Οι βεβαιότητες σπάνια είναι καλό πράγμα. Παρ’ όλα αυτά θα στοιχημάτιζα με σχετική άνεση ότι το βιβλίο των Στάθη Ν. Καλύβα και Νίκου Μαραντζίδη «Εμφύλια πάθη», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Μεταίχμιο» (και, όπως μαρτυρούν οι σχετικές λίστες, φεύγει από τις προθήκες των βιβλιοπωλείων σαν ζεστή τυρόπιτα), θα αποδειχθεί ορόσημο στη βιβλιογραφία του ελληνικού Εμφυλίου.
Οι βεβαιότητες δεν αρέσουν καθόλου ούτε στους δύο διακεκριμένους καθηγητές. Διαφορετικά δεν θα έβαζαν τους εαυτούς τους σε τέτοια περιπέτεια: να αναμετρηθούν, δηλαδή, με όλες τις «βεβαιότητες» και τους «μύθους» που γέννησε η άνιση ανάγνωση της περιόδου από τη Μεταπολίτευση και μετά.
Μιλώντας για «μύθους», οι συγγραφείς του βιβλίου αναφέρονται στην ισχυρή πεποίθηση ότι τα Δεκεμβριανά υπήρξαν ένα είδος «αυθόρμητης λαϊκής έκρηξης» που προκλήθηκε εξαιτίας της αιματηρής καταστολής του συλλαλητηρίου του ΚΚΕ στις 3 Δεκεμβρίου 1944. Είναι γνωστό ότι ως συμβατική αφετηρία των γεγονότων θεωρούνται οι πυροβολισμοί της Αστυνομίας στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη εναντίον του πλήθους που συμμετείχε στη διαδήλωση του ΕΑΜ και είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο περίπου 30 διαδηλωτών. Καλύβας και Μαραντζίδης χαρακτηρίζουν τα Δεκεμβριανά τρία πράγματα μαζί: «πραξικόπημα, εμφύλια σύγκρουση και επανάσταση». Αλλά, κυρίως, την «ένοπλη “απάντηση” του ΚΚΕ, που είχε οργανωθεί λίγες μέρες πριν, απέναντι στην προοπτική του αφοπλισμού του ΕΛΑΣ».
Σε μια νοητή γραμμή κλιμάκωσης των γεγονότων, η συνεδρίαση του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ τη νύχτα της 27ης Νοεμβρίου αναδεικνύεται κομβικής σημασίας. Εκείνο το βράδυ δρομολογείται η παραίτηση των εαμικών υπουργών, το συλλαλητήριο της 3ης Δεκεμβρίου και σε μεγάλο βαθμό η ίδια η μετωπική σύγκρουση με την κυβέρνηση και τις δυνάμεις των Βρετανών.
Και «μετά την απόφαση του Σκόμπι την 1η Δεκεμβρίου να διατάξει τον αφοπλισμό των αντάρτικων σωμάτων έγινε φανερό ότι η κυβέρνηση και οι Βρετανοί δεν υποχωρούν, το ΕΑΜ διέταξε το Α’ Σώμα του Στρατού του ΕΛΑΣ να θέσει σε εφαρμογή το σχέδιό του για κατάληψη της Αθήνας (…). Την ίδια μέρα ο Σιάντος διέταξε τον Σαράφη να προωθήσει περισσότερες δυνάμεις προς την Αθήνα και να επιτεθεί στις δυνάμεις του ΕΣΕ στην Ηπειρο».
Και τα γεγονότα φωτίζονται με ένα διαφορετικό φως. «Τελικά ο ρόλος της διαδήλωσης στις 3 Δεκεμβρίου ήταν αποκλειστικά συμβολικός, δυσανάλογα μικρός με τη σημασία που της αποδόθηκε αργότερα». Για να καταλήξουν οι δύο συγγραφείς: «Η τεράστια συζήτηση δηλαδή για το ποιος πυροβόλησε πρώτος δεν έχει καμία σχέση με την έκρηξη και το μέγεθος των συγκρούσεων διότι οι εξελίξεις είχαν πλέον δρομολογηθεί».