Με εγκύκλιο παιδεία και καλλιέργεια που θα ζήλευαν πολλοί τραπεζίτες σήμερα, ο Γιάννης Κωστόπουλος υπήρξε ένας βαθύτατα λεπταίσθητος άνθρωπος, που κατανοούσε τη σημασία της καλλιτεχνικής δημιουργίας αλλά και του πολιτιστικού αποθέματος της Ελλάδας. Ηταν, άλλωστε, φιλότεχνος από κούνια. Η μητέρα του Ευρυδίκη (1907-1979) ήταν μαθήτρια του Περικλή Βυζαντίου, η αγαπημένη του εξαδέλφη Δάφνη Κωστοπούλου (1937-2000) σπούδασε ζωγραφική στο Παρίσι και η αδελφή του Αννη Κωστοπούλου μαθήτευσε κοντά στη Γ. Περσάκη και στο Λονδίνο και ακολούθησε τη δική της πορεία στον χώρο. Αργότερα, ο Γιάννης Κωστόπουλος επέλεξε ως σύντροφο την πολύ αξιόλογη καλλιτέχνιδα Ειρήνη Μολφέση.
Ηταν πάντοτε περιτριγυρισμένος από έργα τέχνης και καλλιτέχνες, όχι μόνο υπό μορφήν προσωπογραφιών των προγόνων του (λ.χ. τον παππού του Ιωάννη είχε ζωγραφίσει ο Ιακωβίδης), αλλά και λόγω της σθεναρής υποστήριξης του προς τη σύγχρονη εικαστική σκηνή. «Ας θυμηθούμε την έκθεση του Γιάννη Κουνέλη στο πλοίο “Ιόνιο”, στον Πειραιά, που έγραψε Ιστορία ή τις παρουσιάσεις συμπατριωτών μας καλλιτεχνών που έκαναν καριέρα στο εξωτερικό», λέει στη στήλη η ιστορικός Τέχνης Κατερίνα Κοσκινά, στενή συνεργάτις του επί δύο δεκαετίες, τόσο στο Ιδρυμα «Ιωάννης Φ. Κωστόπουλος» όσο και στην τράπεζα, καθώς χρημάτισε σύμβουλος της διοίκησης για τη σπουδαία συλλογή της Alpha Bank.
Η συλλογή αυτή ξεκίνησε από έναν γερό πυρήνα μεγάλων ονομάτων, όπως ο Παρθένης και ο Παπαλουκάς. Ομως ο Γιάννης Κωστόπουλος στήριξε τον εμπλουτισμό της με σύγχρονη τέχνη. Από τη δεκαετία του 1980 άρχισαν να αποκτώνται, με δική του πρωτοβουλία, έργα για τα νέα καταστήματα της τότε Τράπεζας Πίστεως. «Ενα έργο για κάθε κατάστημα» ήταν το σύνθημα. Επιπλέον, σε κάποια κεντρικά καταστήματα γινόταν ανάθεση σε καταξιωμένους δημιουργούς (Φρόσω Μιχαλέα, Κοσμάς Ξενάκης, Θόδωρος, Γιάννης Γαΐτης, Γιώργος Ζογγολόπουλος, Παναγιώτης Τέτσης, Α. Τάσσος, Θανάσης Τότσικας κ.ά.), και τα έργα τους παραμένουν έως σήμερα στις αρχικές τους θέσεις. Η συλλογή παρουσιάστηκε σε μεγάλη έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη το 2005, στην επέτειο για τα 125 χρόνια της τράπεζας.
Σπουδαία υπήρξε και η συνεισφορά του Ιδρύματος «Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου», που έφερε το όνομα του παππού του και ιδρύθηκε από τον πατέρα του το 1989. Δεν ήταν μονάχα οι αμέτρητες χορηγίες σε εκθέσεις και μουσεία από την Εθνική Πινακοθήκη, το Μουσείο Μπενάκη (στην Κουμπάρη υπάρχει αίθουσα Ευρ. Κωστοπούλου) έως το ΕΜΣΤ και το Ναυτικό Μουσείο Κρήτης. Ο Γιάννης Κωστόπουλος ενίσχυσε την εξωστρέφεια του ελληνικού πολιτισμού σε μια περίοδο καίριας σημασίας. Το 1997, λ.χ., χρηματοδότησε μια σπουδαία έκθεση για το Βυζάντιο στο Μητροπολιτικό Μουσείο. Λίγο καιρό αργότερα, το ΜΕΤ απέκτησε τμήμα βυζαντινών αρχαιοτήτων. Το όνομα των γονέων του πήραν και δύο αίθουσες με κλασικές αρχαιότητες του σπουδαίου μουσείου της Νέας Υόρκης, μια χειρονομία μεγάλης εμβέλειας για την πατρίδα μας. Το Ιδρυμα φρόντισε για τη δημιουργία σκευοφυλακίου και μουσείου στην Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά.
Θα κλείσω με ένα προσωπικό περιστατικό. Το 1999, η εφημερίδα με έστειλε να καλύψω μια εικαστική δράση που είχε χρηματοδοτήσει το Ιδρυμα «Ιωάννη Φ. Κωστόπουλου» στη Θεσσαλονίκη. Στο βραδινό τραπέζι των εγκαινίων βρέθηκα να κάθομαι ακριβώς δίπλα στον Γιάννη Κωστόπουλο. Ανίδεη ως προς τα χρηματοπιστωτικά θέματα, σκέφτηκα πως μια συζήτηση για την ιστιοπλοΐα –με την οποία καταπιανόμουν τότε φανατικά– θα είχε περισσότερο νόημα. Πράγματι, η κουβέντα κυλούσε τέλεια, μέχρι που τον ρώτησα αν παρακολουθούσε αγώνες ποδοσφαίρου. «Ποτέ!», με διέκοψε. «Η προσωπική ευθύνη μετράει για μένα. Δεν μου αρέσει να χάνω χωρίς να φταίω. Στο γήπεδο δεν κατεβαίνω εγώ αλλά έντεκα παίκτες, για λογαριασμό χιλιάδων οπαδών. Επιζητώ να χρεώνομαι τις επιλογές μου είτε στη νίκη είτε στην ήττα, στην τράπεζα, στο Ιδρυμα, στην οικογένειά μου, σε όλα τα πράγματα της ζωής μου». Αυτό ήταν! Με μια κουβέντα, μου είχε δηλώσει την κοσμοθεωρία του.
[email protected]