Το πολιτικό θέατρο των 60χρονων

2' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΠΕΤΕΡ ΒΑΪΣ

Ασμα για το σκιάχτρο της Λουζιτάνιας

σκηνοθ.: Θανάσης Παπαγεωργίου

θέατρο: Στοά

ΠΕΤΕΡ ΒΑΪΣ

Ανάκριση

σκηνοθ.: Σταύρος Τσακίρης

θέατρο: Τζένη Καρέζη

Ηταν αναμενόμενη η επανάκαμψη-νεκρανάσταση του πολιτικού θεάτρου-ντοκουμέντου των 60χρονων, τουλάχιστον στις δικές μας σκηνές. Θες η σοκαριστική -για τους περισσότερους- παρουσία και ανατριχιαστική δράση της ναζιστικής Αυγής (Χρυσής ή Λερναίας), θες οι διπλές, επικείμενες εκλογές, θες ο βουβός βρασμός των πανταχόθεν λεηλατούμενων, θες το ντέρμπι μνημονιακών – αντιμνημονιακών που κουκουλώνει αμνημόνευτα προβλήματα αμνημονεύτων χρόνων, θες η αυτοκρατορική οίηση της Γερμανίας στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια κρίση, όλοι οι δείκτες έδειχναν: Πέτερ Βάις. Το θέμα είναι να βρεθεί ένας σημερινός τρόπος παρουσίασης αυτού του θεατροειδούς μη θεάτρου. Φαίνεται όμως πως εδώ δεν γίνεται. Σε δύο σκηνές της Αθήνας (όσα φοβερά και αν καταγγέλλονται με άμεσες αναφορές στο σήμερα) οι παραστάσεις δεν έχουν, ως θεατρικά γεγονότα, να προτείνουν πολύ περισσότερα από το τότε.

Ο Θανάσης Παπαγεωργίου, με όλη του την αειθαλή σκηνοθετική ορμή και πείρα, με έναν πανάξιο, πολυπράγμονα και αφοσιωμένο θίασο, ξανακοίταξε το «…σκιάχτρο», αναμετρήθηκε με την ξεπερασμένη, επιγονική του φόρμα -που θυμίζει Μπρεχτ αλλά δεν είναι- και μας υπενθύμισε όλες τις ντροπές του πρώτου κόσμου (της δήθεν ευημερίας) απέναντι στη διαρκή λεηλασία και τον αφανισμό του Τρίτου.

Η συνεπής μετάφραση του Θεόφιλου Φραγκόπουλου επιχειρήθηκε να ζωντανέψει με τη διαρκή εναλλαγή ρόλων και τις εξαιρετικές, κινησιολογικές επιδόσεις των ηθοποιών, αλλά δεν έπαυαν οι φράσεις να ακούγονται παρωχημένες και συνθηματολογικές παρά την ισχύ των νοημάτων τους. Η μουσική του Μιχάλη Γρηγορίου αξιοποιήθηκε, με αποκορύφωμα το εξαιρετικά ερμηνευμένο τραγούδι της Εύας Καμινάρη. Η οποία, συμπράττοντας με πάθος στο σύνολο, άφησε γενναιόδωρα χώρο στους νεότερους ηθοποιούς: στη γεμάτη ζωντάνια, μέτρο και χιούμορ Κοραλία Τσόγκα, την αισθαντική και δυναμική Χριστίνα Πλατανιώτη, τους Γιώργο Πέππα, Λεονάρδο Μπατή, Δημήτρη Τούμπανο που απέφυγαν γελοιογραφικά κλισέ και στην πολύτιμη παρουσία της Ευδοκίας Σουβατζή.

Η ζωντανή μουσική του Νικόλα Φραγκοπανάγου απευθύνει ακόμα ένα κάλεσμα στο νεότερο κοινό.

Η «Ανάκριση», του ίδιου συγγραφέα, είναι το πιο πολυπαιγμένο έργο του. Πρόκειται για ένα κολάζ-μαμούθ, βασισμένο σε πραγματικά στοιχεία για τις θηριωδίες των ναζί στο Αουσβιτς, ένα βήμα από τη βιομηχανική περιοχή της Σιλεσίας.

Ο Βάις χτίζει το έργο σε 11 ωδές (κολάσεως), ονομάζοντάς το ορατόριο και παραπέμποντας ευθέως στον Δάντη. Με κεντρικό πρόσωπο τον ανακριτή, στη διασκευή – σκηνοθεσία του Σταύρου Τσακίρη, έξι από εννέα μάρτυρες-θύματα και οι ανατριχιαστικές τους καταθέσεις για την κόλαση που έζησαν έρχονται σε αντιπαράθεση με τον κυνισμό, τον φανατισμό και την κτηνώδη, αμετακίνητη ιδεολογία τεσσάρων από 18 κατηγορουμένους (11 προβάλλονται σε διαφάνειες), αλλά και με τις ανήκουστες παρεμβολές του ομοϊδεάτη συνηγόρου υπεράσπισής τους. Η παράσταση αρκέσθηκε στη δύναμη των φοβερών αποκαλύψεων των μαρτυριών και δεν φιλοδόξησε καινοτομίες στη διάρκειά της, όπως συνέβη σε αρκετά ανεβάσματα του έργου αυτά τα 49 χρόνια. Πέρα από την ευφυή αυτή επιλογή, ο υποκριτικός άξονας ήταν ανύπαρκτος και το αποτέλεσμα άνισο. Η Εύα Κοταμανίδου πειστική, σπαραχτική, πολύ κοντά στην τραγωδία. Η Μαρία Τζάνη περιγραφική, έντονη, συχνά υπερβολική. Η Τζένη Κόλλια αποστασιοποιημένη, σχεδόν ψυχρή. Ο Κώστας Καζάκος μεστός, ανθρώπινος, ενορχηστρωτής του φοβερού ακροάματος. Λιτοί, με περιέχουσες σιωπές ο Παύλος Ορκόπουλος, ο Γιάννης Γούνας, ο Θόδωρος Γράμψας. Από τους κατηγορούμενους, ξεχώρισα την ανατριχιαστική ειλικρίνεια του Κωνσταντίνου Καζάκου και βρήκα υπερβολικά γελοιογραφικό τον Κώστα Μπάρα. Ο Δημήτρης Καλαντζής έπεισε ως απεχθής συνήγορος των ναζί.

Οσο για την καταληκτική παρέμβαση του δημοσιογράφου Νίκου Μπογιόπουλου και παρά τις χρήσιμες (συχνά απλουστευτικά δοσμένες) πληροφορίες, αποτελεί ξένο και ξενίζον σώμα σ’ ένα έργο που πείθει και συγκλονίζει με την αντικειμενικότητα των ντοκουμέντων του. Εξισώσεις του τύπου: καπιταλισμός = φασισμός δεν απαντούν σε πολλά. Ιδίως στο φλέγον και έρπον θέμα του καθημερινού μας, προσωπικού εκφασισμού.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT