«Η Κλεοπάτρα είναι μαύρη!». «Η Άριελ είναι μαύρη!». Με οργή, όπως αποδείχθηκε, είπαν πολλοί τις δύο αυτές φράσεις, αφενός για την απεικόνιση της Βασίλισσας των Πτολεμαίων στη δραματοποιημένη μίνι σειρά ντοκιμαντέρ του Netflix, αφετέρου γι’ αυτή της Πριγκίπισσας της Disney στην επερχόμενη live action ταινία «The Little Mermaid» .
Τόση οργή που ουκ ολίγοι χρήστες φρόντισαν να «κατακρεουργήσουν» τη «Μαύρη Κλεοπάτρα» και να της χαρίσουν, τελικά, το «τρόπαιο» του πιο χαμηλά βαθμολογημένου από το κοινό τηλεοπτικού τίτλου στην ιστορία του Rotten Tomatoes: 2%. Στο δε IMDb, η σειρά έχει βαθμολογία 1.0/10. Δεν είναι βέβαια πως στην «επίσημη κριτική» σάρωσε, μιας και στο Metacritic, που συγκεντρώνει κριτικές από τον Τύπο, το σκορ της αυτή τη στιγμή είναι 45/100. Στο Rotten Tomatoes όμως φτάνει μόλις στο 10%.
Ας έχει. Προφανώς το «Βασίλισσα Κλεοπάτρα» δεν είναι το καλύτερο πράγμα που γυρίστηκε ποτέ, αλλά αμφιβάλλω ότι είναι και το χειρότερο και ότι οι ενοχλημένοι χρήστες δεν χρησιμοποίησαν τη δυνατότητα βαθμολόγησης στα εν λόγω σάιτ σαν μια τιμωρία τύπου «Fahrenheit 451».
Ας μην μπούμε στη μαύρη τρύπα του αν η Κλεοπάτρα καταγόταν από την Αίγυπτο ή την Ελλάδα και πόσο σκουρόχρωμη ήταν ή δεν ήταν, γιατί το πιθανότερο είναι πως θα καταλήξουμε στο ότι η Αντέλ Τζέιμς έχει κοντινότερο στο ιστορικό πρόσωπο φιζίκ από την Ελίζαμπεθ Τέιλορ ή την Αντζελίνα Τζολί, που έχουν υποδυθεί την Κλεοπάτρα στο παρελθόν (και στην τελική, δεν ξέρω και πόση σημασία έχει να παίξουμε αυτό το παιχνίδι).
Είναι, πάντως, ένας ιδιόμορφος μικρόκοσμος από μόνος του αυτός του ranking, της βαθμολογίας και κατάταξης στα επιμέρους συστήματα τέτοιων σάιτ/κοινοτήτων, που η δύναμη κάποιου τρομερά διαβασμένου «γκουρού» της έβδομης τέχνης είναι ακριβώς ίδια με κάποιου «περαστικού» και οι γνώμες όλων στο τέλος είναι απλώς αριθμοί.
Το κοινό κρίνει, τιμωρεί ή επενεί κατά βούληση, όπου η βούληση ένας θεός ξέρει από πού προκύπτει και πώς διαμορφώνεται. Είναι πράγματι το «Τελευταία Έξοδος: Ρίτα Χέιγουορθ» η καλύτερη ταινία που γυρίστηκε ποτέ; Έτσι λέει εδώ και χρόνια η σούμα του IMDb, που δίνει στην ταινία ένα 9.2/10, μια πεποίθηση που διαιωνίζεται στους συχνούς επισκέπτες του σάιτ -δηλαδή, πάνω κάτω όλους όσοι βλέπουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο ταινίες- και όπως φαίνεται, επιστρέφουν για να την επισφραγίσουν. Ίσως και να είναι έτοιμοι να αποθεώσουν την ταινία πριν καν τη δουν.
Ας φτάσουμε και στην άλλη άκρη της λίστας του IMDb, εκεί που σήμερα βρίσκεται το «Disaster Movie» (ειρωνεία) αλλά για χρόνια βρισκόταν το «Manos, the Hands of Fate» (πλέον στη δεύτερη θέση από το τέλος). Ένα αλλοπρόσαλλο horror γυρισμένο με μόλις 19 χιλιάδες δολάρια το 1966 από τον Χάρολντ Π. Γουόρεν -που δεν ξαναπασχόλησε την έβδομη τέχνη έκτοτε- αλλά πάρα πολλοί είδαν δεκαετίες αργότερα ακριβώς λόγω αυτού. Φαντάζομαι και λόγω του ότι ο Κουέντιν Ταραντίνο έχει δηλώσει πως είναι «μια από τις αγαπημένες του κωμωδίες» όλων των εποχών και έχει αγοράσει την αυθεντική κόπια του φιλμ.
Επιβεβαιώνοντας πως «κάθε διαφήμιση είναι καλή διαφήμιση», ένα άλλο ανεξάρτητο βασίλειο, αυτό του καλτ, βρίσκεται εν δράσει κυνηγώντας και αποδίδοντας τα εύσημα σε ταινίες ξεχασμένες, παράξενες, ενίοτε κακές. Ένα κοινό που αρέσκεται στο να βαθμολογεί μία ταινία με 2/10, που η αισθητική του απέχει από «τις ταινίες των Όσκαρ» και των auteurs. Δεν σημαίνει ότι η αισθητική τους είναι κατώτερη, είναι απλά μετατοπισμένη από το μαζικό ρεύμα κι έχει άλλους ορισμούς του καλού και του κακού -έννοιες από μόνες τους σχετικές.
Αν μεταφερθούμε πάλι στα ενδότερα του Letterboxd, μιας κοινότητας πολύ πιο υποψιασμένης κινηματογραφικά από αυτή του IMDb και του Rotten Tomatoes, θα δούμε τα δεδομένα να αλλάζουν. Για τους χρήστες της εφαρμογής, η «Τελευταία Έξοδος: Ρίτα Χέιγουορθ» είναι η δέκατη καλύτερη ταινία όλων των εποχών βάσει βαθμολογίας. Στο νούμερο ένα βρίσκουμε το ρωσικό αντιπολεμικό δράμα «Come and See», ενώ στη δεκάδα φιγουράρουν ιαπωνικές ταινίες της δεκαετίας του ‘60 και ο «Νονός ΙΙ» περνά μία θέση μπροστά από τον «Νονό Ι». Τυπική θέση σινεφίλ η τελευταία, αν όλα τα άλλα δεν σας έπεισαν για το τι κόσμος «κυκλοφορεί» στο Letterboxd.
Πού μας οδηγούν όλα αυτά; Στο ότι τα πάντα είναι αφηγήματα. Ξέρω ανθρώπους που θα δουν ή δεν θα δουν μία ταινία με γνώμονα τη βαθμολογία της στο IMDb κι άλλους που θα παπαγαλίσουν τυφλά τη γνώμη του αγαπημένου τους κριτικού κι άρα, πολύ πιθανόν να την αναπαράγουν με τη σειρά τους στο σάιτ της αρεσκείας τους.
Ούτως ή άλλως, η λέξη «ταινιάρα» σημαίνει άλλο πράγμα για μια ταινία του Τζον Κάρπεντερ και μια του Στάνλεϊ Κιούμπρικ και είναι με άλλο τρόπο κακό το «Plan 9 From Outer Space» και το «Cocktail» (αλλά κι αμφότερα απολαυστικά). Κάποιοι θα διαφωνήσουν ακόμα και σε αυτό το γκρουπάρισμα κι αυτό είναι εντάξει. Ας μην ξεχνάμε πως κάθε τι οφείλει να ερμηνεύεται στο δικό του πλαίσιο και δεν είναι κάθε ταινία, κάθε σειρά και κάθε άλλο έργο τέχνης κουκίδες ενός ευθύγραμμου συστήματος. Ένας βαθμός είναι απλά το στίγμα που αντανακλά μια προσέγγιση και ερμηνεία.
Υπάρχουν σπουδαίες ταινίες, έργα που θα παραμένουν επιδραστικά στον αιώνα των αιώνων, σειρές απολαυστικές, οπτικά προϊόντα που εξυπηρετούν τον σκοπό τους (που συχνά είναι απλά ο σκοπός του στούντιο ή του δημιουργού) κι άλλα που δεν καταφέρνουν να γίνουν τίποτα από όλα αυτά. Δεν τα ερμηνεύουν όλοι όλα με τις ίδιες προσλαμβάνουσες, δεν χτυπούν όλα τα σημαντικά ή μη έργα τις ίδιες χορδές στον καθένα. Κι αυτό πάει πέρα από κάθε θεωρητική ανάλυση ή βαθμολογία, πέρα από την όποια αποδοχή του «αντικειμενικού».
Ευτυχώς. Γιατί είναι όλες αυτές οι λεπτές αποχρώσεις που κάνουν το σινεμά, την τηλεόραση, τη μουσική, μαγικά στα μάτια και τα αυτιά μας. Κι αυτή η «αντιπαράθεση» είναι μέρος της μαγείας. Αρκεί να μη γίνεται για το χρώμα της πρωταγωνίστριας.