Π. Ζούνη: «Οι νέοι παλεύουν μόνοι, αφημένοι στην τύχη τους»

Π. Ζούνη: «Οι νέοι παλεύουν μόνοι, αφημένοι στην τύχη τους»

4' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Η αρρώστια της νιότης» του Φέρντιναντ Μπρούκνερ είναι από τα έργα που δίδασκε συχνά στους μαθητές της η Πέμη Ζούνη. Μια «άγρια ελεγεία στα τραυματισμένα νιάτα».

Της άρεσε ο τρόπος που ο συγγραφέας εστιάζει σε αυτήν την παρέα των φοιτητών της Ιατρικής. Μια συντροφιά που δοκιμάζει τα όριά της φλερτάροντας με την καταστροφή, με φόντο τη Βιέννη του 1923. Μπερδεμένη, με σπασμένα τα φτερά, μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, κατέφυγε στον μηδενισμό και στον κυνισμό παρότι είχε τα εφόδια για κάτι καλύτερο.

«Οι νέοι παλεύουν μόνοι»

Αυτό το «γλίστρημα προς τη ματαίωση των πάντων, ακόμη και για την ίδια τη ζωή», είναι που την τάραξε στο κείμενο του Μπρούκνερ και έβαλε τους ηθοποιούς σε ένα δωμάτιο και το κοινό να τους παρακολουθεί σαν από κλειδαρότρυπα στο νέο Υπερώο του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος.

Η παράσταση, ακατάλληλη για νέους κάτω των 15 ετών, «κάτω από τη γερμανική αδρή σχεδόν χωρίς χυμούς γραφή, περιγράφει σκληρές αλήθειες». Ο τίτλος «Η αρρώστια της νιότης» δεν είναι τυχαίος. «Είναι το μεγάλο κρίμα». Σε μια περίοδο που στην Αυστρία και τη Γερμανία υπήρχε έξαρση στις επιστήμες και τις τέχνες. «Σήμερα στους νέους λείπουν η συλλογική έμπνευση και ο συντονισμός. Παλεύουν μόνοι, αφημένοι στην τύχη τους. Σαν να οργανωνόταν χρόνια η καταστροφή τους, μέσα από την παιδεία και τον πολιτισμό».

Είναι η 18η σκηνοθεσία της ηθοποιού η οποία ξεκίνησε συγκυριακά από κάποιες ομάδες νέων, έχοντας αδυναμία στη διδασκαλία. «Θέλω να λάμπει ο ηθοποιός στη σκηνή και σχεδόν καθόλου να μη φαίνεται το εύρημα της σκηνοθεσίας».

Βέβαια, από το 1985 που τη θυμάμαι να μοιράζεται το βραβείο α΄ γυναικείου ρόλου για την ερμηνεία της στην ταινία «Μια τόσο μακρινή απουσία», μαζί με τη Θέμιδα Μπαζάκα για την ερμηνεία της εκείνη στα «Πέτρινα Χρόνια», η Πέμη Ζούνη δεν περιορίστηκε ποτέ σε ένα πεδίο. Ηθοποιός, σκηνοθέτις, τραγουδίστρια, παραγωγός, δοκιμάστηκε σε πολλούς χώρους και στο σπικάζ. Τη δεκαετία του ’90, τα κοριτσάκια έλιωναν σαν άκουγαν την Εσμεράλδα στην ελληνική μεταγλώττιση της «Παναγίας των Παρισίων».

Στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όμως, σπούδασε Φιλολογία, συνέχισε στο Πανεπιστήμιο Ναντέρ στο Παρίσι, έκανε χρόνια χορό, συγχρόνως πιάνο και φλογέρα στο Ωδείο Αθηνών, υποκριτική στη Σχολή του Εθνικού, ενώ δοκίμασε και την πολιτική. «Αυτή έχει να κάνει με την επικοινωνία», απαντάει. Πίστεψε ότι μπορεί να προσφέρει. Συνέπεσε με μια κούραση που είχε από το θέατρο. Το 2009 δοκίμασε την εμπειρία της Βουλής, αλλά το 2012 παραιτήθηκε. Ηταν μια οδυνηρή και πλούσια εμπειρία. Τελικά «έζησα από μέσα όλη την αποδόμηση του συστήματος και του ΠΑΣΟΚ. Τον τρόπο που διάλεξαν να αποδομηθούν, λέγοντας ψέματα ή μισές αλήθειες. Αυτό με έσπρωξε να παραιτηθώ».

Αν ο ηθοποιός αναζητάει το αυθεντικό, η πολιτική έμοιαζε με «κακό θέατρο. Το επίπεδο στη Βουλή ήταν ασύλληπτο. Αρκεί να διαβάσει κανείς παλιούς λόγους βουλευτών για να το διαπιστώσει». Ομως «έζησα και ανθρώπους που πάλευαν, ανθρώπους καθαρούς. Τότε μπήκαν πολλοί νέοι, απ’ όλους τους χώρους». Σήμερα λέει με σιγουριά πως «η πατίνα του έμπειρου πολιτικού δεν μου άρεσε».

Θα επέστρεφε στην πολιτική «μόνο αν άλλαζε το τοπίο άρδην, πράγμα ανέφικτο». Ρωτώντας την αν επιμένει στον ίδιο πολιτικό χώρο, γελάει: «Είναι αστείο να μιλάμε σήμερα για χώρους στην πολιτική», ενώ για τον πολιτισμό είναι σαφές τι έμαθε στο Κοινοβούλιο: «Οι πολιτικοί δεν ενδιαφέρονται καθόλου για τον πολιτισμό και ποτέ».

Στα 58 της σήμερα, θέλει να παίξει περισσότερα έργα του Τσέχοφ ή του Σαίξπηρ, αλλά και πιο σκληρά και σκοτεινά κείμενα, όπως «Τα μυρμήγκια» του Θανάση Τριαρίδη που σκηνοθέτησε με τον Κώστα Φιλίππογλου. Το ευρύ κοινό την έχει ταυτίσει με ενζενί, ευάλωτα ή δυναμικά θηλυκά και σέξι ηρωίδες, όμως εκείνη συχνά λαχταρούσε ρόλους ντάμας. Οταν το 1992 ο Ζυλ Ντασσέν την κάλεσε να παίξει την Πόλυ στην «Οπερα της πεντάρας» ενώ εκείνη ονειρευόταν την Τζένη, τα λόγια της Μελίνας «γλυκιά μου, η Πόλυ δεν είναι ενζενί, είναι κίλερ» της έδειξαν μια άλλη πλευρά.

Κάποια στιγμή έρχεται και το τσαλάκωμα, «βοηθάει και ο χρόνος». Πολλές το λένε, αλλά λίγες το επιζητούν. «Σε μια φωτογράφιση θέλω να βγω καλή. Δεν θα χειρουργηθώ, όμως, για να σταματήσω τον χρόνο. Ούτε θα επιδιώξω να παίξω νωρίτερα την “Επιστροφή της γηραιάς κυρίας”. Αλλωστε, η γενιά μου (Θέμις Μπαζάκα, Γιώτα Φέστα, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Λυδία Φωτοπούλου) φιλοδοξούσε για τους ρόλους, όχι για την εικόνα». Επαιξε όμως και με το λάιφ στάιλ. «Αλλά δεν το προσκυνήσαμε. Οι φωτογραφίσεις με ωραία ρούχα και η τηλεόραση ήταν μέρος της δουλειάς που σταματούσε εκεί».

«Ταξίδια σε άλλες ζωές»

Για τη γενιά της τώρα, στενεύει λίγο ο χώρος. Το αντιμετωπίζει «ως δίκαιο». «Το καινούργιο αίμα πρέπει να βγει, όμως πάντα υπάρχουν ρόλοι». Στην καριέρα της δεν αφοσιώθηκε απόλυτα σε ένα είδος, γιατί ήθελε να καταπιάνεται με πολλά. «Επαιρνα λιγότερο σοβαρά τον εαυτό μου. Τον κανιβάλιζα. Ισως έχω μέσα μου μια πατίνα βαριετέ και τσίρκου και δεν συγκεντρώνομαι σε ένα δρόμο».

Μάλλον ευθύνεται το DVA. Πατέρας της ο Λάμπρος Ζούνης, ηθοποιός και κονφερασιέ και η μητέρα της, χορεύτρια που εγκατέλειψε σαν παντρεύτηκε, της έμαθαν πως το θέατρο δεν ήταν μυθικός χώρος, αλλά η οικογένειά της. «Χρόνια επισφαλή και συναρπαστικά». Σαν τον έχασε, 11 ετών, διάλεξε την ασφάλεια της φιλολογίας και τον χορό παρότι «ονειρευόμουν ταξίδια σε άλλες ζωές». Τελικά, σε μία κατάφερε πολλά…

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT