Ο δικός μου οδηγός στην πόλη ήταν ο Saleh. Εμοιαζε με Βαλκάνιο μουσικό: σκούρο σακάκι, μικρό μαύρο καπέλο, λεπτός, με κίνηση ελεύθερη και χορευτική. Είμαστε 20 συνολικά θεατές–περιπατητές όσοι παραταχθήκαμε στον σταθμό στο Μοναστηράκι, την προηγούμενη Τετάρτη, στις 10 το βράδυ, κρατώντας ένα λευκό χαρτί με το όνομα του μετανάστη που θα αναλάμβανε να χαράξει για μία, περίπου, ώρα τη δική του διαδρομή στο κέντρο της Αθήνας. Φορούσαμε ακουστικά που μετέδιδαν μουσική και ένα κείμενο – αφήγηση, σύνθεση διαφορετικών ιστοριών που μιλούν για γεγονότα, βιώματα, σκέψεις, συναισθήματα, περιγράφουν στιγμιαία βλέμματα ζωής και συνύπαρξης (υπό όρους).
Η παράσταση δρόμου του Ολλανδού Ντρις Φερχόφεν με τίτλο «No man’s land» ήταν μία από τις πέντε διεθνείς συμμετοχές του Fast Forward Festival που διοργάνωσε η Στέγη Γραμμάτων (27/4 – 11/5), για πρώτη χρονιά, με εμψυχώτρια την καλλιτεχνική διευθύντρια Κάτια Αρφαρά.
Με τον Saleh να προπορεύεται (και μια κάμερα να μας ακολουθεί – ο σκηνοθέτης Μενέλαος Καραμαγγιώλης με το συνεργείο του κατέγραφαν το δρώμενο) διασχίσαμε Μοναστηράκι, Ερμού, Θησείο, Τεχνόπολη–Γκάζι, γραμμές του τρένου Κωνσταντινουπόλεως, στρίψαμε Αγίας Μαρκέλλας, Βοτανικό. Καταλήξαμε –και οι 20– σε μια αλάνα ειδικά διαμορφωμένη με άμμο και 20 μικρές καμπίνες. Υστερα από ένα πολύβουο ταξίδι, με κόσμο να σχολιάζει ή να αδιαφορεί, χαμόγελα, απορία, ρυθμικές κινήσεις που «υπαγόρευε» η μουσική από τα ακουστικά, χάζι στην πόλη (ο τουρίστας ήμουν εγώ), μυρωδιές και γεύσεις (ένα μανταρίνι, τμήμα του χάπενινγκ), μέρη σκοτεινά και μέρη γεμάτα φώτα και φωνές, η απόλυτη σιωπή. Ο Saleh τραγουδάει έναν δικό του σκοπό, μια φιγούρα μετανάστη σε προβολή, σκοτάδι. Οταν ανοίξαμε την πόρτα δεν ήταν κανένας εκεί. Στο μυαλό «έτρεχαν» ακόμη εικόνες της πόλης σε fast forward, ανάκατες με φράσεις αποσπασματικές, που περιέγραφαν φόβους, αγωνίες, καθημερινά τελετουργικά.
«Situation rooms»
Λίγες ώρες νωρίτερα, στο Ιδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, οι Γερμανοί Rimini Protokol ζητούσαν τη συμμετοχή μας στα «Situation rooms». Δεκαπέντε δωμάτια, εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους, ανασυνθέτουν την «αρχιτεκτονική» του πολέμου: ένα χειρουργείο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στη Σιέρα Λεόνε, ένας δρόμος στη Χομς, μια αίθουσα συσκέψεων στο Βερολίνο, ένα γραφείο τραπεζίτη, ένα δωμάτιο προσφύγων στο Πακιστάν, ένα μεξικανικό νεκροταφείο…
Οι 20, κάθε φορά, θεατές περιφέρονται με ένα iPad στο χέρι και ακουστικά, ακολουθούν οδηγίες για το τι πρέπει να κάνουν συμμετέχοντας στα δρώμενα, διασταυρώνονται «υποδυόμενοι» διαφορετικούς ρόλους ο καθένας, ερχόμενοι από κόσμους που εκ πρώτης όψεως δεν συμπίπτουν (μία μεγάλη τράπεζα, ένας έμπορος όπλων, τα κομμένα χέρια ενός Νιγηριανού αντάρτη). Οι αφηγήσεις, σε αυτήν την περίπτωση, είναι ρεαλιστικές. Τα πρόσωπα υπαρκτά, τα βίντεο, τα έπιπλα, τα εξαρτήματα είναι μέρος μιας «εικονικής πραγματικότητας», μιας καταγραφής, καταγγελίας και ταυτόχρονα διαμαρτυρίας για έναν πλανήτη στον οποίο ο πόλεμος είναι η πιο προσοδοφόρα βιομηχανία.
«Διπλό κλικ»
Την περασμένη Κυριακή, ο Λιβανέζος Ραμπί Μρουέ, σκηνοθέτης, συγγραφέας, εικαστικός καλλιτέχνης, στη μικρή αίθουσα του 5ου ορόφου της Στέγης Γραμμάτων, σε μια «αντιακαδημαϊκή διάλεξη» όπως την ονομάζει, επιχειρεί να αναλύσει το «Διπλό κλικ» (Double Shooting), το ένα της κάμερας και το άλλο του όπλου που πυροβολεί. Διαδηλωτές στη Συρία καταγράφουν… τον θάνατό τους. Ενας Σύρος με το κινητό στο χέρι από ένα παράθυρο τραβάει όσα διαδραματίζονται στον δρόμο. Ξαφνικά, ένας ελεύθερος σκοπευτής βλέπει το μάτι που τον παρακολουθεί, σηκώνει το όπλο, πυροβολεί. Το «μάτι» πέφτει στο δάπεδο, στραμμένο προς το ταβάνι του δωματίου, κι εμείς βλέπουμε ό,τι βλέπει. Και το ερώτημα: γιατί συνεχίζει (συνεχίζουν) ενώ ξέρουν ότι ο σκοπευτής τούς σημαδεύει; «Ο θάνατος είναι έξω από την εικόνα», λέει ο Μρουέ. «Εκείνη τη στιγμή προέχει το γεγονός, όπως το βιώνουν».
Ο κόσμος κινείται «όλο και πιο γρήγορα»
Το ίδιο βράδυ, στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης, η Βελγίδα χορογράφος Μισέλ Αν ντε Μέι και ο σύζυγός της, γνωστός σκηνοθέτης του κινηματογράφου, Ζακό βαν Ντορμέλ δίνουν την τελευταία παράσταση του «Kiss & Cry». Μια σκηνή σαν κινηματογραφικό στούντιο με κάμερες, μακέτες σκηνικών, καλώδια, τροχαλίες. Πρωταγωνιστές: τα δάχτυλα των χεριών. Ζουν και κινούνται σαν σώματα χορευτών, κινηματογραφούνται στη μικροκλίμακα της μακέτας και προβάλλονται στην οθόνη. Τα χέρια αφηγούνται την ιστορία της Γκιζέλ και των πέντε εραστών της, ένας ύμνος στην αγάπη, στον έρωτα, στη συντροφικότητα, αλλά και στις αντιφάσεις τους. Πώς αναπαράγει η μνήμη πρόσωπα και καταστάσεις. Τι «θυμάται» το σώμα; Η μνήμη ως τόπος πολλαπλών συναντήσεων, μια παραλία με μινιατούρες ανθρώπων που η Γκιζέλ «ξαναβρίσκει». Μουσική, χορογραφία από δύο γυμνά χέρια, κουκλόσπιτα, ένα τρένο–παιδικό παιχνίδι για τις μετακινήσεις, οι καταστροφές (ένα σπιρτόκουτο που καίγεται, το νερό σε ενυδρείο που κατακλύζει τα πάντα…), η μαγεία της τέχνης και της τεχνολογίας.
Η επόμενη μέρα, η περασμένη Δευτέρα (και Τρίτη) ήταν αφιερωμένη στη θεωρητική προσέγγιση. Το διεθνές συμπόσιο «Media, πολιτική, περφόρμανς: ο ρόλος του διαμεσικού θεάτρου στον δημόσιο χώρο» έφερε διακεκριμένους θεατρολόγους και φιλοσόφους γύρω από το ίδιο τραπέζι. Υπάρχει θέατρο χωρίς ηθοποιούς; Ο 21ος αιώνας της ηλεκτρονικής τεχνολογίας και της ψηφιακής έκρηξης κινεί τον κόσμο «όλο και πιο γρήγορα». Η τέχνη, η κοινωνία, η πολιτική συναντώνται, συγκλίνοντας ή αποκλίνοντας, συγκρούονται ή συμπορεύονται. Ποιος μοιράζει «τα χαρτιά»; Τι σημαίνει διαμεσολάβηση; Πρέπει να απομακρυνθούμε από τη δραματουργία για να παρακολουθήσουμε έναν κόσμο που διαρκώς αλλάζει; Το θέατρο είναι Μέσο Μαζικής Ενημέρωσης; Ποια είναι τα όρια ανάμεσα στον ακτιβισμό και στην καλλιτεχνική δράση; Το θέατρο με ακουστικά και iPad επιτρέπει στους ανθρώπους να βιώσουν νέες εμπειρίες, τα ακουστικά μάς επιτρέπουν «να αντιληφθούμε τον χώρο μέσα στο κεφάλι μας». Και το κυρίαρχο ερώτημα: Το θέατρο κατά πόσο μπορεί να οριστεί ακόμα ως θέαμα;
Επί δύο, σχεδόν, εβδομάδες, θεωρητικοί ανέπτυξαν τους προβληματισμούς τους, θεατές (είναι άραγε αυτή η σωστή λέξη;) βίωσαν με τη χρήση νέων μέσων τη συνύπαρξη και τη συναισθηματική εμπλοκή. Οι μορφές θεάτρου που γεννιούνται στον 21ο αιώνα είναι πολιτικοποιημένες, στρατευμένες, από τη μια πλευρά, και πολύ πιο «επιδραστικές» με τη συμβολή της τεχνολογίας, από την άλλη. Η εμπειρία πολλαπλασιάζεται, οι αισθήσεις οξύνονται. Το «διαμεσικό θέατρο» καλλιεργεί τον θεατή του 21ου αιώνα: ένα πολυεργαλείο αντιληπτικότητας και δεξιοτήτων.