HENRI WEBER
Πρέπει να απαλλαγούμε από την κληρονομιά του Μάη του ’68;
μετ.: Ευγενία Τσελέντη
εκδ. Ηλίβατον, σελ. 222
Σαράντα έξι χρόνια μετά, ο απολογισμός για την κληρονομιά του γαλλικού Μάη παραμένει θετικός. Στην ογκώδη βιβλιογραφία, δεν έχει κανείς παρά να ακολουθήσει την πρόταση των Λικ Φερί και Αλέν Ρενό, οι οποίοι αντιπαραθέτουν την «οπτική των ίδιων των πρωταγωνιστών», στην ερμηνεία εκείνων που υποστήριξαν ότι ο Μάης υπήρξε «αθέμιτο υποχείριο της πανουργίας της Ιστορίας και του ορθολογισμού». Στην πρώτη περίπτωση το νόημα του Μάη του ’68 το δίνει ο τελικός σκοπός των πρωταγωνιστών. Αντιθέτως, στη δεύτερη το νόημα συνίσταται στην ανάδειξη μιας εσωτερικής λογικής ανεξάρτητης από τις προσδοκίες τους.
Το βιβλίο του Ανρί Βεμπέρ είναι μια γέφυρα στις δύο οπτικές. Διδάκτωρ σήμερα της φιλοσοφίας και των πολιτικών επιστημών, ο Ανρί Βεμπέρ άρχισε την πολιτική του διαδρομή ως ηγετικό στέλεχος των Γάλλων τροτσκιστών στα οδοφράγματα του Μάη του ’68, με τη «Ligue Communiste Revolutionnaire». Το 1986 προσχώρησε στο γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα και υπήρξε θεωρητικός του εκσυγχρονιστικού ρεύματος και σύμβουλος του πρώην πρωθυπουργού Λοράν Φαμπιούς για να βρεθεί, στη συνέχεια, ευρωβουλευτής. Το ίδιο το βιβλίο δημοσιεύθηκε κατά πρώτον το 1988 με τίτλο «Είκοσι χρόνια μετά: τι μένει από τον Μάη του ’68;», επικαιροποιήθηκε και επανεκδόθηκε το 1998.
Η παρούσα έκδοση του 2008, με τον νέο τίτλο «Πρέπει να απαλλαγούμε από την κληρονομιά του Μάη του ’68;», εμπεριέχει την απάντηση στο κατηγορητήριο που είχε εξαπολύσει ο Νικολά Σαρκοζί στην εκστρατεία του για τη γαλλική προεδρία, ο οποίος είχε θεωρήσει τον Μάη υπεύθυνο για όλα τα δεινά της γαλλικής κοινωνίας του 2007-2008. Βέβαια, το κίνημα υποτίμησης του Μάη είχε αρχίσει στα τέλη της δεκαετίας του ’70 με τους σαρκασμούς του Ρεϊμόν Αρόν για το «απέραντο ξεφάντωμα», το «καρναβάλι», το «ψυχόδραμά μας», τη «μηδενιστική επανάσταση» που κατηύθυνε «η χρυσή νεολαία του 16ου διαμερίσματος», και είχε συνεχισθεί με ένταση στη δεκαετία του ’80. Στον αντίποδα, ο Εντγκάρ Μορέν είχε μιλήσει για μεγάλη τομή ιστορικής σημασίας, για μια «ριζική έκρηξη του καινούργιου», για μια μοναδική στιγμή «έκστασης της Ιστορίας».
«Σε έναν κόσμο απορρυθμισμένο και αδιανόητα άνισο», γράφει ο Βεμπέρ, «με τους πολίτες και τους λαούς αναλώσιμους, εξαιτίας της ανόδου της οπισθοδρόμησης, του συντηρητισμού, του αυταρχισμού, του καταναγκασμού, της μισαλλοδοξίας, του ρατσισμού… είναι σοφιστεία η θέση ότι οι baby-boomers του ’68, της εποχής της ισχυρής ανάπτυξης και της πλήρους απασχόλησης, κατασπατάλησαν την κληρονομιά της Ενδοξης Τριακονταετίας μετατρέποντας τους σημερινούς νέους σε κατεξοχήν θύματα αυτής της σπατάλης. Το κίνημα του Μάη είχε αύρα παραδοξότητας αλλά και ένταση πολιτικοποίησης, ήταν κίνημα εκδημοκρατισμού, ήταν βαθύτατα ηθικό και διαφύλαξε την ανθρωπιστική και κοινωνική ηθική του σε μια υψηλή κλίμακα για τις αξίες της νεολαίας πάνω στα θέματα της δικαιοσύνης, της ισότητας των δικαιωμάτων, της αξιοπρέπειας. Παρά τα πολλά διαφορετικά, διακριτά και αντίπαλα ιδεολογικά και πολιτικά γένη του, υπήρξε, κατά τον Βεμπέρ, κορυφαία δημοκρατική, αντι-ιεραρχική, ελευθεριακή, συγκρουσιακή και ηδονιστική στιγμή, λίγο μεσσιανική αλλά συνάμα ρομαντική… που αντιτάχτηκε στις μορφές της καταπιεστικής εξουσίας.
Ο Βεμπέρ εδώ φωτίζει της όψεις του Μάη του ’68, εξηγεί τις μεταβολές που ακολούθησαν, ερμηνεύει τις διαφορές του τότε και του σήμερα («αν επαναλαμβάνονται τα οδοφράγματα, η ιστορία προφανώς κάτι θέλει να μας πει») και, σε κάθε περίπτωση, δίνει μια διαυγή, ζυγισμένη αλλά και αποστομωτική απάντηση στον Σαρκοζί: ασφαλώς και δεν πρέπει να ξεμπερδεύουμε με την κληρονομιά του Μάη του ’68. «Να τον υπερβούμε αλλά και ταυτόχρονα να τον διαφυλάξουμε… να μη γυρίσουμε την πλάτη σε κάθε ουτοπία, αλλά να υιοθετήσουμε τη ρεαλιστική ουτοπία της ολοκληρωμένης δημοκρατίας, της συμμετοχής στη διαμόρφωση του συλλογικού μας μέλλοντος, μιας πιο ανθρώπινης κοινωνίας, ενός κόσμου που θα κυβερνούν το δίκαιο και η συνεργασία των ανθρώπων παρά η ισχύς και ο εγωισμός των εθνών».