Ακόμη ένα επεισόδιο στο έπος των εφέ

4' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Βγαίνοντας από το σινεμά τις προάλλες και έχοντας μόλις παρακολουθήσει την ολοκλήρωση της δεύτερης τολκινικής τριλογίας διά χειρός Πίτερ Τζάκσον, το «Χόμπιτ: η μάχη των πέντε στρατών» δηλαδή, βάλθηκα να κοιτάζω τον κόσμο γύρω μου. Οι περισσότεροι αδιάφοροι, μερικά ειρωνικά σχόλια για την ταινία, κάποια αμήχανα γέλια. Ασυναίσθητα θυμήθηκα την αντίστοιχη στιγμή μετά τον τρίτο «Αρχοντα των δαχτυλιδιών», δέκα χρόνια σχεδόν πριν.

Νόμιζες τότε ότι οι άνθρωποι έβγαιναν από την αίθουσα οι ίδιοι νικητές κάποιας μυθικής μάχης, εξουθενωμένοι αλλά ταυτόχρονα ευτυχείς και αποκαθαρμένοι. Και αυτό μετά το παρατεταμένο χειροκρότημα του τέλους…

Τον Φεβρουάριο του 2004, η «Επιστροφή του βασιλιά» σαρώνει τα Οσκαρ φεύγοντας από την τελετή με 11 χρυσά αγαλματίδια. Πολλοί, ειδικά από την κριτική, μιλούν για υπερβολική συγκομιδή, πλήρη εμπορευματοίηση, ακόμα και για ευτελισμό και απαξίωση του θεσμού. Ο Πίτερ Τζάκσον, πάντως, γνωρίζει πως το όνομά του έχει γραφτεί πια με χρυσά γράμματα στην ιστορία του κινηματογράφου δίπλα σε μεγάλους δημιουργούς του επικού σινεμά όπως ο Ρίντλεϊ Σκοτ και ο Τζορτζ Λούκας. Και όχι άδικα. Μέσα σε τρία χρόνια παρουσίασε μια τριλογία, η οποία επανακαθόρισε το είδος της ταινίας φαντασίας και οδήγησε την επική κινηματογραφική αφήγηση σε νέα μονοπάτια, τα οποία εφεξής πολλοί προσπάθησαν να ακολουθήσουν με πολύ λιγότερη, κατά κανόνα, επιτυχία. Δεν μιλάμε για κάτι τρομερά εξεζητημένο· άλλωστε ο «Αρχοντας» δεν ήταν ούτε πλασαρίστηκε ποτέ ως σινεμά «τέχνης» ή πειραματικής φόρμας. Πρόκειται για φιλμ που απευθύνεται κατεξοχήν στο μαζικό κοινό, έχοντας όμως στον πυρήνα του εκείνο το απλό και όμως τόσο θεμελιακό συστατικό που γοήτευσε τους πρώτους θεατές του σινεμά, έναν αιώνα και βάλε πίσω: τη μαγεία της μεταφοράς σε έναν άλλο κόσμο.

Βιντεογκέιμ, όχι σινεμά

Πριν από 3-4 χρόνια, ο Πίτερ Τζάκσον αποφάσισε (ή μάλλον πείστηκε) να επιστρέψει στη Μέση Γη, αυτή τη φορά για να μεταφέρει το πιο παραμυθένιο «Χόμπιτ», ένα σχετικά μικρό βιβλίο στο οποίο ο Τόλκιν εξιστορεί γεγονότα που «συνέβησαν» μερικά χρόνια πριν από την αφήγηση του «Αρχοντα των δαχτυλιδιών». Το λογικό για τον Νεοζηλανδό σκηνοθέτη και την ομάδα του θα ήταν να γυρίσουν μια χορταστική τρίωρη –και κάτι– ταινία, ακολουθώντας σε γενικές γραμμές την αφήγηση του βιβλίου και προσαρμόζοντάς τη βέβαια στις απαιτήσεις του σινεμά. Ωστόσο, το στούντιο παραγωγής της New Line Cinema και η Warner είχαν προφανώς διαφορετική άποψη. Για να το θέσουμε απλά, το ερώτημα ήταν: γιατί να κάνουμε μία ταινία που θα κάνει 1 δισ. δολάρια στο box office και όχι να πολλαπλασιάσουμε αυτό το κέρδος σπάζοντας την ιστορία σε περισσότερα κεφάλαια; Αποτέλεσμα ήταν ο χωρισμός του «Χόμπιτ» σε τρία ξεχωριστά φιλμ, με μεγάλη μάλιστα διάρκεια το καθένα, με όποιες (τεράστιες) σεναριακές και άλλες παρεμβάσεις πάνω στο ορίτζιναλ υλικό αυτό συνεπάγεται. Τα παραπάνω, σε συνδυασμό και με μια αγωνιώδη σχεδόν προσπάθεια «ικανοποίησης» της τεράστιας δεξαμενής θαυμαστών του «Αρχοντα», οδήγησαν στο να εκληφθεί το «Χόμπιτ» από τους περισσότερους (μάλλον και από τον ίδιο το δημιουργό του) ως μια συνέχεια –στη συγκεκριμένη περίπτωση πρόγευση– από τα προηγούμενα και όχι σαν αυτοτελής και ανεξάρτητη κινηματογραφική δημιουργία.

Σε αυτό το πλαίσιο, συγκεκριμένα σκηνικά και τρόποι γυρίσματος ξαναστήθηκαν (ελαφρώς τροποποιημένα, αλλά επί τη ουσίας ίδια) και παλιοί ήρωες, άσχετοι με την τωρινή υπόθεση, επέστρεψαν ως συμπληρώματα ενός ήδη ξεχειλωμένου σεναρίου. Πέρα από τη γενικά στρωτή αφήγηση και κάποιες πολύ εντυπωσιακές σκηνές –θυμηθείτε την εξαιρετική σεκάνς των γρίφων στην πρώτη ταινία–, η μαγεία και το «ταξίδι» είχαν πια ολοφάνερα χαθεί.

Ως επιστέγασμα αυτών των προβλημάτων, η τρίτη ταινία που προβάλλεται αυτές τις μέρες στις αίθουσες ολοκληρώνει με αρνητικό τρόπο –είναι απορίας άξιο πώς κάποιοι κριτικοί τη θεώρησαν και ανώτερη από τις προηγούμενες– μια εξαρχής λάθος προσέγγιση. Δυστυχώς, ο μεγάλος φαν της τεχνολογίας Τζάκσον φαίνεται πως έδωσε τα κλειδιά του φιλμ στην –εξαιρετική κατά τα λοιπά– ομάδα του των ειδικών εφέ, με το τελικό αποτέλεσμα να «μυρίζει» περισσότερο βιντεογκέιμ παρά κινηματογράφο. Κριτική στον τρόπο γυρίσματος του «Χόμπιτ» άσκησε και ο Αραγκορν του «Αρχοντα των δαχτυλιδιών». Ο Βίγκο Μόρτενσεν σε συνέντευξή του υποστήριξε πως, κατά τη γνώμη του, τα ειδικά εφέ που χρησιμοποιήθηκαν για την τρίτη ταινία του «Αρχοντα» ήταν «ήδη στο όριο του υπερβολικού. Οσο για το “Χόμπιτ”, είναι το ίδιο πράγμα εις τη δεκάτη».

Σαν παραμύθι

Παρά τα αρνητικά της τριλογίας του «Χόμπιτ», κυρίως σαν σύλληψη και λιγότερο σαν εκτέλεση, υπάρχουν και κάποια σημεία που είναι αξιοπρόσεκτα. Η αίσθηση για παράδειγμα του παραμυθιού, η οποία χαρακτηρίζει το βιβλίο του Τόλκιν, μεταφέρθηκε αρκετά πιστά στο πνεύμα κυρίως των πρώτων δύο ταινιών, παρότι κάτι τέτοιο μοιραία στερούσε από τη νέα τριλογία τη γοητευτική «σκοτεινιά» του «Αρχοντα των δαχτυλιδιών». To σπουδαιότερο στοιχείο ωστόσο που ήρθε να προσθέσει το «Χόμπιτ» προέρχεται μέσα από μια φαινομενική αποτυχία. Η νέα 3D απεικόνιση των 48 fps που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στην ιστορία του σινεμά εδώ μπορεί να ξένισε πολλούς, αφού το παραγόμενο αποτέλεσμα χάνει σε κινηματογραφική υφή, όμως πιθανότατα αποτελεί το μέλλον της βιομηχανίας με τη σταδιακή τελειοποίηση της τεχνολογίας του. Το ίδιο είχε συμβεί με τις νέες εκδοχές του «Πολέμου των άστρων», στις οποίες ο Τζορτζ Λούκας εισήγαγε για πρώτη φορά το εξ ολοκλήρου γύρισμα με ψηφιακά μέσα. Σήμερα το 90% των ταινιών γυρίζεται ακριβώς έτσι…

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT