Ζορζ Μουστακί: ένας Πτολεμαίος Ελληνας

Ζορζ Μουστακί: ένας Πτολεμαίος Ελληνας

7' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Ο Ζορζ Μουστακί; Ακόμα το Μέτοικο τραγουδάει;» Η ερώτηση αυτή, συνοδευόμενη από μικρό ειρωνικό υπομειδίαμα, είναι συγχρόνως μια αβίαστη μαρτυρία μνήμης. Κωνσταντινούπολη, Ιωάννινα, Ζάκυνθος, Αλεξάνδρεια… Ο Ζορζ Μουστακί, οικείος και άγνωστος, Ελληνας και ξένος, παρωχημένος και διαχρονικός, βρέθηκε στην Αθήνα για μια σύντομη ιδιωτική επίσκεψη στα τέλη Ιουνίου, στη διάρκεια της οποίας είχε την καλωσύνη να μας παραχωρήσει την παρακάτω συνέντευξη.

Ενας Ελληνας που δεν μιλάει ελληνικά, ένας Οδυσσέας που ποτέ δεν επιστρέφει, ένας περιπλανώμενος Εβραίος, ένας άπατρις που διαλέγει τις πατρίδες του και τις κάνει τραγούδια, ποίηση, μνήμες. Ο Ζορζ Μουστακί, μελωδικός απόηχος μιας εποχής που μοιάζει παρωχημένη, σαν την αμήχανη ανάμνηση μιας ανήσυχης εφηβείας: η δεκαετία του ’70, η δικτατορία, ο Θεοδωράκης, η Μελίνα, η ΕΙΡΤ, ο Χατζιδάκις, η Μεσόγειος, ο Μέτοικος.

Οταν ήταν μικρός και τον ρωτούσαν τι θα γίνει όταν μεγαλώσει, απαντούσε ότι ήθελε να γίνει γέρος. Μεγαλώνοντας φαίνεται ότι ο Ζορζ Μουστακί παρέμεινε ξεροκέφαλα έφηβος, παρακάμπτοντας σε κάθε στιγμή τον άνοστο κόσμο των ενηλίκων. Στα εβδομήντα του, η χαρά της αυθεντικότητας και της αθωότητας παραμονεύει γι’ αυτόν παντού: σε μια απλή κουβέντα, στο άκουσμα ενός γνήσιου τραγουδιού, στη θάλασσα, στις Σπέτσες, στη θέα της Ακρόπολης. Ετσι απλά, ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση της τραγουδίστριας Καίτης Κουλλιά, στην Αίγλη του Ζαππείου, να τραγουδήσει μαζί της. Ετσι αυθεντικά και αυθόρμητα χωρίς προετοιμασία, ανέβηκε στην υπαίθρια σκηνή και τραγούδησε τη «Μεσόγειο». Κι ο χρόνος καταλύθηκε μέσα στη διάρκεια ενός τόσο χιλιοειπωμένου τραγουδιού, δίνοντας τη θέση του στη συγκίνηση της χαμένης μνήμης…

– Ποιος ο λόγος της επίσκεψής σας στην Αθήνα στις 14 Ιουνίου;

– Ηρθα για τον Μάνο. Για τη συναυλία της «Ορχήστρας των Χρωμάτων», στο Μέγαρο Μουσικής, που ήταν αφιερωμένη στον Μάνο Χατζιδάκι. Είχα επίσης την ευκαιρία να απολαύσω την Ελενα Παπανδρέου και τον Roland Dyens. Ο Μάνος ήταν ένας σπουδαίος άνθρωπος, ένας εμπνευσμένος συνθέτης, ο πιο σημαντικός απ’ όλους τους συνθέτες που γνώρισα. Τον συνάντησα πρώτη φορά στο Παρίσι, στη δεκαετία του ’60, κατά τη διάρκεια μιας εκπομπής που ήταν αφιερωμένη στο έργο του.

Μου ζήτησε να μεταφράσω στα γαλλικά -πράγμα που κατάφερα να κάνω με την υπομονή και τη βοήθεια της μητέρας μου- και να τραγουδήσω τα τραγούδια του. Αυτό ήταν και το πρώτο βήμα μου προς τη γλώσσα των γονιών και των παππούδων μου. Εκείνος με έσπρωξε στο πρώτο ταξίδι μου στην Ελλάδα, το 1966. Ετσι γεννήθηκαν η αγάπη κι ο απεριόριστος θαυμασμός μου για τον Χατζιδάκι. Τον ξαναείδα αρκετές φορές στο Παρίσι, στην Αθήνα και στις Σπέτσες. Η «Πορνογραφία» είναι το τελευταίο έργο του που τραγουδώ στα γαλλικά και το οποίο ερμήνευσα με την Ελλη Πασπαλά στο Παρίσι, σε μια συναυλία για την Κύπρο.

– Στις 15 Ιουνίου, καλεσμένος στο 3ο Παγκόσμιο Συνέδριο του Συνδέσμου Αιγυπτιωτών Ελλήνων, μιλήσατε για τους «Στοχασμούς ενός Πτολεμαίου Ελληνα». Ποιες είναι οι ελληνικές σας ρίζες;

– Εχω γεννηθεί στην Αλεξάνδρεια και έτσι έχω μια ιδιαίτερη ευαισθησία σε ό,τι ελληνικό έφεραν και έσπειραν οι Πτολεμαίοι στη γενέτειρά μου. Είμαι Ελληνας από πατέρα, μητέρα και παππού, με ρίζες στη Μικρά Ασία, τα Ιωάννινα, τη Ζάκυνθο και την Κέρκυρα. Η Αλεξάνδρεια, αν και μου χάρισε τον κοσμοπολιτισμό των Πτολεμαίων, με απομάκρυνε από την ελληνικότητά μου. Η Αίγυπτος ζούσε τότε σ’ ένα κοσμοπολίτικο, πολύγλωσσο παζάρι. Οι άνθρωποι επικοινωνούσαν σε πολλές γλώσσες – αραβικά, αγγλικά, γαλλικά. Η Αλεξάνδρεια με άνοιξε στον κόσμο.

– Σαν Μέτοικος έχετε πάνω από μία πατρίδες, χωρίς ωστόσο να φαίνεται ότι διεκδικείτε μια απ’ αυτές.

– Κάθε μία είναι κάτι ξεχωριστό για μένα: η Ελλάδα είναι οι μνήμες της οικογένειάς μου. Οταν έρχομαι στην Ελλάδα αισθάνομαι Ελληνας. Η Αίγυπτος είναι το λίκνο της ζωής μου. Πατρίδα μου είναι η Μεσόγειος. Ομως και η Γερμανία, το Βέλγιο, η Ισπανία, η Βραζιλία είναι αγαπημένοι σταθμοί στη ζωή μου.

– Είστε Ελληνας, τη γλώσσα όμως δεν σας την έδωσαν ελληνική.

– Οι πρόγονοί μου μιλούσαν όλοι ελληνικά. Η θεία μου η Ροζάντι μέχρι τα πέντε χρόνια της αρνιόταν να μιλήσει έως τη μέρα που ήρθαν στο σπίτι συγγενείς από την Ιταλία. Από τότε, η θεία άρχισε να μιλάει, αλλά μόνο στα ιταλικά. Ετσι, εξαιτίας της επιλεκτικής αλαλίας της θείας μου, τα ελληνικά απαγορεύτηκαν στην οικογένειά μου και η γλώσσα του Δάντη έγινε η μητρική μου γλώσσα.

Οταν πήγαμε να εγκατασταθούμε στην Αλεξάνδρεια, δεν υπήρχαν πολλές επιλογές σχολείων. Βρέθηκα στο Γαλλικό Σχολείο της Αλεξάνδρειας, χωρίς πραγματικά να υπάρχουν κάποιες ρίζες γαλλικές στην οικογένειά μου. Στο σπίτι, μιλούσαμε ιταλικά, αραβικά, αγγλικά αλλά πάντως όχι γαλλικά. Σήμερα, μετράω, ονειρεύομαι και γράφω τραγούδια στα γαλλικά. Τα ελληνικά αποκλείστηκαν από τη ζωή μου από ένα περίεργο καπρίτσιο της θείας μου και τα γαλλικά έγιναν κατά τύχη η μητρική μου γλώσσα.

– Ερχεστε λοιπόν στην Ελλάδα το 1966. Ποιες είναι οι αναμνήσεις σας από κείνο το πρώτο ταξίδι στην Ελλάδα του παππού Γκιουζέπε και της μητέρας Σάρας;

– Ηρθα στην Ελλάδα της μνήμης, του ονείρου, πριν από τριάντα πέντε χρόνια και ο ενθουσιασμός μου ήταν μεγάλος. Λίγο μετά έγινε η δικτατορία. Το πραξικόπημα έγινε τη στιγμή ακριβώς που εγώ ανακάλυπτα την Ελλάδα των προγόνων μου. Ηταν για μένα σαν μια προσωπική προσβολή. Στο Παρίσι, γνώρισα διάσημους Ελληνες που ήταν ανοιχτά αντίθετοι με τη χούντα: τη Μελίνα Μερκούρη, τον Κώστα Γαβρά, τον Μιχάλη Κακογιάννη, τον Βασίλη Βασιλικό κ.ά.

– Νομίζετε ότι ένα τραγούδι πεθαίνει όταν χάσει την επικαιρότητά του; Γιατί δεν βρίσκει πια κανείς εύκολα τους δίσκους σας στα δισκοπωλεία της Αθήνας;

– Ενα τραγούδι δεν πεθαίνει ακόμα κι όταν χάσει την επικαιρότητά του. Αλλωστε υπάρχουν πολλά τραγούδια που πεθαίνουν καθημερινά, ενώ είναι ακόμα επίκαιρα. Αντίθετα, ένα πραγματικό τραγούδι έχει τη δική του υπόσταση στον χρόνο, τις δικές του αντιστάσεις, τη μνήμη του.

Οσο για τη σημερινή εμπορική επιτυχία των δίσκων μου, θα έλεγα ότι στη καριέρα ενός καλλιτέχνη υπάρχει ένα δυνατό σημείο στο οποίο μπορεί κανείς να φτάσει μόνο για μια φορά. Εγώ έφτασα σ’αυτό και τώρα βρίσκομαι εκεί ακριβώς που θα έπρεπε να είμαι.

– Πώς βλέπετε τον ρόλο της σύγχρονης Ελλάδας στον κόσμο και ιδιαίτερα στην Ευρωπαϊκή Ενωση

– Νομίζω ότι η «μικρή» Ελλάδα αρχίζει να παίρνει τη θέση που της άξιζε στον σύγχρονο κόσμο. Αλλωστε όταν λέμε Ευρώπη, εννοούμε Ελλάδα, ελληνικός πολιτισμός. Αυτό είναι κάτι που συχνά ξεχνούν οι Ευρωπαίοι, μα η αλήθεια.είναι ότι ο ευρωπαϊκός πολιτισμός είναι ουσιαστικά κληρονομιά της ελληνικής σκέψης.

– Και για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 που διοργανώνει η Αθήνα;

– Διαφωνώ με τους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες όπου κι αν γίνονται αυτοί. Είμαι εναντίον κάθε αθλητικής διοργάνωσης που γίνεται με σκοπό το κέρδος, το χρήμα. Αλλωστε η Ελλάδα είναι η χώρα του Ολυμπισμού, πώς είναι δυνατόν οι άλλες χώρες να της παραχωρούν το δικαίωμα της διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων;

– Πέρα από τους καημούς της Μεσογείου, τραγουδήσατε τους πόνους και τη νωχελική ξεγνοιασιά των λαών της Λατινικής Αμερικής. Ποιο κοινό σημείο σας γοήτευσε στα δύο αυτά μέρη της γης;

– Συνάντησα την κουλτούρα της Μεσογείου, την ξεγνοιασιά του ήλιου της και τη νωχελικότητά της, στη Λατινική Αμερική. Εχω τη φήμη νωχελικού ανθρώπου. Οι φίλοι μου δεν μου τηλεφωνούν το πρωί, γιατί νομίζουν ότι θα με ενοχλήσουν, εγώ όμως ξυπνώ από τις 7 το πρωί αλλά το τηλέφωνο αρχίζει να χτυπάει το απόγευμα. Ο Μοντερλάν έγραψε ότι η ραστώνη πρέπει να θεωρείται ως μια από τις πιο ασφαλείς εκδηλώσεις ευφυΐας, και ο Κάφκα δήλωνε ότι η νωχελικότητα είναι η αρχή όλων των ελαττωμάτων, αλλά και το επιστέγασμα όλων των αρετών.

– Η συγγραφική σας δραστηριότητα είναι λιγότερο γνωστή, ιδιαίτερα στην Ελλάδα.

– Σαν αναγνώστης, έχω μια ιδιαίτερη σχέση με τη λογοτεχνία. Ισως γιατί ο πατέρας μου είχε βιβλιοπωλείο στην Αλεξάνδρεια. Εχω γράψει τέσσερα βιβλία, όμως δεν θεωρώ τον εαυτό μου συγγραφέα. Το πρώτο βιβλίο «Questioa la chanson» γράφτηκε σε συνεργασία με τη Mariella Righini, το 1973. To 1989, «Τα κορίτσια της μνήμης» είναι μια αυτοβιογραφική περιπλάνηση και τα δύο τελευταία «Ο γιος της ομίχλης» με τον Siegfried Meir και «Η μικρή οδός των κρεοπωλών», είναι η καταγραφή γεγονότων που συνέβησαν σε άλλα πρόσωπα και τα οποία είχε αιχμαλωτίσει η μνήμη μου.

Τραγούδια της μνήμης

Μilord, (Edith Piaf)
Η Μεσόγειος (La Mediterrannee)
Ο Μέτοικος (Le Meteque)
Η μοναξιά μου (Ma solitude)
Είμαστε δυο (Nous sommes deux)
Η Ελευθερία μου (Ma Liberte)
Le temps de vivre
Μaνούλα μου, (La Pierre)
Ο ταχυδρόμος (Le facteur
Σάρα (Sarah)
Βιβλία του μεταφρασμένα στα ελληνικά
Τα κορίτσια της μνήμης, 1989, Αθήνα, εκδόσεις Χατζηνικολή.
Ο γιος της ομίχλης, 2001, Αθήνα, εκδόσεις Αλεξάνδρεια
Η μικρή οδός των κρεοπωλών, 2001, Αθήνα, εκδόσεις Αλεξάνδρεια.

Βλέποντας την Ακρόπολη

Κουβεντούλα στα ελληνικά με τον σερβιτόρο, ελληνικός καφές, τα γυαλιά που του χάρισε ένας οπτικός της Αθήνας, επειδή κι αυτός ήταν Αιγυπτιώτης, η ρετσίνα, η θάλασσα, η ετυμολογία της λέξης Γραικός: μνήμες γεύσεων, μυρωδιών, φωνών, συμπεριφορών. Η συζήτηση αυτή έγινε στο υπέροχο σπίτι της κυρίας Ναταλίας Μελά, βλέποντας στα δεξιά μας την Ακρόπολη, το πρωί της αναχώρησης του Ζορζ Μουστακί από την Ελλάδα. Την ευχαριστούμε για τη θερμή φιλοξενία, το εγκάρδιο γέλιο της και τις αυθόρμητες παρεμβάσεις της στη συζήτηση.

Λίγο αργότερα στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος», η νεαρή υπάλληλος προβληματίστηκε με τη διαφορετική γραφή του ονόματος του Ζορζ Μουστακί στο διαβατήριο και το εισιτήριο, λέγοντας ότι τα δύο αυτά ονόματα θα μπορούσαν να αναφέρονται σε δύο διαφορετικά πρόσωπα. Ισως κι εκείνη να εννοούσε τον εν δυνάμει Πτολεμαίο Ελληνα…, συμφιλιωμένο με την πολυμορφία, τη διαφορετικότητα, το τυχαίο. Ναι, ο Ζορζ Μουστακί τραγουδάει ακόμα το «Μέτοικο».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT