Είναι αλήθεια πως η οργάνωση για την προβολή του «Δράκου» στο Ιδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης» τη Δευτέρα το βράδυ δεν ήταν και τόσο καλή. Η κόπια ταλαιπωρημένη (σταμάτησε πάνω από πέντε φορές) και οι προγραμματισμένοι προλογίζοντες απόντες. Κι όμως, λίγο η βαθιά ανθρώπινη ταινία του Νίκου Κούνδουρου, λίγο ο φορτισμένος και από καρδιάς λόγος του σκηνοθέτη Νίκου Αλευρά, οι περισσότεροι φύγαμε συγκινημένοι.
Να τα πάρουμε, όμως, με τη σειρά. Με την ολοκλήρωση των εκδηλώσεων στο πλαίσιο της έκθεσης-αφιερώματος στον Τάσο Ζωγράφο της Πινακοθήκης του Δήμου Αθηναίων, το Ιδρυμα οργάνωσε την προβολή του εμβληματικού «Δράκου», του οποίου τα σκηνικά είχε επιμεληθεί ο Ζωγράφος. Η επιλογή καθόλου τυχαία, αφού η σκηνική οικονομία και οι ορίτζιναλ τοιχογραφίες του τελευταίου αποτελούν βασικό κομμάτι του θαυμαστού κάδρου της ταινίας.
Δεν είναι, όμως, μόνο αυτά. Στην πραγματικότητα μιλάμε για αληθινή «ντριμ-τιμ» πίσω από τη δημιουργία ενός φιλμ που διακρίνεται από σπάνια ευαισθησία και αυθεντικότητα. Ο Νίκος Κούνδουρος, στην καλύτερη ίσως στιγμή του, εκμεταλλεύεται στο έπακρον το σενάριο του Ιάκωβου Καμπανέλλη, τα κοστούμια είναι της βραβευμένης με Οσκαρ Ντένης Βαχλιώτη και η μουσική του μεγάλου Μάνου Χατζιδάκι. Σημαντικότερη όλων η μαγική ερμηνεία του Ντίνου Ηλιόπουλου στον ρόλο του Δράκου. Η νευρικότητα, τα διστακτικά του χαμόγελα, οι κοντρολαρισμένες εκφράσεις, αυτό το απόλυτα κινηματογραφικό παίξιμο είναι πραγματικό μάθημα ηθοποιίας παγκοσμίου επιπέδου.
Μια εκδήλωση όπως η προχθεσινή μπορεί να πάει καλά ή λιγότερο καλά. Ενα φιλμ, όμως, σαν τον «Δράκο» παραμένει κλασικό και επίκαιρο γιατί ενσωματώνει όλες εκείνες τις αρετές και τα στοιχεία που συνθέτουν τη μαγεία του καλού σινεμά.