«Speak No Evil»: Τελικά, ποιος «αφήνει το κακό να μπει»;

«Speak No Evil»: Τελικά, ποιος «αφήνει το κακό να μπει»;

Η κυκλοφορία του ριμέικ της ομώνυμης δανέζικης ταινίας του 2022 θέτει εκ νέου το πολυσυζητημένο ερώτημα: Μπορεί μια αμερικανική επανεκτέλεση να προσεγγίσει με το ίδιο εύρος τις θεματικές της πρωτότυπης ταινίας;

speak-no-evil-τελικά-ποιος-αφήνει-το-κακό-να-μ-563228026

«Γιατί το κάνεις αυτό;», ρωτάει απελπισμένα, έτοιμος να καταρρεύσει ενώπιον του αιματηρού εφιαλτή που βιώνει εκείνος και η οικογένειά του, ο ήρωας του «Speak No Evil», τον δαιμονικό, μπρουτάλ οικοδεσπότη – δυνάστη του. «Μα γιατί εσύ με άφησες», του απαντά με σιγουριά, φυσικότητα και νηφαλιότητα ο «κακός» της ταινίας Τζέιμς ΜακΑβόι. 

Αυτό το ανατριχιαστικό σχήμα – ερώτημα του «ποιος, τελικά, άφησε το κακό να μπει» απασχολεί υπαρξιακά την ταινία του Τζέιμς Γουότκινς, ριμέικ του ομώνυμου δανέζικου θρίλερ που είχε γυρίσει ο Κρίστιαν Τάφντρουπ το 2022. Οι διαφορετικές απαντήσεις, μάλιστα, που αποπειρώνται να δώσουν οι δύο αυτές εκδοχές της ίδιας ιστορίας, στο ίδιο ερώτημα, ενδεχομένως να έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον και αξία από τις ταινίες αυτές καθαυτές. 

«Ο κύκλος του κακού»

Και στις δύο εκδοχές της ταινίας η πλοκή είναι κοινή. Τριμελής οικογένεια –μπαμπάς, μαμά, κόρη– συναντούν στις διακοπές τους σε θέρετρο στην Ιταλία έτερη τριμελή οικογένεια –μπαμπάς, μαμά και ο γιος που μυστηριωδώς δεν μπορεί να μιλήσει–, γοητεύονται από το πιο «γήινο» ταμπεραμέντο της «ξένης» φαμίλιας (οι εθνότητες παίζουν τον δικό τους ρόλο) και κατόπιν αποδέχονται να τους επισκεφτούν στο απομακρυσμένο εξοχικό σπίτι τους για να βρεθούν εκεί αντιμέτωποι με την απόλυτη φρίκη. 

Το «Speak No Evil» μοιάζει στην αφετηρία του σαν ένα σαρκαστικό παιχνίδι χειρισμού γλωσσικών ή πολιτισμικών συμβολισμών. Στη μεν πρώτη εκδοχή, οι πολιτικά ορθοί, μαλθακοί και προσκολλημένοι στους τύπους και τους κανόνες Δανοί φιλοξενούμενοι τα βρίσκουν δύσκολα με τον αγενή και «χύμα» Ολλανδό οικοδεσπότη τους. Στη χολιγουντιανή εκδοχή, πάλι στο επίκεντρο τοποθετούνται ανάλογες κοινωνικές – εθνικές αντιθέσεις

Η νοσηρή κλιμάκωση της δράσης και η μετατόπιση του φιλμ από τα μονοπάτια της σαρδόνιας μαύρης κωμωδίας στα εδάφη του τρόμου μετατοπίζουν και τα υπόλοιπα φιλοσοφικά – ιδεολογικά πεδία σύγκρουσης των δύο οικογενειών.

«Τελικά, μήπως, η ευγένεια, ο φορμαλισμός και οι τύποι δεν είναι αρετές, αλλά αδυναμίες που ανοίγουν την πόρτα στο κακό;», μοιάζει να διερωτάται περιπαικτικά ο Τάφτνρουπ στην ταινία του 2022. Σε μια πρώτη απλοϊκή ανάγνωση, το «Speak No Evil» μας λέει ότι ο πολιτισμός και η αυτοσυντήρηση είναι έννοιες ασύμβατες ενώ ταυτόχρονα κλείνει το μάτι και στην άρρητη, απροσδιόριστη σχεδόν ερωτική γοητεία που μπορεί να εξασκεί το ίδιο το «κακό» ή έστω η πρωτόγονη «αρρενωπή» κινηματογραφική του οπτικοποίηση. 

«Speak No Evil»: Τελικά, ποιος «αφήνει το κακό να μπει»;-1
Universal Pictures via AP

Βαδίζοντας προς το βαθύτατα πεσιμιστικό, επί της ουσίας μηδενιστικό φινάλε της ταινίας, το φιλμ του Τάφντρουπ επιλέγει να αφήσει την ερμηνεία του φιλμ να «αναπνεύσει» πέρα από τέτοιες μονομερείς, συμβατικές και στενές προσεγγίσεις. Οπως παρατηρεί η Αλίσα Γουίλκινσον, σε ανάλυσή της στους New York Times, το τέλος του «Speak No Evil» δεν είναι απλώς το κλείσιμο μιας ιστορίας, αλλά η ανάδειξη του «κύκλου του κακού» που διαρκώς θα επαναλαμβάνεται· η ιστορία του κακού που, όπως επισημαίνει, συντηρείται επειδή οι άνθρωποι έχουν την απίστευτη ικανότητα να βλάπτουν άλλους ανθρώπους χωρίς ιδιαίτερο λόγο ή δικαιολογία. Σαν μια «επίδειξη», δηλαδή, εκείνων που θέλουν να επιβάλουν την εξουσία πάνω σε εκείνους που την παραχωρούν.

Επιστρέφοντας στο ερώτημα – σχήμα του «γιατί το κάνεις αυτό», η απάντηση του δανέζικου φιλμ είναι συνειδητά αμφίσημη. Μόνη βεβαιότητα του Τάφτνρουπ είναι πως ο κύκλος του κακού δεν κλείνει εδώ. Κι ακόμη κι αν το τέλος της ταινίας φλερτάρει οπτικά με το γκροτέσκο, η μακάβρια διάθεσή του αρκεί για να αποχωρήσεις από την αίθουσα πιο ταραγμένος και αναμφίβολα πιο ανασφαλής. 

Το χολιγουντιανό (αντι)παράδειγμα

Αντίθετα, όπως παρατηρεί η Γουίλκινσον στους NYT, η χολιγουντιανή επανεκτέλεση του «Speak No Evil» αδυνατεί να αφεθεί στη «δημιουργική αμφισημία» του πρωτότυπου. Ο Γουότκινς επενδύει στον «κράχτη» Τζέιμς ΜακΑβόι και στο ερμηνευτικό του εύρος (εδώ προσεγγίζει τον εαυτό του στο «Split» αλλά και τον Τζακ Νίκολσον της «Λάμψης»), αφαιρεί (προφανώς) το μηδενιστικό φινάλε της ταινίας του 2022, αναβαθμίζει ηθικολογικά τον ρόλο των παιδιών και φροντίζει να δώσει μια λογικοφανή εξήγηση στο φινάλε.

Μπορεί, όμως, το «κακό» να ερμηνευτεί τόσο «ιδιωτικά» και στενά πάνω στη λογική που θέλει τους «τραυματισμένους ανθρώπους να προκαλούν τα μεγαλύτερα τραύματα»; 

Ο Γουότκινς φιλοδοξεί να μπολιάσει την ταινία του με αναφορές στα «Αδέσποτα Σκυλιά» αλλά υστερεί τόσο αισθητικά όσο και σε επίπεδο ανάλυσης συγκριτικά με τον μετρ της κινηματογραφικής βίας Σαμ Πέκινπα.

Κάπως έτσι, το αμερικανικό «Speak No Evil» θυμίζει περισσότερο φιλμικά ρεύματα βγαλμένα από τα αμερικανικά 90s (βλ. «Unlawful Entry» και «The Hand that Rocks the Cradle») και σε καμία περίπτωση τις προβληματικές του «Funny Games», των «Αδέσποτων Σκυλιών», πόσω μάλλον του αριστουργηματικού «The Vanishing» του Τζορτζ Σλούιζερ – ενός φιλμ στο οποίο ευθέως παραπέμπει ο Τάφτνρουπ στην ταινία του 2022. Επομένως, αναπόφευκτα το χολιγουντιανό ριμέικ είναι εν τέλει και λιγότερο τρομακτικό. 

Η ταινία «Speak No Evil» κυκλοφορεί στις ελληνικές αίθουσες από τις 19/9 με τον τίτλο «Κραυγή Σιωπής».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT