Ωραίο πρόγραμμα, έξοχες ερμηνείες από Καβάκο και Πάτσε

Ωραίο πρόγραμμα, έξοχες ερμηνείες από Καβάκο και Πάτσε

Εξαιρετικά επιτυχημένη υπήρξε η βραδιά μουσικής δωματίου που διοργάνωσε στις 6 Φεβρουαρίου, στην αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης», ο σύλλογος «Οι Φίλοι της Μουσικής»

2' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εξαιρετικά επιτυχημένη υπήρξε η βραδιά μουσικής δωματίου που διοργάνωσε στις 6 Φεβρουαρίου, στην αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης», ο σύλλογος «Οι Φίλοι της Μουσικής». Ο Λεωνίδας Καβάκος και ο Ενρίκο Πάτσε στο πιάνο πρότειναν ένα ενδιαφέρον όσο και τολμηρό πρόγραμμα με έργα από τον 19ο, τον 20ό και 21ο αιώνα. Eφεραν σε διάλογο αντιλήψεις και αισθητικές οι οποίες απείχαν μεταξύ τους περίπου δύο αιώνες και τις υπερασπίστηκαν τόσο πειστικά, ώστε να δικαιώσουν την επιλογή τους.

Αρχή έγινε με το επονομαζόμενο «Ντούο», τη Σονάτα για βιολί και πιάνο με αριθμό καταλόγου D 574 του Φραντς Σούμπερτ. Γραμμένη το 1817 φέρει ακόμη τα αποτυπώματα της μουσικής του Μπετόβεν, δείχνει όμως ξεκάθαρα τον δρόμο που θα ακολουθούσε ο τότε 20χρονος Σούμπερτ, αφήνοντας την πρωτοκαθεδρία στη μελωδία. Καβάκος και Πάτσε διέθεταν την ευγένεια και την κομψότητα που αποτελούν προϋπόθεση σε αυτή τη μουσική. Επιπλέον, το «σκέρτσο» είχε ακρίβεια, στο «ανταντίνο» οι υποδειγματικά δεμένες νότες και η «τραγουδιστή» απόδοση του Πάτσε έκαναν θαύματα, ενώ στο τελευταίο μέρος στα παραπάνω προστέθηκε η δεξιοτεχνική λαμπρότητα του Καβάκου.

Λεπτομερής επεξεργασία, βάθος συναισθήματος και μουσικότητα ήταν οι βασικές ποιότητες.

Το 1922, περισσότερο από έναν αιώνα μετά το έργο του Σούμπερτ, ο Μπέλα Μπάρτοκ συνέθεσε τη διμερή δεύτερη Σονάτα του. Αν και σε πρώτο άκουσμα η μουσική μοιάζει στον απόλυτο αντίποδα της γραφής του Σούμπερτ, ειδικά στο πρώτο του μέρος διαθέτει παρόμοια τρυφερότητα, ένα αίσθημα θλίψης και σίγουρα ένα βαθιά ανθρώπινο συναίσθημα, στοιχεία που η ερμηνεία του Καβάκου φανέρωσε με μεγάλη ευαισθησία. Ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον είχε ο τρόπος με τον οποίο ο διάσημος βιολονίστας ανέδειξε την εκφραστικότητα της γωνιώδους γραφής του γεμάτου ένταση και νεύρο δεύτερου μέρος της Σονάτας.

Ακολούθησε άλλο ένα χρονικό άλμα, καθώς μετά τον Μπάρτοκ ακούστηκαν τα «Δισκοπότηρα» -«Calices» της Φινλανδής συνθέτριας Κάγια Σάριαχο. Γραμμένο το 2009, το τριμερές έργο αντλεί το μουσικό του υλικό από το προγενέστερο κοντσέρτο της για βιολί με τίτλο «Θέατρο του Αγίου Δισκοπότηρου», εμπνευσμένο από το ομότιτλο βιβλίο του Ζακ Ρουμπό. Για το κοντσέρτο αυτό η Σάριαχο λέει ότι αρχική πηγή έμπνευσης υπήρξαν το παίξιμο και η μουσικότητα του διάσημου βιολονίστα Γκίντον Κρέμερ, στον οποίο άλλωστε και είναι αφιερωμένο. Ακριβώς αντίστοιχα, στα «Δισκοπότηρα» ήταν η ένταση, η καθαρότητα και η ακρίβεια – τελικά η μουσικότητα της ερμηνείας του Καβάκου, εκείνη που ανέδειξε την ομορφιά της μουσικής της σημαντικής αυτής συνθέτριας της εποχής μας.

Η βραδιά ολοκληρώθηκε με την επιστροφή στον 19ο αιώνα και στην τετραμερή δεύτερη Σονάτα για βιολί και πιάνο του Ρόμπερτ Σούμαν. Η σαφής και ξεκάθαρη άρθρωση κάθε μέρους σε υποενότητες, με σημεία στίξης και εξαιρετικά μελετημένες μεταβάσεις, επέτρεψε στους Καβάκο και Πάτσε να αναδείξουν όλες τις πτυχές της μουσικής από το ταχύ και νευρώδες δεύτερο μέρος έως το ποιητικό τρίτο, δίνοντας σε κάθε επαναλαμβανόμενη φράση τον δικό της ξεχωριστό χαρακτήρα. Η μάλλον απρόσμενη επιλογή του Καβάκου να ερμηνεύσει εκτός προγράμματος τον «Κλέφτικο» χορό του Σκαλκώτα, έδωσε πρόσθετο ενδιαφέρον στη βραδιά.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT