Ποιητική Μαρία Ζουάου Πίρες στο Μέγαρο

Ποιητική Μαρία Ζουάου Πίρες στο Μέγαρο

Με ένα εξαιρετικά πλούσιο πιανιστικό τριήμερο ξεκίνησε το «Φεστιβάλ της άνοιξης» του Μεγάρου Μουσικής στην αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης»

2' 22" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με ένα εξαιρετικά πλούσιο πιανιστικό τριήμερο ξεκίνησε το «Φεστιβάλ της άνοιξης» του Μεγάρου Μουσικής στην αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης». Μετά το ρεσιτάλ των αδελφών Λαμπέκ και τη συνεργασία της Ελίζαμπετ Λεόνσκαγια με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, στις 4 Απριλίου ήρθε η σειρά της Μαρίας Ζουάου Πίρες. Ηταν ίσως η πιο ποιητική από τις τρεις βραδιές, τόσο λόγω του ρεπερτορίου που επέλεξε η διάσημη Πορτογαλίδα πιανίστρια, όσο κυρίως λόγω των ερμηνειών της.

Το ρεσιτάλ ξεκίνησε με τη σχετικά σύντομη Σονάτα αρ. 13 (D.664) του Φραντς Σούμπερτ, έργο όχι απλά μελωδικό αλλά κυρίως φωτεινό και σπάνιας γλυκύτητας. Η Πίρες ανέδειξε ακριβώς αυτές τις ποιότητες, αποφεύγοντας την παραμικρή αιχμή στη διάπλαση των μουσικών φράσεων. Δεμένες μελωδικές γραμμές, καμπύλες, ευγένεια, λεπτότητα και ένας ήχος αβαρής, φώτισαν με τρυφερότητα ακόμα και τις εξάρσεις της μουσικής.

Ευγένεια συναισθήματος, λεπτότητα και ένας ήχος αβαρής φώτισαν τα έργα με τρυφερότητα.

Ακολούθησε η Σουίτα Μπεργκαμάσκ του Κλοντ Ντεμπισί. Σπονδυλωτό έργο, αποτελούμενο από τέσσερα σύντομα κομμάτια με διαφορετικές απαιτήσεις, η Σουίτα έδωσε την ευκαιρία στην Πίρες να εκφράσει διαφορετικές διαθέσεις, να κινηθεί σε παλέτα με πιο καθαρά χρώματα, όχι τις αχνές διαβαθμίσεις που τόσο ταιριαστά είχε επιλέξει για τον Σούμπερτ. Ετσι, πέρα από την ξεχωριστή ταυτότητα κάθε κομματιού ανέδειξε εξίσου τη συνολικά διαφορετική αισθητική της μουσικής του Ντεμπισί, τον πρώιμο μοντερνισμό της. Μέσα από την ποιητική ματιά της υπογράμμισε τη συνειδητά «στατική» φύση του Πρελουδίου, την πολύ προσωπική αναφορά του Μενουέτου σε φόρμες παλαιότερων εποχών, τη φευγαλέα ατμόσφαιρα του διάσημου «Φεγγαρόφωτου» και, βέβαια, το χαρίεν και τρυφερό ύφος του τελικού Πασπιέ.

Το δεύτερο μέρος της βραδιάς περιλάμβανε την τελευταία από τις 32 Σονάτες του Μπετόβεν, τεχνικά απαιτητική και ρυθμικά ιδιαίτερα σύνθετη. Η Πίρες ερμήνευσε με δύναμη το θυελλώδες, δραματικό πρώτο μέρος και απέδωσε με την ίδια σαφήνεια το ταξίδι από το απολλώνιο στο διονυσιακό, όπως δομείται μέσα από τις παραλλαγές του δεύτερου μέρους. Η κυριαρχία τόσο στα τεχνικά της μέσα όσο και στα εκφραστικά της εργαλεία, έκανε το από κάθε άποψη κολοσσιαίο αυτό έργο να μοιάζει απλό και αυτονόητο.

Ανεξάρτητα από την ποιότητα των μετακαλούμενων καλλιτεχνών, η παρούσα καλλιτεχνική διεύθυνση του Μεγάρου μοιάζει να περιλαμβάνει στην τηλεφωνική της ατζέντα κυρίως μουσικούς οι οποίοι διάγουν την όγδοη δεκαετία της ζωής τους και ανήκουν σε ένα σταρ σίστεμ που έχει καταρρεύσει προ πολλού. Ασφαλώς είναι ευχάριστο να ακούει κανείς κατασταλαγμένους καλλιτέχνες. Ωστόσο, κάθε εποχή έχει τους ερμηνευτές και την αισθητική της – δεν παίζει κανείς σήμερα τα έργα του Μότσαρτ με τον ίδιο τρόπο που το έκανε τη δεκαετία του 1980 ή ακόμα παλαιότερα. Είναι κρίμα να μη δίνεται η ευκαιρία στο κοινό να ακούσει τους καλλιτέχνες, οι οποίοι σήμερα οδηγούν τις εξελίξεις. Το Μέγαρο αντί να βρίσκεται μπροστά από το κοινό του μοιάζει απλά να νοσταλγεί περασμένες δόξες. Ενα «Φεστιβάλ της άνοιξης» θα μπορούσε να μην ταυτίζεται μόνο με την εποχή του χρόνου αλλά και με την άνοιξη της μουσικής, η οποία υπάρχει σε κάθε εποχή.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT