέρου, πλ. Αυδή. Εγκαίνια σήμερα στις 7 μ.μ. Διάρκεια έκθεσης έως τις 5/1/2025.