ΘΩΜΑΣ ΣΙΤΑΡΑΣ
Καλό βόλι
Οι κάλπες και τα τερτίπια μιας άλλης εποχής (1864-1940)
εκδ. Μίνωας, σελ. 269
Σκεφτείτε, ζυγίστε, ψηφίστε, τελειώσατε έχοντας (όλοι μας) υπόψη ένα υπερκομματικά αποδεκτό δεδομένο: μετά την απομάκρυνση από την κάλπη ουδέν λάθος αναγνωρίζεται. Μια ευφάνταστη, με υλικό βγαλμένο σαν από αθάνατη χωρίς αυλαία παράσταση, με προσθήκη δραματικών στοιχείων, σταχυολόγηση προεκλογικών ιστοριών οι οποίες φωτοτυπούν τον ελληνικό δημόσιο βίο, το δούναι-λαβείν στο πλαίσιο του εκλέγειν-εκλέγεσθαι και τα συνακόλουθά του. Τα πάθη, η βία, οι παρεμβάσεις κάθε τύπου, η νοθεία, τα ρουσφέτια, η εκμετάλλευση κυρίως των αδυνάμων, τα ευτράπελα, οι δεσμεύσεις και υποσχέσεις κατρακύλα στον καιάδα, οι παραλογισμοί βρίσκονται στο βεληνεκές του «Καλό βόλι – Οι Κάλπες και τα τερτίπια μιας άλλης εποχής (1864-1940)» του Θωμά Σιταρά. Αλιεύουμε;*
Μια ζωή ημέτεροι: Λοιπόν ιδού ο απολογισμός της κυβερνητικής διετίας διορισμοί ημετέρων 9.729, απολύσεις μη ημετέρων 5.613 και παραιτήσεις 1.711. Πλεόνασμα διορισμών 2.405. Αυτή είναι η εκπλήρωσις των υποσχέσεων περί οικονομικής ανορθώσεως, τόσοι ημέτεροι και επιβάρυνση του δημόσιου ταμείου με 60.000.000 ετησίως, έγραφε «Η Ελληνική», Αύγουστος 1930.
Εσταζε μέλι: Τον είδα να εισορμά εις ένα καφενείον, έθλιψε το χέρι του καταστηματάρχου, ενός ισχνού και ωχρού ανθρώπου με κυρτωμένο σώμα, τον οποίον απεκάλεσε λεβέντη, έπειτα αγκάλιασε δύο-τρεις από τους θαμώνες και εφίλησε έναν άλλον: Γεια σου Νίκο μου τι γίνεσαι βρε παληόπαιδο; Ολο ομορφιές είσαι…
Το παληόπαιδο τ’ όμορφο ήταν ένας εξηντάρης στραβομύτης. Επειτα ο υποψήφιος αφού έλαβε υπόσχεσιν 20 σταυρών επανήλθε στο πεζοδρόμιο, εμοίρασε χαμόγελα και επέβη ενός ταξί. Και στο καφενείο; Ο λεβέντης καταστηματάρχης ετέντωσε το κυρτόν σώμα του και άρχισε να σιγοτραγουδά, ο εξηντάρης έστριψε περιχαρής το μουστάκι του και οι ρέστοι διέταξαν από ένα κονιάκ χαράς. Κι αν οι υποψήφιοι έμεναν πάντα υποψήφιοι… «Εθνος», 1936, διά χειρός Τίμου Μωραϊτίνη.
Ομάδα εκπροσώπων του ελληνικού γυναικείου κινήματος το 1928 διεκδικεί δικαίωμα ψήφου (συλλογή Π. Πουλίδη, Αρχείο ΕΡΤ, Αθήνα).
Κραυγές, σταθερή αξία: Κατά τη χθεσινήν συνεδρίασιν της Βουλής παρευρισκόμην εν θεωρείω εις την θορυβώδη εκείνη συνεδρίασιν καθ’ ην οι αντιπρόσωποι του έθνους συνεκρούοντο αντιμέτωποι ως οι τράγοι των αρχαίων αναγλύφων. Πάντες οι περί εμέ έλεγον ότι το θέαμα είναι απελπιστικόν αλλ΄εγώ δεν απελπιζόμην, ενθυμούμενος ότι κραυγαί χηνών έσωσαν το Καπιτώλιον. «Ελληνισμός», 1885.
Ανάξιος, ανάξιος: Αίφνης από των πρώτων καθισμάτων εγείρεται γηραιός παράγων, πρώην υπουργός και πρώην πολιτικός φίλος του αγορεύοντος υπουργού. Ψεύδεσαι. Σεις ψεύδεσθε, κραυγάζει ο υπουργός. Είσαι ανάξιος να είσαι υπουργός, η ανταπάντηση. Τι ακολούθησε; Συνάδελφος του κυβερνητικού υβρισθέντος ορμά εναντίον του υβριστού, ράβδοι εγείρονται, γρόνθοι υψούνται ενώ στο βάθος μυρίζει κάλπες. Ο Πρόεδρος (απογοητεύοντας κάποιους) διακόπτει τη συνεδρίαση. «Η Ελληνική», 1929.
Εγώ ο αρχιμανδρίτης: Αποδέκτης της κάτωθι επιστολής υπουργός και μάλιστα στρατιωτικός. «Μετά συντριβής καρδίας έβλεπον και εγώ εξοχώτατε το κλυδωνιζόμενον της πατρίδος σκάφος. Και επαρηγορήθην μαθών την επί το αξίωμα του Υπουργού αναρρίχησίν σας. Εύχομαι και εγώ εις τον Υψιστον να σας διατηρήση εν μακροημερεύσει προς το αγαθόν της Πατρίδος, ελπίζω δε ότι θα φροντίσετε επί της Υπουργίας σας όπως προβήτε συνιστώντες με τω υπουργικώ Συμβουλίω, εις την πλήρωσιν των κενών επισκοπικών εδρών. Γνωρίζετε κ. Υπουργέ τα προσόντα μου και τας προς την Εκκλησίαν υπηρεσίας μου… Ο ευχέτης σας, δούλος σας ταπεινός Α.Ω., Αρχιμανδρίτης». «Εσπερινή Ακρόπολις», 1897.
Μη χαλάς την πιάτσα: Κάποτε εις ένα υπουργείον συμπολίτης υπέβαλε μιαν τυπικήν αίτησιν. Ο τμηματάρχης υπάλληλος με νέας αντιλήψεις, την έστειλε αμέσως να πρωτοκολληθή, έγραψε δε κάτωθεν της αιτήσεως την λέξιν «εγκρίνεται» και είπε εις τον πολίτην: «Περιμένετε μια στιγμή να πάω στον κύριο Διευθυντή να την υπογράψη». Ο Διευθυντής όμως δυστυχώς ήτο εκ των παληών υπαλλήλων.
– Πότε υπεβλήθη κύριε τμηματάρχα;
– Προ ενός τετάρτου.
– Και την εγκρίνατε αμέσως;
– Τι μας εμποδίζει;
– Κρατήστε την ακόμη δυο-τρεις μέρες.
– Υπάρχει κανένας λόγος κύριε Διευθυντά;
– Πρέπει ο πολίτης να εννοήση την σοβαρότητα της υπηρεσίας!
Οπερ και εγένετο. «Ελεύθερος Λόγος», 1924.
Η «Ακρόπολις» του 1934 (από το βιβλίο).
Οι κλακαδόροι: Σ’ άλλα κατακαϋμένα χρόνια οι λαδωμένοι έπαιρναν προ της ψηφοφορίας ένα 25ρικο κομμένο στη μέση. Το μισό το έπαιρναν προ της εκλογής και το άλλο μισό κατόπιν. Τώρα όμως τους έφεξε για τα καλά. Μας επληροφόρησαν ότι συγκεκριμένο κόμμα έχει την εξής διατίμησιν διά το προεκλογικό λάδωμα. Κάθε 100 φωνές «Ζήτω» δρχ. 200. Για έκαστον πυροβολισμόν (στον αέρα) δρχ. 100. «Εθνική», 1936.
Δήμαρχε, συ μπορείς: Εις ύφος γάτας κλαυθμηριζούσης, πλησιάζει τον Δήμαρχον μια γυναικούλα του λαού.
– Τι θέλεις κυρά μου;
– Να χαρής ό,τι επιθυμεί η ψυχούλα σου. Να σε ιδώ και ναύαρχο, κάνε κυρ Δήμαρχέ μου το ψυχικό.
– Τι πράγμα κυρά μου;
– Αυτός ο άνδρας μου.
– Θέλει καμμιά δουλειά;
– Εχει δουλειά, αλλά έχει και μια πατσαβούρα που του τρώει τα λεφτά και μ΄απαράτησε.
– Τι θες να σου κάνω εγώ;
– Να του πεις να γυρίσει σπίτι. «Η Ελληνική», 1929.
Αλήθεια, τι συνδέει έναν κουρέα, έναν ανθοπώλη, έναν ζαχαροπλάστη και έναν βουλευτή; Η ιστορία της γιαγιάς από την Πόλη που παραθέτει στον πρόλογο του βιβλίου ο συγγραφέας. Για τη συνέχεια «Καλό βόλι».
Ο Καραγκιόζης… ψηφοφόρος (από το βιβλίο).
«Κρεμούνε τενεκέδες»
Ονομα λάστιχο: …Ενας υποψήφιος, περιερχόμενος τους προσφυγικούς συνοικισμούς προς άγραν ψήφων ήλλασσε την κατάληξιν του ονόματός του αναλόγως του τόπου καταγωγής των κατοίκων των συνοικισμών. Ετσι διά τους καραμανλήδες κατέληγε εις -όγλου, διά τους Ποντίους -ίδης, διά τους Βορειοθράκας -ωφ, και διά τους Αρμενίους -ιάν. «Μακεδονικά Νέα», 1929.
Ολύμπια ασβεστώματα: …Οι αρμόδιοι κηδεμόνες της υγείας της πόλεως μεταξύ άλλων απολυμανθέντων μερών εχρωμάτισαν δι΄ασβέστου την βάσιν της Πύλης του Αδριανού εις ενός περίπου μέτρου ύψος. Εάν μετά τόσας επανειλημμένας υποδείξεις του τύπου και των ιδιωτών, το Υπουργείον των Εσωτερικών δεν απεφάσισεν να διατάξη την περίφραξιν του δημοσίου αποπάτου όστις καλείται χώρος των Ολυμπίων και δηλητηριάζει τον κυριώτατον της πρωτευούσης περίπατον, εφρόντισεν όμως ν΄αντισταθμίση το κακόν διά του ασβεστώματος ενός των ωραιοτέρων μνημείων της αρχαιότητος. Επί του προκειμένου παρ’ ημίν η επιστήμη αμιλλάται προς την φιλοκαλίαν… «Ασμοδαίος», 1883.
Οχι στους δρόμους! …Μη ρίχνετε τα ακάθαρτα νερά του σπιτιού σας στους δρόμους. Δημιουργούνται έτσι κίνδυνοι επιδημιών. Για κάθε ζήτημα σχετικό με την καθαριότητα αποτείνεσθε εις το τηλέφωνον 53-151. Δήμος Αθηναίων. «Βραδυνή», 1940.
Το ταμείο που πεινάει: …Προ μηνός σχεδόν υπάρχει εντελώς κενόν χρημάτων το δημόσιον ταμείον. Ουδ’ αυτή δε η οικονομολογική μέθοδος του κ. επί των Οικονομικών υπουργού, η επαγγελλομένη το οφείλειν και μη πληρώνειν, ίσχυσε να μεταβάλη την λυπηράν αυτήν κατάστασιν και να προσθέση νομίσματα εις τα πειναλέα κιβώτια του κεντρικού ταμείου. «Καιροί», 1872.
Η εξαντλητική έρευνα του Θωμά Σιταρά αναδεικνύει μια Ελλάδα που όσο αλλάζει μέσα στον χρόνο, άλλο τόσο μένει ακριβώς ίδια.
Ασφαλώς σουρεάλ: «Ρουσφέτια, πανηγύρια και χαραίς / και μπόλικη ρετσίνα και μεζέδες / κι’ οι εκλογείς ’στων σκύλων της ουραίς / αρχίσαν να κρεμούνε τενεκέδες». Εμμετρο Γ. Σουρή για τις εκλογές της 7ης Απριλίου 1885.
Ψώνιζαν βιβλιάρια: …Συνελήφθησαν μερικοί που αγόραζαν εκλογικά βιβλιάρια. Εξαιρετικά φιλομαθείς οι άνθρωποι αυτοί ήθελαν να μελετήσουν επισταμένως το εκλογικόν ζήτημα αγοράζοντας όσα-όσα τα βιβλιάρια συμπολιτών τους με τα οποία εμπλούτιζαν την βιβλιοθήκην των… «Θεατής», 1932.
* Η τιτλοφόρηση στις υποενότητες-αποσπάσματα είναι πρωτοβουλία του υπογράφοντος με πνεύμα αγαθό για το έξοχο πόνημα του συγγραφέα.