Μόλις εκδοθεί μια νέα πολιτική αυτοβιογραφία, η δημοσιογραφική περιέργεια εστιάζει αμέσως στην εξιστόρηση σημαντικών πολιτικών γεγονότων που σχετίζονται με τον συγγραφέα. Και είναι φυσικό.
Οταν, όμως, κάτσει λίγο η «σκόνη», τίποτα δεν συγκρίνεται με τις πιο προσωπικές καταγραφές, αυτές που ανοίγουν παράθυρα σε περισσότερο αθέατες πλευρές της ζωής του. Κι όταν μιλάμε για έναν από τους πιο «ιδιωτικούς» πολιτικούς της Μεταπολίτευσης, η απόλαυση αυτή μεγεθύνεται.
Ο Κώστας Σημίτης στο βιβλίο του «Δρόμοι ζωής», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις, είναι προσεκτικά αποκαλυπτικός. Ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με πιο «ιδιωτικές» σκέψεις του πρώην πρωθυπουργού χωρίς, φυσικά, η πρόθεση της αυτο-αποκάλυψης να εκτροχιάζεται πέρα από το πλαίσιο που θέτει ο ίδιος.
Οι αθηναϊκές περιγραφές, για παράδειγμα, με αφορμή τα δύο σπίτια της παιδικής και της εφηβικής του ηλικίας, στην οδό Καμπάνη (έναν μικρό δρόμο κοντά στην πλατεία Αμερικής) και στην οδό Ακαδημίας 35, είναι πολύ ζωντανές. Ωστόσο, οι αναμνήσεις του μαθητή του Πειραματικού, Κώστα Σημίτη, από το σχολείο δεν είναι καλές. «Κι αυτό γιατί το σχολείο έδινε πολύ λίγα από όσα θα ήθελα και θα έπρεπε να μάθω».
Ανάμεσα σε πολλά άλλα, «ανύπαρκτο θέμα για το σχολείο, αλλά έντονα υπαρκτό στην πραγματικότητα, ήταν η σεξουαλικότητα. Το άλλο φύλο βρισκόταν στο επίκεντρο των πληροφοριών που ανταλλάσσαμε, αφού, κατά τις συνήθειες της εποχής, ελάχιστες επαφές είχαμε με κορίτσια. Η κατάσταση αυτή γεννούσε φαντασιώσεις, καταπίεζε επιθυμίες, προκαλούσε χυδαιότητα. Το αποτέλεσμα ήταν να καθίσταται δύσκολη μια ελεύθερη και φυσιολογική συμπεριφορά». Στις περιορισμένες διασκεδάσεις της εφηβείας συγκαταλέγονται ο κινηματογράφος, το θέατρο (πολύ σπανιότερα), οι συναυλίες της Κρατικής Ορχήστρας, πού και πού τα ματς ποδοσφαίρου («όταν βρίσκαμε εισιτήρια στα μικρά και υπερφορτωμένα γήπεδα»), αλλά και τα πάρτι που πάντως σπεύδει να χαρακτηρίσει «θλιβερά»: «Οι περισσότεροι δεν χόρευαν, και οι προσκεκλημένες κοπέλες ήταν πολύ λιγότερες από τα αγόρια».
Από τα πρώτα χρόνια της νεότητας του Κώστα Σημίτη συγκρατώ δύο εικόνες: της Φρανκφούρτης που φτάνει το 1954 για να σπουδάσει στο γειτονικό Πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ και αντικρίζει δρόμους «όπου έβλεπες μόνο μπάζα» (από τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς), και το στιγμιότυπο στο Κέντρο Νεοσυλλέκτων Κορίνθου με τα μεγάφωνα του στρατοπέδου να παίζουν μονότονα την επιτυχία της εποχής: «Μαντουμπάλα, αγάπη γλυκιά μου».
Η πραγματικότητα φτιάχνει τις πιο σουρεαλιστικές εικόνες.