«Η ιερότητα της μυστικής ζωής των ασήμαντων»

«Η ιερότητα της μυστικής ζωής των ασήμαντων»

3' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αν και είναι ένα από τα πιο αγαπημένα μυθιστορήματα του Μάτεσι, με αλλεπάλληλες εκδόσεις, το οποίο μεταφράστηκε σε περισσότερες από 30 χώρες και συζητήθηκε να μεταφερθεί από τον Κουστουρίτσα στη μεγάλη οθόνη, το θεατρικό ανέβασμα της «Μητέρας του σκύλου» του Παύλου Μάτεσι προκαλεί άγχος στον Σταύρο Τσακίρη. Η φιλία του με τον συγγραφέα είναι ένας λόγος. «Γνώριζα τις αγωνίες του και δεν θα ήθελα να κάνω λάθος». Ο άλλος λόγος είναι ότι, απασχολημένος κυρίως με την τραγωδία τόσα χρόνια, δεν καταπιάστηκε με κείμενα που αφορούν τη νεοελληνική πραγματικότητα. Βέβαια όταν αρχίζει η πρόβα στην οδό Ευμολπιδών 45, στο Γκάζι, όλα αυτά χάνονται στο πίσω μέρος του μυαλού…

Το αριστοτεχνικό μυθιστόρημα του Μάτεσι, που ανεβαίνει στο Σύγχρονο Θέατρο από 10μελή θίασο και πρωταγωνίστρια τη Δήμητρα Χατούπη, είναι και η 80στή παράσταση που σκηνοθετεί ο Στ. Τσακίρης. Ο χαρακτήρας της Ραραού, που συμπυκνώνει ένα μέρος της μεταπολεμικής Ελλάδας, ήταν μια επιπλέον δυσκολία αλλά και πρόκληση. «Τις περισσότερες φορές όταν γράφεται ένα κείμενο για την Ελλάδα, ασχολείται είτε με τους επιφανείς, τις ηρωικές πράξεις, είτε με κάποια υψηλά ιδεώδη. Κι όμως, η Ελλάδα έφτασε όπου έφτασε μέσα από ευτελή κίνητρα και με έναν τρόπο καθόλου ηρωικό».

Η μαγική φράση του μυθιστορήματος που διατρέχει και την παράσταση είναι το μότο της ηρωίδας: «Επρεπε να κολακεύω για να επιζήσω και επέζησα». Η αλήθεια είναι ότι «η Ραραού έκανε τα πάντα για να επιβιώσει και κυρίως να πραγματώσει τα όνειρα της μητέρας της. Κι ενώ καταλήγει στο φρενοκομείο, δηλώνει επιτυχημένη και ευτυχής». Ενα λαϊκό παραμύθι που μιλάει για αισθήματα, απορρίψεις και άκυρες ζωές είναι γι’ αυτόν το έργο του Μάτεσι. «Η ιερότητα της μυστικής ζωής των ασήμαντων», όπως σημειώνει ο Σταύρος Τσακίρης.

Ζωντανή αφήγηση

Είναι η αφήγηση μιας ώριμης γυναίκας που παρουσιάζει τα χρόνια που ήταν παιδί. Από τον πόλεμο της Αλβανίας όταν εξαφανίστηκε ο πατέρας της και η μητέρα της αναγκάστηκε να ενδώσει στο φλερτ ενός Ιταλού, προκειμένου να ταΐσει τα παιδιά της, μέχρι την εφηβεία της στην απελευθέρωση όπου έζησε τη διαπόμπευση της μητέρας της μέσα στον πανικό των αντικρουόμενων ιδεολογιών της εποχής. Αλλά και η ζωή της αργότερα σε ένα πολυβολείο έξω από την Αθήνα. Η Ραραού όμως ήταν και κομπάρσος στα μπουλούκια πριν τη βρουν τα γεράματα με ένα μικρό διαμέρισμα που πρόλαβε να αγοράσει αλλά κι έναν… τάφο. Μια γυναίκα που μιλάει συνεχώς για τον εαυτό της, «στην ουσία όμως είναι ένα πρόσωπο χωρίς εγώ».

Ή, αλλιώς, «η Ελλάδα της κόκκινης φορμάικας που έψαξε να βρει ένα έδαφος να εγκατασταθεί. Ενα έθνος χωρίς εγώ», λέει ο σκηνοθέτης. Οσο για την παράσταση, δεν είναι λέει εξομολόγηση, ούτε αφήγηση, δεν είναι ένα παιχνίδι-θέατρο, ούτε θέατρο μέσα στο θέατρο. «Νομίζαμε ότι αφηγηματικότητα ήταν να αφηγείσαι, να λες μια παραμυθία. Αυτό, έπειτα από τις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες, εξελίχθηκε σε ένα θέατρο όπου αφηγείται ένας και οι άλλοι αναπαριστούν μέσα από έναν παιγνιώδη τρόπο. Με αυτόν τον τρόπο νομίζαμε ότι ερμηνεύαμε τον μεταμοντερνισμό. Είμαστε σε φάση να ξεφύγουμε απ’ αυτό».

Σε μια εποχή δύσκολη ανεβάζει έργο με πολυπρόσωπο θίασο όταν οι σκηνές της Αθήνας γεμίζουν από μικρά σχήματα ή μονολόγους. Το τοπίο του θεάτρου θα γίνει ανθηρό όταν οι θεατές γίνουν πιο ενεργοί κι όχι οι θεατρικές ομάδες, λέει ο Στ. Τσακίρης. «Το κοινό σήμερα είναι πιο καλλιεργημένο, δεν έχει ανάγκη τον αναλυτικό τρόπο που δουλεύαμε κάποτε. Πλέον δεν κρίνει ούτε το έργο ούτε τον μύθο, αλλά τη σκέψη πάνω στον μύθο». Είναι όμως και κοινό που καταναλώνει οτιδήποτε. «Εργα που παρουσιάζονται ως πολιτικά ενώ είναι ουραγοί της ηθογραφίας. Το 80% της παραγωγής των έργων από το 1990 και μετά παγκοσμίως είναι μια νεο-ηθογραφία που δεν έχει σχέση με την εξέλιξη του θεάτρου κι όμως προβάλλονται ως πολιτικά ή προχωρημένα κείμενα ενώ είναι κουταμάρες. Το ίδιο συμβαίνει και με τις παραστάσεις. Αυτό εννοώ όταν λέω να διαχωριστούμε από το θέατρο-παιχνίδι».

Αυτό που τα τελευταία χρόνια ερμηνεύεται ως άνθηση του θεάτρου, για τον Στ. Τσακίρη «είναι φούσκα». Η ποσότητα, λέει, «είναι ένα σύμπτωμα που δεν δείχνει σοβαρή ασθένεια αλλά ίωση. Σε τρία-τέσσερα χρόνια θα ξεκαθαρίσει το τοπίο. Γίνεται ένας φυσικός επαναπροσδιορισμός και μετακινούμαστε από το θέατρο της εικόνας στο θέατρο της πνευματικότητας. Στο κείμενο και τον ηθοποιό. Ηδη αχνοφαίνεται πως το αύριο στο θέατρο θα είναι καλύτερο από το χθες».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT