Μικρογραφία της Οικουμένης

3' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΛΙΛΙΑΝ ΧΕΛΜΑΝ

Μικρές αλεπούδες

σκηνοθ.: Τόμας Οστερμάιερ

θέατρο: Schaubuehne Berlin (Φεστιβάλ Αθηνών)

Για το ελληνικό κοινό τουλάχιστον, το τάιμινγκ παρουσίασης των «Μικρών αλεπούδων» σε σκηνοθεσία Οστερμάιερ στο Φεστιβάλ Αθηνών ήταν παραπάνω από εύστοχο. Το πιο γνωστό έργο της λογοκριμένης από την Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών του Μακάρθι έως και το 1984 που πέθανε, Λίλιαν Χέλμαν, παρά την παλαιά κοπή και δομή του ξυπνά έντονα πολιτικο-οικονομικά αντανακλαστικά σήμερα. Ο δραματουργός της παράστασης Φλόριαν Μπόρχμαϊερ χαρακτηρίζει εύγλωττα τους Χάμπαρντ «φιδοφωλιά αδίστακτων κερδοσκόπων μιας οικογενειακής δυναστείας, η οποία αποτελεί συγχρόνως μικροσκοπικό σύμβολο μιας Αμερικής (βλέπε: Οικουμένης πλέον), που καταλήγει αναπόδραστα στην αυτοκαταστροφή εξαιτίας του αχαλίνωτου καπιταλισμού της…». Η γοητευτική, υπολογίστρια Ρεγγίνα Χάμπαρντ, αποκληρωμένη υπέρ των αδελφών της Μπεν και Οσκαρ χρησιμοποιεί τον γάμο της με τον τραπεζίτη Χόρας Γκίντενς αποκλειστικά για να ξεφύγει από την επαρχιακή ζωή της. Για μια χρυσοτόκο -όπως την θεωρούν- επένδυση οι άπληστοι αδελφοί της έχουν ανάγκη τα χρήματα του Χόρας, στο μεταξύ βαριά άρρωστου σε κλινική της Βοστώνης. Η Ρεγγίνα υποδύεται πως τον επιθύμησε και στέλνει την κόρη τους Αλεξάνδρα να τον φέρει σπίτι. Εκεί, εκτός από την ανθρωποκτονική συμπεριφορά της έρχεται αντιμέτωπος με υπεξαίρεση χρεογράφων του εκ μέρους του ανιψιού του Λίο, παρακινημένου από τον πατέρα του Οσκαρ. Ο Χόρας χρησιμοποιεί το γεγονός για να εξαιρεθεί η Ρεγγίνα από τη μοιρασιά, εκείνη τον αφήνει αβοήθητο να πεθάνει κι εκβιάζοντας την οικογένειά της αποσπά τη μερίδα του λέοντος, ενώ μένει στο τέλος ολομόναχη, κυκλωμένη από φόβους.

Ο Οστερμάιερ μετέθεσε τον χώρο και τον χρόνο του έργου στο σήμερα και κάπου στην Ευρώπη. Κίνησε την παράσταση σ’ ένα σύγχρονο, ψυχρό αλλά φίνας πολυτέλειας σκηνικό (Γιαν Πέπελμπαουμ), αργά κυλιόμενη σκηνή με δερμάτινα έπιπλα, πιάνο με ουρά, μαύρη, συρόμενη πόρτα – αυλαία προς την τραπεζαρία – εσωτερική σκηνή, διάφανη, ανάλαφρη αλλά δεσπόζουσα σκάλα προς τα επάνω πατώματα. Η έναρξη, με αυξομειούμενης έντασης μουσική και κομψά ντυμένη (Ντάγκμαρ Φάμπις) ομήγυρη πριν και μετά από επίσημο δείπνο προς τιμήν του υψηλού καλεσμένου, επιχειρηματία Μάρσαλ, έχει ακριβό κρασί, φιλοφρονήσεις, ελπίδες για κέρδη και άψογα δουλεμένα στιγμιότυπα. Ακολουθούν οικογενειακές συναθροίσεις, επεισόδια, ψιλο-χειροδικίες, συνεχείς συγκρούσεις, μυστικές συνεννοήσεις, αγωνίες, αφίξεις, αποκαλύψεις, η καρδιακή προσβολή του Χόρας, η πτώση του ανεβαίνοντας τη σκάλα, ο θάνατός του στα επάνω δωμάτια, που σιωπηλά αναγγέλλει η κόρη του, εχθρική πια προς τη μητέρα της Ρεγγίνα.

Η ποιότητα της υποκριτικής των ηθοποιών είναι τέτοια, που συμβολισμοί, αναφορές, προεκτάσεις του έργου προκύπτουν αβίαστα και γλαφυρά μετατρέποντας ένα (τηλεοπτικού τύπου) ενδιαφέρον για μια άπληστη οικογένεια σε προσήλωση και αγωνία για μια ετοιμόρροπη κοινωνία. Με τον άψογο τονισμό και τις διακυμάνσεις του λόγου τους, την εκφραστική γλώσσα του σώματός τους, την εκπληκτική πιστότητα των διαρκών τους συγκρούσεων, τον συντονισμό και τη ζηλευτή σκηνική επαφή τους, τις εξαντλητικά μελετημένες αντιδράσεις τους, τα κωμικο-δραματικά επεισόδια, ιδίως εκ μέρους της δυστυχισμένης, αλκοολικής Μπέρντι, γυναίκας του Οσκαρ ή του άμυαλου Λίο, τις άπειρες, λεπτοδουλεμένες λεπτομέρειες της στιβαρής σκηνοθεσίας, απολαύσαμε καθαρόαιμο θέατρο. Μακριά από όσα ο ακραίος, νεογερμανικός ρεαλισμός των προηγούμενων δεκαετιών είχε επιδείξει και δυστυχώς διδάξει. Θεωρώ πως αυτό που ίσως έμοιαζε κάποιες στιγμές με ακαδημαϊκό θέατρο ήταν η κατάκτηση της παράστασης. Διαπερνώντας ποικίλες σκηνικές εμπειρίες και σχολές, αποτελούσε το απαύγασμα της θεατρικής ουσίας. Την εκρηκτική ταύτιση της προσωπικότητας του υποκριτή με τις πιο μυστικές, τολμηρές, αποκαλυπτικές διαστάσεις και προεκτάσεις του ρόλου του.

Από το κωμικο-σπαραχτικό και παραπαίον ναυάγιο της νύφης Μπέρντι (Ουρσίνα Λάρντι), τον θηρευτικό κυνισμό του άπληστου Οσκαρ (Ντέιβιντ Ρούλαντ), την αναιδή φαυλότητα του Μπεν (Μαρκ Βάσκε), τη θρασύδειλη βλακεία του Λίο (Μόριτς Γκότβαλντ), την πρωτευουσιάνικη κυριαρχία του Μάρσαλ (Αντρέας Σρέντερς), την ψυχρή, κομψή, αδίστακτη και αρπαχτική Ρεγγίνα (Νίνα Χος), τη βαθμιαία ωριμάζουσα Αλεξάνδρα (Ιρις Μπέχερ), τον επιβλητικά καταβεβλημένο, ηγετικά παρόντα Χόρας Γκίντενς (Τόμας Μπάντινγκ) μέχρι την έμπιστη υπηρέτρια (Τζεν Κένιγκ) δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσεις κάποιον από τη σπουδαία αυτή πινακοθήκη των μοιραίων.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT