Επεσαν στη χαράδρα της Ιστορίας και επέζησαν

Επεσαν στη χαράδρα της Ιστορίας και επέζησαν

3' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Eχει τον τρόπο της η Ρούλα Γεωργακοπούλου. Να γράφει, να σχολιάζει, να απαντάει στις ερωτήσεις. Κυρίως, να παρατηρεί και να σκέφτεται, γιατί από εκεί ξεκινούν όλα. Οσοι τη γνωρίζουν από τα χρονογραφήματά της στα «Νέα» δεν θα εκπλαγούν με το ύφος της «Φανερωμένης», γιατί είναι το ίδιο προσωπικό, λοξό και παιγνιώδες βλέμμα στην κοινωνία και στους ανθρώπους, με χιούμορ και αισθαντικότητα, που διασκεδάζουν τον ζόφο, αλλά δεν τον απομακρύνουν. Είναι εκεί, ένας εξημερωμένος αλλά όχι ακίνδυνος συνομιλητής. 

«Η Φανερωμένη» συναποτελεί μια ενιαία παράσταση με την «Αυτοβιογραφία» της Ελισάβετ Μαρτινέγκου, με κοινό τίτλο «Φανερωμένες», σε σκηνοθεσία της Κατερίνας Ευαγγελάκου, με πρωταγωνίστρια τη Μαρία Ζορμπά. Παράσταση «αφιερωμένη σε όλα τα κορίτσια που έπεσαν στη χαράδρα της Ιστορίας και επιβίωσαν». Από τη Ζάκυνθο του 1821 (Μαρτινέγκου) μέχρι την επαρχία της δικτατορίας και την Αθήνα του σήμερα, «ένα κορίτσι έπρεπε να αρνηθεί το σώμα του και να ζήσει ως μια ασώματος κεφαλή ή μία “μέδουσα”».

Παρότι η «Φανερωμένη» ήταν κλεισμένη για περίπου 25 χρόνια στο συρτάρι της Ρ. Γεωργακοπούλου και δεν σκόπευε «να τη φανερώσει πουθενά», κατάλαβε κάποια στιγμή ότι «η ζωή είναι λίγη και η καθυστέρηση βλακώδης και ναρκισσιστική». Κάπως έτσι, ένα κορίτσι, «ούτε παιδί ούτε έφηβη, που ζει την ορμονική του έκρηξη στην καρδιά της χούντας των συνταγματαρχών», συναντά επί σκηνής την Ελισάβετ Μαρτινέγκου «ξεχωρισμένη από την ανθρωπίνην εταιρίαν, κατά το βάρβαρον και αφύσικον και απάνθρωπον ήθος της εποχής».

Στο πρώτο μέρος της 90λεπτης παράστασης, η γυναίκα δεν έχει πρόσωπο. Για την ακρίβεια είναι «τεμαχισμένη». Τα μέλη της (χέρια, χείλη, μάτια) προβάλλουν μέσα από ανοίγματα – σχισμές μιας πρόσοψης σπιτιού. Η Μαρτινέγκου περιγράφει το «παλαιόν, βάρβαρον και αφύσικον ήθος», την καταδικασμένη αν όχι τιμωρημένη επιθυμία. Στο δεύτερο μέρος η Φανερωμένη, καθισμένη σε ένα σκαμπό που καλύπτεται από μια μακριά φούστα, μοιράζεται τη σκηνή με το κάτοπτρό της αυτονομημένο, σε μια βιντεο-προβολή σε κοίλο, παραμορφωτικό, σχήμα. Μια γυναίκα που πασχίζει να αποκτήσει υπόσταση, μιλώντας ακατάπαυστα γι’ αυτά που την πιέζουν. Εικόνες ενός τοπίου εσωτερικού και εξωτερικού, δωμάτια κατοικημένα και ακατοίκητα, αντικείμενα που ανασύρει η μνήμη και φτιάχνουν το δικό τους μονοπάτι στον χρόνο. Το παρόν διαρκώς δεσμευμένο από το παρελθόν. Η ευφυής και αισθητικά απρόβλεπτη σκηνοθετική ματιά της Κ. Ευαγγελάκου είναι ο καλύτερος οδηγός γι’ αυτό το ταξίδι στο συνειδητό και υποσυνείδητο. Η συγγραφέας, η σκηνοθέτις και η πρωταγωνίστρια, τρεις γυναίκες σε διάλογο, σε μια διαδρομή δύσκολη και επίπονη, διαβάζουν τον κόσμο πίσω από τα επιφαινόμενα.

Για την 58χρονη δημοσιογράφο Ρ. Γεωργακοπούλου ήταν ξεκάθαρο εξαρχής ότι θα έγραφε θέατρο και όχι λογοτεχνία. «Το παιχνίδι» είναι κατά τη γνώμη της η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στα δύο είδη. Από την εποχή που μικρό κορίτσι, στην Καλαμάτα, προσπαθούσε να εφεύρει έναν τρόπο συμμετοχής στο παιχνίδι «μοναχικό και διακεκριμένο», χωρίς να παίζει η ίδια. Μοίραζε ρόλους, έδινε κατευθύνσεις. Αργότερα διάβαζε θέατρο με πάθος και έβλεπε παραστάσεις στην Αθήνα. Οχι μόνο Κουν και Εθνικό, αλλά και κακές. «Με κρατούν σε εγρήγορση, μου απελευθερώνουν τον θυμό, με ζωντανεύουν. Μου χρειάζεται το κακό για να καταλάβω. Το καλό δεν μου φτάνει», λέει. Και θυμάται ακριβώς τη στιγμή που «ερωτεύτηκε την τέχνη του θεάτρου»: «Ημουνα στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού και πήγαμε με τον πατέρα μου να δούμε στο Εθνικό τον “Μπέκετ” του Ανούιγ. Σε κάποιο σημείο του έργου βγήκε στη σκηνή ένα άλογο. Ηθοποιοί ντυμένοι, δηλαδή, με μια χάρτινη μούρη. Τότε σκέφτηκα: “Αυτό είναι! Δεν θέλω να βλέπω την πραγματικότητα αλλά να τη φτιάχνω καλύτερη”. Νομίζω ότι αυτό το άλογο του σκηνογράφου Γιώργου Βακαλό το “καβάλησα” κανονικά. Με συνεπήρε».

«Οδός Πολυδούρη»

Το επόμενο θεατρικό έργο της, «Οδός Πολυδούρη», θα ανεβεί το Πάσχα στο θέατρο «Ακροπόλ», σε σκηνοθεσία Θ. Γκόνη, με πρωταγωνίστρια την Ι. Παππά. Διευκρινίζει ότι προσεγγίζει τη γεννημένη στην Καλαμάτα ποιήτρια «μέσα από δικούς της δρόμους, καθόλου λογοτεχνικά ή βιογραφικά». Από τις Φανερωμένες στην Πολυδούρη. Παράξενο; Σύμπτωση; Ανάγκη; Επιλογή; Απλώς, η Ρ. Γεωργακοπούλου «ταυτίζεται με τα χαμένα κορίτσια».

​​«Φανερωμένες», κάθε Δευτέρα και Τρίτη στο Θέατρο Τέχνης (Φρυνίχου 14). Σκηνοθεσία: Κ. Ευαγγελάκου. Ερμηνεία: Μ. Ζορμπά. Μουσική: Θ. Οικονόμου. Σκηνικά: Κλ. Γκιζελή, Ι. Βεντίκου. Κοστούμια – Μακιγιάζ: Αγγ. Μέντης. Φωτισμοί: Γ. Αργυροηλιόπουλος.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT