Οι «Βαλκανιομάχοι» αποκτούν φωνή

Μια μελέτη με πλούσιο υλικό μαρτυριών, που εστιάζει στην καθημερινότητα των στρατιωτών στους Βαλκανικούς Πολέμους

3' 19" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΕΛΕΝΗ Κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913: Εμπειρία, αφηγήματα, διεκδίκηση της μνήμης
εκδ. Πατάκη, σελ. 528

Τα τελευταία χρόνια η ιστοριογραφική παραγωγή στη χώρα μας περιστράφηκε κυρίως γύρω από τα δραματικά γεγονότα του 1922-1924: ήττα στο μικρασιατικό μέτωπο, προσφυγιά, τραύμα προσωπικό αλλά και συλλογικό, κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας, αίσθημα εθνικής ταπείνωσης από τη μεγαλύτερη καταστροφή την οποία γνώρισε ποτέ ο ελληνισμός. Αυτή η εκδοτική «στροφή», που έγινε με όρους κατά κανόνα επετειακούς λόγω της συμπλήρωσης εκατό ετών από τη Μικρασιατική Καταστροφή, την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών και την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης, μας άφησε ως βαριά κληρονομιά εξαιρετικές μελέτες που «φώτισαν» πτυχές μιας δύσκολης και σκληρής περιόδου της σύγχρονης ιστορίας μας.

Οι «Βαλκανιομάχοι» αποκτούν φωνή-1Με το νέο βιβλίο της «Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913: Εμπειρία, αφηγήματα, διεκδίκηση της μνήμης», η Ελένη Δημητρίου, διδάκτωρ Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, «στρέφει» τη ματιά μας σε μία εποχή πολύ διαφορετική μα συνάμα τόσο ίδια με εκείνη της μικρασιατικής εκστρατείας· μια εποχή «ηρώων» –των «βαλκανιομάχων»–, πραγμάτωσης του αλυτρωτικού ιδεώδους, εθνικής ανάτασης και υψηλών προσδοκιών για το μέλλον της Ελλάδας.

Αλλά από την άλλη πλευρά, οι πρωταγωνιστές του «θαύματος» των Βαλκανικών Πολέμων ήταν ακριβώς οι ίδιοι με εκείνους της καταστροφής που βίωσε ο ελληνισμός μια δεκαετία αργότερα: ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, ο πολιτικός κόσμος, οι εκατοντάδες επώνυμοι ή λιγότερο γνωστοί αξιωματικοί –ανώτεροι και κατώτεροι–, οι χιλιάδες οπλίτες και ναύτες, τα σώματα ατάκτων, αλλά και οι εθελοντές που έσπευσαν από όλα τα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου προκειμένου να λάβουν μέρος στην προσπάθεια εθνικής ολοκλήρωσης του ελληνισμού.

Τη «φωνή» αυτών ακριβώς των ανθρώπων, όπως αποτυπώθηκε σε ένα εντυπωσιακά πλούσιο υλικό μαρτυριών (ημερολόγια, απομνημονεύματα, αναμνήσεις, επιστολές, άρθρα στον Τύπο κ.ά.), «ακούμε» μέσα από το εξαιρετικό βιβλίο της Ελένης Δημητρίου. Βέβαια, όπως σημειώνει η ίδια η συγγραφέας, σε αντίθεση με το έπος του 1940, οι μαρτυρίες για τους Βαλκανικούς Πολέμους δεν προέρχονται τόσο «από τα κάτω» της κοινωνικής διαστρωμάτωσης όσο «από τα πάνω», δηλαδή από τους αξιωματικούς, τους πολιτικούς και τους εκπροσώπους της εγγράμματης ελίτ της ελληνικής κοινωνίας – και από την άποψη αυτή η «φωνή» των λιγότερο μορφωμένων κοινωνικών στρωμάτων είναι «διαμεσολαβημένη».

Η Ελένη Δημητρίου «στρέφει» τη ματιά μας σε μία εποχή πολύ διαφορετική μα συνάμα τόσο ίδια με εκείνη της Μικρασιατικής Εκστρατείας.

Η μελέτη της Δημητρίου εντάσσεται στη σύγχρονη τάση της «Νέας Στρατιωτικής Ιστορίας», ενός κλάδου ιδιαίτερα ανεπτυγμένου στα ακαδημαϊκά αμφιθέατρα του εξωτερικού, όχι όμως και της Ελλάδας. Δίχως, λοιπόν, να απουσιάζει η ανάλυση των συμπλοκών στις οποίες ενεπλάκησαν οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις κατά τη διάρκεια των δύο Βαλκανικών Πολέμων, το βιβλίο εστιάζει στην καθημερινότητα του μαχητή – στις αγωνίες και στις ελπίδες του, στα συναισθήματα και στις πεποιθήσεις του, στο κλίμα, στις υγειονομικές συνθήκες, στις ελλείψεις και στην επιμελητεία, στη βαρβαρότητα του πολέμου. Ταυτόχρονα, πάλι, μέσω των μαρτυριών που έχει στη διάθεσή της η συγγραφέας, αναδεικνύονται λιγότερο προβεβλημένες πτυχές των δύο πολέμων, όπως η υγειονομική περίθαλψη, η γυναικεία κινητοποίηση και ο εθελοντισμός.

Διαχείριση της μνήμης

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα σημεία του βιβλίου που είναι αφιερωμένα στη διαχείριση της μνήμης των Βαλκανικών Πολέμων. Στο σημείο αυτό, η συγγραφέας εντοπίζει μια κρίσιμη διαφοροποίηση ανάμεσα στα έργα που γράφτηκαν «εν θερμώ», αμέσως μετά τους πολέμους, από χαμηλόβαθμους αξιωματικούς, οπλίτες και δημοσιογράφους, και σε εκείνα που δημοσιεύθηκαν από τα χρόνια του Μεσοπολέμου έως και τη δεκαετία του 1960, πρωτίστως από υψηλόβαθμους αξιωματικούς με έμμεση ή άμεση εμπλοκή στην πολιτική ζωή του τόπου. Στην τελευταία αυτή περίπτωση –επισημαίνει εύστοχα η Δημητρίου– οι συγγραφείς έθεταν ως προτεραιότητα την υστεροφημία τους, με την έντιμη αποτίμηση των γεγονότων του 1912-1913 να «αλλοιώνεται» από τις παραμορφωτικές επιδράσεις του Εθνικού Διχασμού.

Συνολικά, το βιβλίο της Δημητρίου εμπεριέχει όλα εκείνα τα στοιχεία που οφείλει να έχει μια ιστορική μελέτη: αυστηρά επιστημονική μεθοδολογία, σύνθεση πρωτογενούς υλικού και δευτερογενούς βιβλιογραφίας, εντιμότητα και πραγματολογική ακρίβεια. Εξάλλου, πρόκειται για κείμενο γραμμένο σε εξαιρετικά ελληνικά, με αποτέλεσμα η ανάγνωσή του να καθίσταται ευχάριστη στον αναγνώστη, παρά τον όγκο των σχεδόν 500 σελίδων. Τέλος, θα πρέπει να επισημανθούν το άρτιο αισθητικό αποτέλεσμα της έκδοσης και η άριστη επιμέλεια των εκδόσεων Πατάκη.

*Ο κ. Μανόλης Κούμας είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT