FRANCIS FUKUYAMA
Identity
εκδ. Farrar, Straus and Giroux, σελ. 218
Ο Φράνσις Φουκουγιάμα, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Στάνφορντ, έγινε διάσημος το 1992 με το βιβλίο του «Το τέλος της Ιστορίας», όταν μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού στη Σοβιετική Ενωση και στην ανατολική Ευρώπη προέβλεπε την τελική επικράτηση του δυτικού φιλελεύθερου συστήματος, που αποδείχθηκε όμως πρόωρη δύο δεκαετίες αργότερα.
Στο νέο βιβλίο του, αναδεικνύει τη σημασία της ταυτότητας ως καθοριστικού παράγοντα της πολιτικής στις μέρες μας, όπως αποδεικνύεται με την άνοδο του αυταρχισμού και του εθνικολαϊκισμού στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, την επικράτηση του Brexit και την εκλογή του Τραμπ. Προειδοποιεί ότι οι δημοκρατίες σήμερα έχουν κατατμηθεί στη βάση όλο και στενότερων ταυτοτήτων, που με τη βοήθεια του Διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης προωθούν τα συμφέροντα μιας συγκεκριμένης εθνότητας, φυλής, φύλου και θρησκείας, και οδηγούν στην έκρηξη του αντιμεταναστευτικού κινήματος, του ριζοσπαστικού Ισλάμ και του «λευκού εθνικισμού».
Επιτακτικό για τον Φουκουγιάμα είναι να κατανοήσουμε τον «έσω άνθρωπο», ανατρέχοντας στην κατά τον Πλάτωνα έννοια του «θυμού», δηλαδή το μέρος της ψυχής που αποζητεί την αναγνώριση της αξιοπρέπειας και εκφράζεται είτε ως «ισοθυμία», δηλαδή το αίτημα για σεβασμό κάποιου ως ισότιμου με άλλους, ή ως «μεγαλοθυμία», την επιθυμία αναγνώρισής του ως ανωτέρου. Σήμερα, λαοί διαμαρτύρονται ότι δεν τυγχάνουν του απαραίτητου σεβασμού και πιστοί ότι η θρησκεία τους δυσφημείται. Ατομα και ομάδες δηλώνουν αποφασισμένοι να επανακτήσουν τον έλεγχο της χώρας τους, αισθάνονται ότι ζουν αόρατοι, περιφρονημένοι από τις ελίτ και το σύστημα, με αποτέλεσμα να δελεάζονται από λαϊκιστές ηγέτες που στο όνομα ενός «λαού», που ορίζεται όλο και πιο περιοριστικά, ευαγγελίζονται την αποκατάσταση της χαμένης αξιοπρέπειάς τους. Ετσι ο εθνικισμός και ο ισλαμισμός βρίσκουν πρόσφορο έδαφος, όταν οι άνθρωποι διακατέχονται από σύγχυση, οργή, πικρία και ταπείνωση, ευάλωτοι στο σύνδρομο της θυματοποίησης. Αν υποτιμήσουμε την «πολιτική της ταυτότητας» θα καταδικασθούμε σε συνεχείς συγκρούσεις, επισημαίνει, οπότε ζητούμενο είναι η διαχείρισή της να μην υπονομεύει τη δημοκρατία και να διευκολύνει την ευρύτερη πολιτική συναίνεση.
Ο Φουκουγιάμα γράφει ότι παρά την πρόοδο που έφεραν οι οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές με τη μετάβαση από την αγροτική στην αστική και βιομηχανική ζωή παλαιότερα και παρά την εντυπωσιακή αύξηση του παγκοσμίου ΑΕΠ και τη μείωση της ακραίας φτώχειας, που προκάλεσαν η παγκοσμιοποίηση και η διάδοση του φιλελεύθερου δημοκρατικού συστήματος τις τελευταίες δεκαετίες, σημαντικοί πληθυσμοί έμειναν στο περιθώριο, περιχαρακωμένοι γύρω από μία εθνότητα, γλώσσα και θρησκεία, που αποκλείει τους άλλους, τους ξένους.
Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι, ενώ τον προηγούμενο αιώνα η οικονομία δέσποζε στις προτεραιότητες της Αριστεράς και της Δεξιάς, με έμφαση της πρώτης στην προστασία της εργατικής τάξης και της δεύτερης στον περιορισμό του κράτους, σήμερα ζητήματα ταυτότητας και κουλτούρας έχουν καταλάβει κεντρική θέση στην πολιτική. Ετσι η Αριστερά στο όνομα του πολυπολιτισμού επικεντρώνεται στην ανάδειξη περιθωριοποιημένων ομάδων και στην αναγνώριση καταπιεσμένων μειονοτήτων, υποβαθμίζοντας όμως τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν πολυπληθέστερες ομάδες, που την υποστήριζαν παραδοσιακά, όπως η λευκή εργατική τάξη, που αισθάνεται καθηλωμένη από την τεχνολογική πρόοδο. Η αντιδραστική Δεξιά, από την πλευρά της, επένδυσε στην απώλεια του στάτους της μεσαίας τάξης με όρους πολιτισμικούς αποδίδοντάς τη στους μετανάστες και στον ξένο ανταγωνισμό και υποσχόμενη την απαλλαγή από μια ασφυκτική πολιτική ορθότητα και την υπεράσπιση μιας απειλούμενης ταυτότητας που στηρίζεται στη φυλή, εθνότητα ή θρησκεία.
Ο Φουκουγιάμα υπογραμμίζει ότι η διαφορετικότητα αποτελεί αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα και προστιθέμενη αξία, που πρέπει να αξιοποιηθεί, αλλά η εθνική ταυτότητα χρειάζεται να οικοδομηθεί πάνω στις φιλελεύθερες και δημοκρατικές αξίες, πάνω σε έναν ιστό γύρω από τον οποίο διαφορετικές ομάδες μπορούν να συνυπάρξουν και να ευημερήσουν στο πλαίσιο μιας ανοικτής κοινωνίας, με προσήλωση στο κράτος δικαίου και στην ισότητα.
Για την Ευρώπη, που αντιμετωπίζει εντονότερο το πρόβλημα της ταυτότητας και βίωσε τον καταστροφικό εθνικισμό των δύο παγκοσμίων πολέμων, παρατηρεί ότι δεν απέδωσε η οικοδόμηση μιας ευρωπαϊκής ταυτότητας, όπως την είχαν οραματισθεί οι πατέρες της ευρωπαϊκής ενοποίησης, ενώ θεωρεί απαραίτητο τον αποτελεσματικότερο έλεγχο των μεταναστευτικών ροών και των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, καθώς και την υιοθέτηση πολιτικών που ευνοούν την ομαλότερη ένταξη των αλλοδαπών στις τοπικές κοινωνίες.
Ο συγγραφέας καταλήγει ότι, όταν πολλοί αισθάνονται εγκαταλελειμμένοι και προδομένοι, επείγει να σκύψουμε σοβαρά στις ανησυχίες τους για την έλλειψη αξιοπρέπειας, οικονομικής ισότητας και ασφάλειας, που βιώνουν, πριν αυτές λάβουν τοξικές διαστάσεις. Η ταυτότητα δεν είναι πάγια και διαμορφώνεται με πολλούς τρόπους, αρκεί να εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη στους πολίτες, η πίστη σε θεσμούς και δεσμούς που ενώνουν και δεν διχάζουν, ώστε να εξασθενήσει η απήχηση του εθνικολαϊκισμού και αυταρχισμού, που εξαπλώνεται απειλητικά στη δεκαετία που διανύουμε.
* Ο κ. Αχιλλέας Παπαρσένος υπηρέτησε ως προϊστάμενος του Γραφείου Τύπου και Επικοινωνίας στην ελληνική πρεσβεία της Ουάσιγκτον.