Το «Αγάπη είναι…», δέκα χρόνια μετά

4' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μία από τις αμερικανικές παραδόσεις που γνωρίσαμε μέσα από τις ταινίες, μαζί με τις γλυκοπατάτες του Thanksgiving και τα πυροτεχνήματα του 4th of July, είναι και η οικογενειακή προβολή του «It’s a wonderful life» κάθε Χριστούγεννα (και τα κιτς πουλόβερ). Εδώ ποτέ δεν καθιερώθηκε κάτι αντίστοιχο –κάθε οικογένεια τηρούσε τα δικά της έθιμα. Εμείς, φερ’ ειπείν, στις διακοπές από το σχολείο, βλέπαμε το «Ολιβερ», το «Αννι» και τις περιπέτειες του Εμπενίζερ Σκρουτζ. Μεγαλώνοντας, η διδακτική χριστουγεννιάτικη ιστορία έδωσε τη θέση της σε έναν καλό Γούντι Αλεν ή σε μια οποιαδήποτε ταινία με τον Μπιλ Μάρεϊ, που έφερναν την οικογένεια εξίσου κοντά. Γενικότερα όμως, το τοπίο γύρω από το ποια ταινία θεωρείται «χριστουγεννιάτικη» ήταν ήδη θολό. Οσο απολαυστικά και αν είναι τα «Die Hard», για παράδειγμα, δεν αποτελούν ακριβώς την επιτομή του χριστουγεννιάτικου φιλμ επειδή έξω χιονίζει. Πάνω όμως που είχαμε αρχίσει να ανησυχούμε ότι το πνεύμα των Χριστουγέννων θα έχει για πάντα τη μορφή του Μακόλεϊ Κάλκιν ή την κουπ της Μεγκ Ράιαν στο «You’ve got mail», έσκασε το βαρύ πυροβολικό τού «Love, Actually». Ηταν 2003.

Στην επέτειο των δέκα χρόνων από την προβολή της ταινίας, η συζήτηση έχει ανάψει για το εάν πρόκειται για μία ακόμα ρομαντική κομεντί με all star cast ή εάν έχουμε να κάνουμε με ένα all time christmas classic. Ξαναβλέποντάς τη σήμερα –και πριν δώσουμε τον λόγο στους τρεις φιλοξενούμενους για να πάρουν θέση στο ντιμπέιτ–, θυμηθήκαμε προς τι η φασαρία. Το τραγούδι, το χαμόγελο που σου καρφώνεται στα χείλη, η ανέμελη Ευρώπη πριν από την κρίση, η εποχή που αν ήσουν πρωθυπουργός μπορούσες να φιλήσεις μια κοπέλα πάνω στη σκηνή ενός θεάτρου και να μη σε προγκήξουν στο Twitter. Αθώο μακρινό 2003, να κρατούσες λίγο ακόμη.

Ανατριχιαστικό μελό

Δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να μου αρέσει το «Love, Actually». Οι ιστορίες είναι τραβηγμένες και οι χαρακτήρες τόσο μονοδιάστατοι που είναι μάλλον καρικατούρες· στατιστικά είναι απίθανο δέκα ιστορίες που διαδραματίζονται παράλληλα και τέμνονται να έχουν όλες happy end. Κάθε φορά που το βλέπω, υπάρχουν τουλάχιστον 5 με 6 σημεία που ανατριχιάζω από το μελό. Και κάθε φορά συνεχίζω να το βλέπω γιατί στο τέλος, στο αεροδρόμιο, ακούγεται το «God Only Knows» των Beach Boys και όλοι είναι ευτυχώς χαμογελαστοί και όλα τα αγόρια καταλήγουν με τα κορίτσια που έπρεπε να καταλήξουν από την αρχή και γενικά, μπράβο, Ρίτσαρντ Κέρτις, που δεν μπορείς να κάνεις μια ταινία που να μη μου πατήσει τα συναισθηματικά κουμπάκια. Αλλά εδώ μιλάμε για τον τύπο που περιέγραψε τη φρίκη του πολέμου με μια κωμωδία δωματίου, όπως είναι η τέταρτη σεζόν του «Blackadder». Το «Love, Actually» θα ήταν μάλλον ευκολάκι.

* Ο Γιάννης Μαυρογιώργος είναι δημοσιογράφος.

Προσοχή στο μαγκάλι

Δέκα χρόνια μετά, δεν έχω την ίδια ετοιμότητα για να γεμίσω τα αποσιωπητικά στο «Αγάπη είναι…», δέκα χρόνια μετά δεν ξέρω αν τα χριστουγεννιάτικα προβλήματα των ηρώων αυτής της feelgood ταινίας… δικαιούνται να υπάρχουν και δέκα χρόνια μετά, δυστυχώς, τα δικά μου Χριστούγεννα είναι σπαρμένα με κορμιά στα πεζοδρόμια, παρά με τα προβλήματα του «πρωθυπουργού» Χιου Γκραντ… Σύμφωνοι, πάντα έτσι ήταν με αυτό το σινεμά της «απόδρασης», αλλά σήμερα μοιάζουμε να μην έχουμε τον ζωτικό εκείνο χώρο που θα επέτρεπε να ανθήσουν έρωτες παραμυθένιοι, γενναιόδωρα ξωτικά και γλυκόπικρα συναισθήματα. Κατά έναν περίεργο (;) τρόπο, πάντως, το βλέμμα πάει στις εικόνες αυτής της ταινίας στις γιορτές (ή άλλων ανάλογων), έτσι όπως η ύπαρξη γλυκαίνεται όταν τη σκεπάζεις απαλά με κουβερτούλα. Χαμογελάς, αφήνεσαι και χαζεύεις όμορφα… Το πρόβλημα είναι, όμως, ότι μπορεί να αποκοιμηθείς και το μαγκάλι να είναι πυρωμένο…

* Ο Τάσος Ρέτζιος είναι κριτικός κινηματογράφου.

Τα υλικά για μια συναισθηματική πορνογραφία

Υπάρχει ελάχιστη πραγματικότητα σε αυτήν την ταινία – και αυτό είναι που την κάνει χριστουγεννιάτικη. Γιατί τα Χριστούγεννα είναι ακριβώς η εποχή του χρόνου που επιτρέπει κανείς στον εαυτό του να πιστέψει στα παραμύθια. Η βασική μομφή είναι ότι πρόκειται για μια εξόφθαλμη περίπτωση «συναισθηματικής πορνογραφίας». Από τον αρχικό μονόλογο στην αίθουσα υποδοχής του Χίθροου μέχρι την εμφάνιση του Βρετανού πρωθυπουργού στο αεροδρόμιο στο τέλος αγκαλιά με ένα λαϊκό κορίτσι, όλη η ταινία γαργαλά τους δακρυγόνους αδένες. Και δεν το κρύβει. To «Love, Actually» φώναζε από την αφίσα ότι πρόκειται για την εφαρμογή μιας συνταγής: παίρνεις μια dream team βρετανικού σινεμά, προσθέτεις λαμπιόνια, μια δόση κοσμοπολιτισμού, πυκνογραμμένους διαλόγους, αναφορές στην ποπ κουλτούρα, γενναίες δόσεις κομψού, καλόκαρδου χιούμορ και πασπαλίζεις πάνω σε μια σειρά από παράλληλες πλοκές που καταγράφουν διαφορετικές εκφάνσεις του έρωτα. Ο Ρίτσαρντ Κέρτις ακολούθησε τη συνταγή κατά γράμμα. Βλέποντας την ταινία, είναι σαν να τον βλέπεις να προσθέτει υλικά και να ανακατεύει. Και το πιάτο του βγήκε. Αυτό όμως είναι το θέμα με την πορνογραφία. Το ότι πολλές φορές καταφέρνει να παραμερίσει τη λογική του θεατή και να απευθυνθεί κατευθείαν στο ένστικτο, με τελικό σκοπό τον οργασμό – εν προκειμένω, τον συναισθηματικό.

* Ο Νίκος Φωτάκης είναι μουσικός παραγωγός στον ρ/σ Pepper και ιδιοκτήτης του Petite Fleur Χαλανδρίου.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT