Συναυλία του Τρίο «Ελ Γκρέκο» στον Παρνασσό

Συναυλία του Τρίο «Ελ Γκρέκο» στον Παρνασσό

Ενδιαφέρουσα όσο και επιτυχημένη υπήρξε η συναυλία του τρίο «Ελ Γκρέκο», η οποία πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» στις 30 Απριλίου

2' 22" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ενδιαφέρουσα όσο και επιτυχημένη υπήρξε η συναυλία του τρίο «Ελ Γκρέκο», η οποία πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» στις 30 Απριλίου. Ο εξάρχων βιολονίστας της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών Φαίδων Μηλιάδης, ο τσελίστας Αλέξης Καραϊσκάκης-Νάστος και η πιανίστρια Αλεξία Μουζά απέδωσαν το Τρίο με πιάνο σε σολ ελάσσονα έργο 15 του Μπέντριχ Σμέτανα, το Τρίο με πιάνο σε ντο ελάσσονα αρ. 1 έργο 8 του Ντμίτρι Σοστακόβιτς και το Τρίο με πιάνο σε ρε ελάσσονα αρ. 1 έργο 49 του Φέλιξ Μέντελσον.

Οι ερμηνείες καθορίστηκαν σε μεγάλο βαθμό από τη δυναμική παρουσία της Αλεξίας Μουζά.

Το έργο του Μέντελσον, που ακούστηκε στο δεύτερο μέρος της βραδιάς, έτυχε της επιτυχέστερης ερμηνείας, καθώς σε αυτό το ταμπεραμέντο των τριών καλών μουσικών ταίριαξε καλύτερα στην αισθητική του έργου. Το τσέλο έθεσε αμέσως τον λυρικό τόνο, διατυπώνοντας με πλαστικότητα το αρχικό θέμα του πρώτου μέρους. Στη συνέχεια, ο διάλογος με τα άλλα δύο όργανα οδήγησε την ερμηνεία σε περισσότερο δραματικές διατυπώσεις, γεμάτες ορμή. Εδωσε, έτσι, περιεχόμενο στους όρους «πολύ ζωηρό και ταραγμένο», τους οποίους ο συνθέτης προσφέρει ως οδηγό για τη μουσική του. Ηρεμα κι εκφραστικά, με καλά ελεγχόμενη δυναμική ξεκίνησε το πιάνο το λυρικό δεύτερο μέρος, ένα τραγούδι δίχως λόγια, που παραμένει μέχρι το τέλος κομψό και ευγενές, χωρίς συναισθηματισμούς. Οι ερμηνευτές βρήκαν την ταιριαστή διάθεση και για το σύντομο τρίτο μέρος, που ξεχωρίζει για την πολύ ιδιαίτερη διαφάνεια μαζί και ελαφράδα, στοιχεία που χαρακτηρίζουν πολλές συνθέσεις του Μέντελσον. Τέλος, το εντυπωσιακό ζωηρό τέταρτο μέρος δόθηκε με την ένταση που αναζητά η μουσική. Η Αλεξία Μουζά είναι εξαιρετική πιανίστρια με δυναμική προσωπικότητα, που αποτυπώνεται στις ερμηνείες της. Στο Τρίο του Σμέτανα η έντονη ανάγνωσή της υποχρέωσε τα δύο έγχορδα να προσαρμοστούν στις επιλογές της, με αποτέλεσμα μια δραματική ερμηνεία, όχι κατ’ ανάγκην ξένη προς το περιεχόμενο της μουσικής, αλλά ίσως διαφορετικής ποιότητας. Συγκεκριμένα: το έργο γράφηκε στον απόηχο του θανάτου της κόρης του συνθέτη σε ηλικία μόλις τεσσεράμισι ετών. Σε αυτό, λυρικές ενότητες συνομιλούν με παραγράφους συναισθηματικά έντονα φορτισμένης μουσικής. Η τραγικότητά της υπαγορεύει μάλλον εσωστρέφεια παρά δραματική εξωστρέφεια. Τα δύο έγχορδα έχουν κυρίαρχο ρόλο και η συνομιλία τους με το πιάνο ειδικά στο δεύτερο μέρος, «ζωηρό αλλά όχι ταραγμένο», ξεχωρίζει ακριβώς γι’ αυτό το στοιχείο, το οποίο χαλαρώνει κάπως χάρη στα χορευτικά «τρίος» που ακολουθούν. Το ζωηρό τελευταίο μέρος ξεκινάει το ίδιο έντονα, οδηγεί όμως το έργο σταδιακά από το σκοτάδι στο φως. Ακριβώς αυτό έκαναν οι τρεις μουσικοί με την ερμηνεία τους, την ακρίβεια αλλά και τον έντονο λυρισμό τους στις αργές παραγράφους που υπάρχουν και σε αυτό το μέρος.

Ο Σοστακόβιτς συνέθεσε το Τρίο αρ. 1 στα δεκαέξι του. Παρότι επιρροές από διάσημα ανάλογα έργα του παρελθόντος, όπως αυτά του Μπραμς ή του Σούμαν είναι φυσικές και αναμενόμενες, η σύνθεση περιλαμβάνει εξίσου ορισμένα από τα χαρακτηριστικά που στη συνέχεια θα έκαναν τον Σοστακόβιτς διάσημο. Οι τρεις μουσικοί απέδωσαν το Τρίο με ακρίβεια και καθαρότητα.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT