Οταν γνώρισα τον «Λένι»

Με αφορμή την προβολή της ταινίας «Μαέστρο», μια προσωπική μαρτυρία για τον Λέοναρντ Μπέρνσταϊν

7' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αυτή την εβδομάδα είδαμε την αθηναϊκή πρεμιέρα της πολυσυζητημένης ταινίας «Μαέστρο», που μετά την πρόσφατη πρεμιέρα της στις ΗΠΑ απέσπασε διθυραμβικές κριτικές. Σκηνοθέτης της είναι ο καταξιωμένος ηθοποιός Μπράντλεϊ Kούπερ, ο οποίος επίσης υποδύεται τον θρυλικό αρχιμουσικό. Για τον ρόλο της συζύγου του μαέστρου, Χιλιανής πρώην ηθοποιού Φελίσια Μοντεαλέγκρε, ο Κούπερ διάλεξε την Κάρι Μάλιγκαν· πρώτον, διότι «μοιάζει φυσιογνωμικά στη Φελίσια», δεύτερον, γιατί έχει αρχοντιά, «όπως ακριβώς και η Φελίσια», και τρίτον, επειδή τα τρία παιδιά του ζεύγους επικρότησαν αυτή τη διανομή.

«Ξέρω ότι ο κόσμος θα δει το “Μαέστρο” σαν μια βιογραφία ενός ιδιοφυούς μαέστρου», δήλωσε πρόσφατα η Κάρι Μάλιγκαν. «Αλλά είναι μια ταινία για ένα γάμο – έναν πολύ περίπλοκο γάμο. Παρά τις ιδιαιτερότητες αυτής της σχέσης, αρχίζοντας από την ομοφυλοφιλία του Μπέρνσταϊν (σε όλη του ζωή διατηρούσε σχέσεις με άνδρες αλλά και γυναίκες), την οποία η Φελίσια γνώριζε και αποδεχόταν ώς ένα σημείο, βασικά πρόκειται για δυο ανθρώπους που αγαπούσαν βαθιά και φώτιζαν ο ένας τον άλλον. Υπήρχε μια μεταφυσική εναρμόνιση μεταξύ τους και γι’ αυτό η προδοσία, όταν ήρθε, δεν αφορούσε το σεξ αλλά την εισβολή ενός άλλου ατόμου στον χώρο γύρω του που ανήκε σ’ εκείνη, τον άνθρωπο που τον καταλάβαινε και που του ήταν απαραίτητος».

Το τρίτο πρόσωπο

Το 1976, ο Μπέρνσταϊν άφησε τη Φελίσια για να ζήσει με τον Τομ Κόχραν, μουσικολόγο, στην Καλιφόρνια. Την επόμενη χρονιά, η Φελίσια διαγνώστηκε με καρκίνο του πνεύμονα. Ο Μπέρνσταϊν επέστρεψε και τη φρόντισε μέχρι που πέθανε, το 1978.

Οταν γνώρισα τον «Λένι»-1
Στο «Μαέστρο», η Κάρι Μάλιγκαν υποδύεται τη Μοντεαλέγκρε και ο Μπράντλεϊ Κούπερ τον Μπέρνσταϊν. «Είναι μια ταινία για ένα γάμο – έναν πολύ περίπλοκο γάμο», δήλωσε η Βρετανίδα πρωταγωνίστρια του έργου. (Φωτογραφία: Cr. Jason McDonald / Netflix)

Οταν πρωτογνώρισα τον «Λένι» (όπως ο Μπέρνσταϊν επιθυμούσε να τον αποκαλούν αυτοί που συμπαθούσε), στο Παρίσι, για την πρώτη συνέντευξη που μου παραχώρησε για το βιβλίο μου «Μαέστρο», την πρώτη κιόλας ώρα της συνομιλίας μας αναφέρθηκε εκτενώς σε αυτό ακριβώς το θέμα. Αφορμή για την εξομολόγηση ψυχής που ακολούθησε ήταν η παρατήρησή μου ότι λίγο πριν από τη συνάντησή μας, είχα ξαναδεί την επανάληψη του λαμπερού τηλεοπτικού «Γενέθλιου πάρτι – φόρου τιμής για τα εξήντα του χρόνια στην Ουάσιγκτον», που είχε μεταδώσει το BBC, μια γιορτή γεμάτη διάσημους φίλους του από δύο ηπείρους. Ομως, όπως μου ομολόγησε, αυτή ήταν μία από τις πιο θλιμμένες βραδιές της ζωής του. Βρισκόταν ακόμη σε μεγάλη ψυχική αναταραχή, ισοπεδωμένος και πλημμυρισμένος από αισθήματα ενοχής για τον τότε πρόσφατο θάνατο της Φελίσιας, διότι ένα χρόνο πριν από τον θάνατό της, είχαν χωρίσει προσωρινά ύστερα από 28 χρόνια γάμου. Αν και είχαν συμφιλιωθεί πριν από τη μοιραία αρρώστια της, αυτά τα αισθήματα ενοχής τον κατακυρίευαν και έκαναν τον πόνο και το πένθος του ακόμη πιο οδυνηρά.

Το 1976, ο Μπέρνσταϊν άφησε τη Φελίσια για να ζήσει με τον μουσικολόγο Τομ Κόχραν. Την επόμενη χρονιά, η Φελίσια διαγνώστηκε με καρκίνο. Επέστρεψε και τη φρόντισε μέχρι που πέθανε, το 1978.

«Αυτό το γενέθλιο πάρτι ήταν μία από τις χειρότερες βραδιές της ζωής μου – και ταυτόχρονα από τις πιο συγκινητικές, γιατί ήρθαν όλοι οι φίλοι, από παντού. «Ο Γεχούντι (σ.σ. Μενουχίν), η Λορίν Μπακόλ και ο Αντρέ Πρεβέν, αυτή η αγγελική ψυχή. Ηταν υπέροχο να είμαι περιτριγυρισμένος από τόσο πολλούς στενούς φίλους. Ο Σλάβα (σ.σ. Ροστροπόβιτς, τότε μουσικός διευθυντής της Συμφωνικής Ορχήστρας της Ουάσιγκτον και οικοδεσπότης της βραδιάς) οργάνωσε τα πάντα τέλεια, η Λίλιαν Χέλμαν μίλησε υπέροχα για τη Φελίσια, ο συνθέτης Μπιλ Σούμαν έβγαλε λόγο και ο Ααρον Κόουπλαντ διηύθυνε το τελευταίο μέρος της συμφωνίας μου “Ιερεμίας” με συμμετοχή της Κρίστα Λούντβιχ. Ηταν όλα απίστευτα, αλλά συγχρόνως φρικτά, γιατί έπρεπε να χαμογελώ, να είμαι ευγενής και να μοιάζω χαρούμενος όταν μέσα μου αισθανόμουν χάλια. Στο τέλος, έπρεπε να διευθύνω ένα από τα τρία μέρη του “Τριπλού Κοντσέρτου” του Μπετόβεν και δεν μπορώ να σου περιγράψω την προσπάθεια που χρειάστηκα για να τα βγάλω πέρα. Ηταν σαν να είχα διευθύνει και τις έξι συμφωνίες του Τσαϊκόφσκι… Αυτό το πάρτι έλαβε χώρα τον Σεπτέμβριο του 1978 και η Φελίσια είχε πεθάνει τρεις μήνες νωρίτερα, τον Ιούνιο του 1978. Ημουν ακόμη πνιγμένος στην ενοχή και στην αίσθηση της απουσίας της. Ακριβώς τρεις μήνες αργότερα, τον Δεκέμβριο του 1978, πήρα τα παιδιά μου, την αδελφή μου κι ένα φίλο του γιου μου και πήγαμε στην Τζαμάικα για τα Χριστούγεννα. Και την ημέρα μετά την άφιξή μας, όλα άλλαξαν! Ο ήλιος έλαμπε, πήγαμε για κολύμπι, κάναμε θαλάσσιο σκι, μεθύσαμε, με λίγα λόγια διασκεδάσαμε… Και εκείνη τη νύχτα, για πρώτη φορά στους τελευταίους έξι μήνες, κοιμήθηκα. Μέχρι τότε, για έξι μήνες δεν μπορούσα να κοιμηθώ καθόλου, είχα συνεχή αϋπνία. Μια αϋπνία που δεν σε άφηνε να διαβάσεις, δεν ξέρεις τι να κάνεις με το σώμα σου, σε τσιμπάνε οι μύες σου και αισθάνεσαι παντού φαγούρα. Αντίθετα, κοιμόμουν όλη την ημέρα, για να αποφεύγω να ζω. Είχα φαντασιώσεις για τη Φελίσια και ενοχές για το αν ήμουν κατά κάποιο τρόπο υπεύθυνος για τον θάνατό της… Διερωτώμην αν ξέρει άραγε η επιστήμη, η ιατρική, στ’ αλήθεια, εάν ο καρκίνος μπορεί να προκληθεί από κάποια μεγάλη αγωνία, κάποιο μεγάλο ψυχικό στρες…

Φυσικά, οι γιατροί μού έλεγαν να σταματήσω ν’ αυτoμαστιγώνομαι, διότι δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο. Ομως δεν υπάρχουν αποδείξεις ούτε για το ότι δεν μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο. Είχα κάθε λόγο και δικαίωμα να αισθάνομαι ένοχος. Και δεν μπορώ να σου περιγράψω το ασύλληπτο χάος που μπορεί να σου προκαλέσει μια τέτοια ενοχή… Εννοώ μια ενοχή τόσο βαθιά για τον θάνατο του πιο αγαπημένου σου προσώπου στον κόσμο, που ήταν για μένα η Φελίσια: ο μόνος άνθρωπος στον κόσμο, ο μοναδικός. Η πιο ωραία, η πιο ευγενική, η πιο αστεία, η πιο αριστοκρατική αλλά και ταυτόχρονα “vulgaire” γυναίκα άμα ήθελε, μια θαυμάσια μητέρα, εξαιρετική σύζυγος και σύντροφος, αναντικατάστατη… Και να αισθάνεσαι ότι μπορεί να είσαι κατά κάποιο τρόπο υπεύθυνος για τον θάνατό της… Πήγα σε ψυχιάτρους, όμως, τiποτα δεν με βοήθησε. Νόμιζα ότι έφτασε το τέλος μου… Αλλά προφανώς έσφαλα! Διότι τώρα αισθάνομαι ξανά νέος! Η διαδικασία επαναφοράς μου στη ζωή άρχισε εκείνη την πρώτη μέρα στην Τζαμάικα, τον Δεκέμβριο του 1978, όταν για πρώτη φορά σε έξι μήνες κοιμήθηκα τη νύχτα. Και το πρωί ξύπνησα σε έναν κόσμο γεμάτο εξαίσιες, μεθυστικές μυρωδιές. Δεν περιγράφεται η ευεξία που ένιωσα: τα λουλούδια, τα βότανα, τ’ ανθισμένα δένδρα ευωδίαζαν και αυτή η καταγάλανη θάλασσα έμοιαζε να με φωνάζει. Ολοι μας ορμήσαμε στη θάλασσα –Θεέ μου, άμεση ανάψυξη– μετά ήπιαμε μπανάνα ντάκιρι στην παραλία. Το βράδυ πήγαμε σε μια τοπική ντίσκο, καπνίσαμε κάποια “χόρτα” και χορέψαμε ολόκληρη τη νύχτα της παραμονής των Χριστουγέννων –το Jingle Bells (Τζινγκλ Μπελς) σε ρυθμό ρέγκε– ούτε ξέρω τι άλλο κάναμε. Ηταν όλα υπέροχα, και το πιο υπέροχο, να αισθάνεσαι ξανά ζωντανός. Αλλά το γιατί συνέβη αυτό, είναι μυστήριο. Οι φίλοι μου που πιστεύουν στην αστρολογία μού είπαν ότι ίσως είχε να κάνει με το τέλος ενός περάσματος του Κρόνου. Οχι, δεν μπορώ να πω ότι πιστεύω ειδικά στη αστρολογία, αλλά πιστεύω σε όλα, σε ό,τι πιστεύει ο κάθε άνθρωπος, γιατί πιστεύω στους ανθρώπους. Πιστεύω στην πίστη, ναι, στην κάθε πίστη, σε όλες. Αν κάποιος έχει οποιαδήποτε πίστη, ταυτίζομαι μαζί του… Οπως και να είναι, στις 16 Δεκεμβρίου 1978 ένιωσα ξανά ζωντανός. Και αυτή η ευφορία κράτησε και τον Ιανουάριο, τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο. Και κατά σύμπτωση, εκείνη την περίοδο ήμουν ελεύθερος. Δεν είχα ανειλημμένες υποχρεώσεις ως μαέστρος. Ετσι ξεκίνησα αρκετά συνθετικά πρότζεκτ, συνάντησα πολλούς καινούργιους ανθρώπους, πήγα στο Μεξικό με τον πρόεδρο Κάρτερ και επέστρεψα στη Νέα Υόρκη νιώθοντας αισιόδοξος, ξεκούραστος και ανανεωμένος».

«Πιστεύω σε ό,τι πιστεύει ο κάθε άνθρωπος, γιατί πιστεύω στους ανθρώπους. Πιστεύω στην πίστη, ναι, στην κάθε πίστη, σε όλες. Αν κάποιος έχει οποιαδήποτε πίστη, ταυτίζομαι μαζί του…».

Ενα μήνα μετά αυτή την πρώτη μας συνομιλία στο Παρίσι, τον συνάντησα ξανά στο θαυμάσιο διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη, το περίφημο Κτίριο Ντακότα στη δυτική πλευρά του Σέντραλ Παρκ, με θέα στο πάρκο με τα φαντασμαγορικά φθινοπωρινά του χρώματα (εκεί έμενε και η Λορίν Μπακόλ και στην είσοδό του δολοφονήθηκε ο Τζον Λένον). Το διαμέρισμα, διακοσμημένο με άψογο στυλ, είχε προσωπικότητα και συγχρόνως εξέπεμπε ζεστασιά και θαλπωρή. Οπως μου εξήγησε αμέσως, «όλα εκφράζουν το γούστο της Φελίσια. Ολα είναι ακριβώς όπως τα άφησε…».

Ο Μπέρνσταϊν ανακοίνωσε την απόσυρσή του από την ενεργό δράση στις 9 Οκτωβρίου του 1990. Πέθανε πέντε ημέρες μετά, στα 72 του, από καρδιακή προσβολή στο διαμέρισμα αυτό. Κατά τη διάρκεια της πομπής της σορού του στους δρόμους του Μανχάταν, απλοί εργάτες έβγαζαν τα κασκέτα τους λέγοντας «Αντίο, Λένι…». Τάφηκε πλάι στη γυναίκα του, με μια παρτιτούρα της 5ης Συμφωνίας του Μάλερ στην καρδιά του, ανοιχτή στη σελίδα με το περίφημο αργό της μέρος…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT