Εκατό χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τον θάνατο του Φραντς Κάφκα. Ενας αιώνας από τότε που έφυγε από τη ζωή ένας συγγραφέας που καταφέρνει να μένει νέος μέσα από έργο του, στο οποίο ο σύγχρονος άνθρωπος «διαβάζει» τη δική του καθημερινότητα. Το υπαρξιακό άγχος, η καθημερινότητα μέσα στο άξενο καφκικό σύμπαν που διαστρεβλώνει την έννοια του κανονικού, αντί να περιορίζεται έχει επιβληθεί, αποτελώντας πλέον αναπόσπαστο τμήμα της πραγματικότητα του 21ου αιώνα· το απαρηγόρητο παρόν μας.
Οπως αναφέρει ο συγγραφέας Μισέλ Φάις στο στοχαστικό και περιεκτικό σημείωμά του για τον κατάλογο της ομαδικής έκθεσης ζωγραφικής και φωτογραφίας «Κ. ή ο συλλογικός τρόμος του ατομικού», που διοργανώνει το ίδρυμα «Η άλλη Αρκαδία»: «Με μια γραφή ληθαργική, αποσπασματική, αινιγματική και ψυχρή, αντιρεαλιστική από τον πολύ ρεαλισμό, ο Κάφκα αποτύπωσε κρίσιμα και ανεπανάληπτα το ατομικό και συλλογικό άγχος του σύγχρονου υποκειμένου».
Υπήρξε ίσως ο σημαντικότερος συγγραφέας του 20ού αιώνα. Και αν όχι αυτό, είναι σίγουρα ο επιδραστικότερος, κάτι που αποδεικνύεται από τις αλλεπάλληλες επανεκδόσεις των βιβλίων του, τις συχνές επιστροφές στο έργο του μέσω θεατρικών, μουσικών, λογοτεχνικών αναστοχασμών.
Γι’ αυτό, όπως σημειώνει ο κ. Φάις, « […] εντέλει, ο Κάφκα δεν κινδυνεύει από την αποσιώπηση, την άγνοια ή τη μαζικοποίησή του, αλλά από τη διάχυτη και ανεξέλεγκτη καφκολογία».
Ποιος είναι λοιπόν στην ουσία του αυτός ο λογοτέχνης που επιδιώκοντας να μείνει αόρατος για να σώσει τον εαυτό του από τους άλλους, επέβαλε τελικά ακόμη πιο έντονη την παρουσία του; Σε αυτό το ερώτημα, «Η άλλη Αρκαδία» επιδιώκει να δώσει μερικές απαντήσεις –καλύτερα εκδοχές ερμηνειών στην πρόσληψη του πολύμορφου έργου του– με τη βοήθεια της εικόνας, του λόγου και της θεωρίας.
«Ο καλλιτέχνης δεν αλλάζει. Τα δικά του σκοτάδια ενεργοποιεί το έργο ενός άλλου, τις δικές του εμμονές αναγνωρίζει και τις ανασύρει στο φως», αναφέρει η επιμελήτρια Ελισάβετ Πλέσσα.
Τα έργα που παρουσιάζονται στην έκθεση, όπως μας είπαν οι ίδιοι οι ζωγράφοι, τους στρίμωξαν πολύ, ακριβώς όπως και ο Κάφκα που τρομοκρατείτο μέχρι ασθενείας από τις βεβαιότητες. Κάποιοι καλλιτέχνες επέλεξαν να «εικονογραφήσουν» σκηνές που περιγράφονται στα κείμενά του. Κάποιοι άλλοι στράφηκαν στη μορφή του, στην οποία αποτυπώνεται το άχθος της γραφής του. Και κάποιοι άλλοι, όπως οι ζωγράφοι που παρουσιάζουμε εδώ, αφέθηκαν να βυθιστούν στα περίφημα καφκικά αδιέξοδα, και να ξαναδούν την τέχνη τους μέσα από τους παραμορφωτικούς φακούς που και ο συγγραφέας επέβαλλε στη δημιουργικότητά του.
«Η ανίχνευση της εικαστικής πλαισίωσης του καφκικού στερεώματος επιχειρεί να επισημάνει τους ξεχωριστούς τρόπους με τους οποίους δεκαεπτά καλλιτέχνες της συλλογής Σωτήρη Φέλιου υποδέχονται τον μεγάλο αυτό συγγραφέα στο δικό τους, προϋπάρχον σύμπαν, με έργα που δημιουργήθηκαν ειδικά για την περίσταση με αφορμή τον Κάφκα, ή που επιλέχτηκαν εκ των υστέρων», γράφει η επιμελήτρια Ελισάβετ Πλέσσα στο δικό της προλογικό κείμενο του καταλόγου. «Σε ποιο σημείο συναντιούνται δύο κόσμοι που τέμνονται, ποιο είναι το κοινό πεδίο δύο εφαπτόμενων κύκλων δημιουργίας; Από εικόνες του ματιού σε εικόνες του νου, ένα νήμα διατρέχει τα έργα, προς αναζήτηση της κοινής χορδής τους με τα κείμενα του Φραντς Κάφκα».
Η «Νέα Αρκαδία» και οι ζωγράφοι Χρήστος Μποκόρος και Γιώργος Ρόρρης έδωσαν στην «Κ» την ευκαιρία να ρίξει μια πρώτη ματιά στο περιεχόμενο της έκθεσης μερικές ημέρες πριν πραγματοποιηθούν τα εγκαίνια (13/11) στην αίθουσα τέχνης «16 Φωκίωνος Νέγρη». Στα κείμενά τους ακούμε τον τρόπο με τον οποίο εκείνοι διαβάζουν τον Κάφκα, προτείνοντας για εμάς τους θεατές πιθανές αναγνώσεις.
«Σε αυτές τις δαιδαλώδεις διαδρομές της δημιουργίας υπάρχουν κάποια σημεία επαφής ανάμεσα στις τέχνες, κάποιοι κοινοί κώδικες, οι οποίοι συγκροτούν όχι τη γενεσιουργό διαδικασία, αλλά το τελικό έργο τέχνης. Δεν πρόκειται όμως για επιρροές, ούτε για συγκοινωνούντα δοχεία, αλλά για τόπους συνάντησης, που μάλιστα δεν είναι οι ίδιοι για όλους τους οδοιπόρους της τέχνης. Γιατί ο καλλιτέχνης δεν αλλάζει. Τα δικά του σκοτάδια ενεργοποιεί το έργο ενός άλλου, τις δικές του εμμονές αναγνωρίζει και τις ανασύρει στο φως», όπως αναφέρει η κ. Πλέσσα.
Διάρκεια έκθεσης: 13/11- 11/1/2025.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΠΟΚΟΡΟΣ, ζωγράφος
Μετέωρη η τέχνη και η ελπίδα
Τι κάνουμε με τον Κάφκα; Μπαίνουμε αρπαγμένοι απ’ τη γοητεία της γραφής του στον ίλιγγο της αγωνίας. Κάτι δικό μας λέει.
Συνειδητό ή ασυνείδητο, τι σημασία; Ο φόβος της ζωής κι ο φόβος του θανάτου, ίδια. Φόβος.
Και πού να κρυφτείς; Να δραπετεύσεις προσπαθείς αλλ’ από πού, και πού να πας; Ανήφορος, κατήφορος, ο ίδιος δρόμος.
Μετέωρη η τέχνη –κι η ζωή– σε πειρασμούς διαφυγής, μα όλο γυρνά στο κέντρο, μονάχα εκεί μπορεί να κρατηθεί, μόνον εκεί κρεμιέται να σωθεί. Αλλιώς τι νόημα θα ‘χε η σωτηρία και προς τι;
Συνειδητό ή ασυνείδητο, τι σημασία; Ο φόβος της ζωής κι ο φόβος του θανάτου, ίδια. Φόβος. Και πού να κρυφτείς; Ανήφορος, κατήφορος, ο ίδιος δρόμος.
Φαντάζει εύκολη πτήση η πτώση στο κενό, ελκυστική η μελαγχολία, δέλεαρ το τίποτα του σκότους, η διαφυγή ακροβατεί στο χείλος της αβύσσου, κι ας λάμπει επί παντός ο ήλιος, κι ας δείχνουν δρόμους φωτεινούς τ’ άστρα στη θαμπή νύχτα, κι ας είναι χάρισμα η ζωή, κι ας είν’ ορθάνοιχτες οι σκοτεινές οδοί του παραδείσου. Μία κουκκίδα φως αρκεί να φτιάξει δρόμο προς τα κει.
Είχα μαζέψει κάτι παλιόξυλα από ένα γκρεμίδι εδώ κοντά. Τα είχαν σακατέψει ο χρόνος κι ο καιρός. Τα περιποιήθηκα και, γιατροπορεμένα, σκαρώσανε μια ορθογώνια σκαλωσιά, ένα πηγάδι ζοφερό διακριτικά καλλωπισμένο – πώς ν’ αρνηθείς την ομορφιά;
Κι εκεί βαθιά όσο προχωράς όλο μακραίνει λαμπερή μια τόση δα σπιθίτσα, μια κουκκίδα φως. Ο δρόμος κακοπαθημένος, σκοτεινός, κάτι υπολείμματα χρωματιστά πανιά οι χαρές. Σκόρπια τριανταφυλλάκια οι ηδονές. Ακατανόητα ίχνη μελανά η ερημιά, αδιάγνωστες μεταμορφώσεις του ίδιου ή του άλλου, αδιάφορο.
Και να τα ξεχωρίσεις, πάλι όλα θα ‘ναι ένα, κι εμείς είμαστε ακόμη εδώ, με αγιάτρευτη μαζί μας θεραπεία την ελπίδα.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΡΟΡΡΗΣ, ζωγράφος
Μια «φάλτσα» ματιά στη ζωή μας
Στην πρώτη μορφή της σύνθεσης του έργου, στα αριστερά της πόρτας υπήρχε μια μεγάλη βιβλιοθήκη. Με κάποιον τρόπο θεωρούσα ότι θα έπρεπε να βρίσκεται εκεί, φορτωμένη βιβλία, αφού ζωγράφιζα –δηλαδή «μιλούσα»– για έναν συγγραφέα.
Αυτή η βιβλιοθήκη μού είχε γίνει μανία, έμμονη ιδέα. Τη ζωγράφιζα επί είκοσι επτά συνεχόμενες ημέρες και τελικά θυσιάστηκε για χάρη της δεξιάς προοπτικής του πίνακα, που οδηγεί στο παράθυρο, αυτής της κάπως«φάλτσας» εξόδου προς το φως.
Η άτεγκτη οργάνωση του χρόνου και του χώρου δημιουργεί μια ατμόσφαιρα ασφυκτική, την οποία μόνον η γεωμετρία μπορεί να αποδώσει.
Τι «διαβάζει» ο θεατής στο έργο; «Μια συνηθισμένη μέρα», όπως είναι και ο τίτλος, από εκείνες που περιγράφει ο Κάφκα στα βιβλία του. Μια ημέρα στην οποία όλα συμβαίνουν ακριβώς όπως την προηγούμενη, αλλά τότε ένα παράδοξο, ανοίκειο στοιχείο υπεισέρχεται ανατρέποντας τη σταθερότητα. Φαντάστηκα αυτή τη γυναίκα να ξυπνά το πρωί, να φτιάχνει τον καφέ της στην κουζίνα και να πηγαίνει στο μπάνιο, ίσως για να μακιγιαριστεί. Και τότε βλέπει μέσα στον καθρέφτη να εμφανίζεται μια ανδρική φιγούρα. Ισως είναι ο εαυτός μου που έχει σταθεί εκεί, ένας παρείσακτος, ίσως ένας εχθρός. Για να αναφερθώ στη «Δίκη», εγώ σε αυτή τη θέση έχω τον ρόλο του δικαστικού κλητήρα. Και τότε αρχίζει ο εφιάλτης.
Οπως συμβαίνει και στον Κάφκα τον οποίο αγαπώ –έχω περάσει παλιότερα έναν χειμώνα διαβάζοντας τα βιβλία του–, η άτεγκτη οργάνωση του χρόνου και του χώρου δημιουργεί μια ατμόσφαιρα ασφυκτική, την οποία μόνον η γεωμετρία μπορεί να αποδώσει. Για το συγκεκριμένο έργο χρησιμοποίησα μόνον κάθετες, οριζόντιες και κάποιες διαγώνιες γραμμές. Δεν υπάρχουν καμπυλώσεις. Το σκηνικό, μολονότι απεικονίζει το εργαστήριό μου, δεν είναι ρεαλιστικό.