Είναι το «White Lotus» η σειρά που θα μας κάνει να ξεχάσουμε το «Skip Intro»;

Είναι το «White Lotus» η σειρά που θα μας κάνει να ξεχάσουμε το «Skip Intro»;

Τα πιο αλλόκοτα opening credits που έχουμε δει εδώ και πολύ καιρό μας μαθαίνουν κάτι για τη «χαμένη τέχνη» των τίτλων αρχής -που τελικά, δεν είναι και τόσο χαμένη

5' 52" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Skip Intro».

Το κουμπί του Netflix που μας επιτρέπει να παραλείψουμε την εισαγωγή μιας σειράς και να πάμε κατευθείαν στο «ζουμί» είναι συνώνυμο του binge watching από το 2017 οπότε και προστέθηκε σαν λειτουργία στην πλατφόρμα (και στη συνέχεια και σε άλλες). Τόσο πολύ, μάλιστα, που μια μέση ημέρα, το κουμπί πατιέται 136 εκατομμύρια φορές, με τον χρόνο που γλιτώνουν οι χρήστες αθροιστικά να ανέρχεται σε…195 χρόνια. 

Κάποτε οι τίτλοι αρχής μιας τηλεοπτικής σειράς λειτουργούσαν σαν πείραμα του Παβλόφ. Άπαξ και έπεφταν, ξέραμε πως ήρθε η ώρα να καθίσουμε στον καναπέ, να σιγοτραγουδήσουμε ενδεχομένως το κομμάτι που ακούγεται σε αυτούς, να ακολουθήσουμε υπνωτικά με το βλέμμα μας καρέ-καρέ αυτό το ένα-ενάμιση λεπτό, συνήθως ίδιο και απαράλλαχτο σε κάθε επεισόδιο, τη μικρή εισαγωγή στο εκάστοτε τηλεοπτικό σύμπαν. 

Το streaming, βέβαια, αντέστρεψε τους όρους και κάπως έτσι, το τηλεοπτικό πρόγραμμα δεν είναι αυτό που ορίζει τις συνήθειές μας, αλλά, αντίθετα, εμείς προσαρμόζουμε το τηλεοπτικό περιεχόμενο στο δικό μας πρόγραμμα. Έτσι, αν μιλάμε για μια σειρά που γίνεται διαθέσιμη αποκλειστικά μέσα από μια πλατφόρμα streaming ανά σεζόν κι όχι ανά επεισόδιο, οι τίτλοι αρχής ουσιαστικά χάνουν τη λειτουργία τους ως «δήλωση» ενός γεγονότος, μιας και αυτό το γεγονός το έχουμε προκαθορίσει εμείς ήδη και μένουν απλά να χωρίζουν νοητά τα κεφάλαια μιας ιστορίας. 

Και ποιος, ωστόσο, δεν έχει βρεθεί στη θέση να περιμένει σχεδόν με μανία να εμφανιστεί η επιλογή παράλειψης τίτλων και να πατήσει το κουμπί, λες και κάποια δευτερόλεπτα θα μας σώσουν. Έχουμε, ομολογουμένως, ένα παράδοξο εδώ: κάποτε, περιμέναμε μία εβδομάδα για να δούμε ένα επεισόδιο που μας «καθήλωνε» στην οθόνη από το πρώτο σήμα των τίτλων για μισή-μία ώρα, τώρα, περνάμε 4,5 και 6 ώρες καταναλώνοντας λαίμαργα μια σειρά, έχοντας πάρει το σχήμα του καναπέ, αλλά «πετάμε» τους τίτλους σαν κουκούτσια, ξαφνικά, νιώθουμε τον χρόνο μας πολύτιμο. 

Κάποιος θα αναρωτηθεί, βέβαια, γιατί να δει 3-4 φορές σε ένα απόγευμα τους ίδιους τίτλους; Κάποιος άλλος, όμως, θα πει πως υπάρχουν κι εκείνοι που δεν ξέρουν καν πώς είναι οι τίτλοι αρχής της αγαπημένης τους σειράς γιατί πατάνε το «skip» από το πρώτο επεισόδιο. 

Για να μη γινόμαστε, πάντως, απόλυτοι, δεν αδικούμε κάποιον που βλέπει, για παράδειγμα, σήμερα το «Breaking Bad» και βαριέται να δει σε κάθε επεισόδιο να πέφτουν απλά καρτέλες με ονόματα που παίζουν με τα γράμματα χημικών στοιχείων (μην ξεχνάμε πως η σειρά βγήκε πριν οι πλατφόρμες μπουν στη ζωή μας, και μπορούσε να διαλέξει μια πιο λιτή οδό, όλοι θα έβλεπαν τους τίτλους έτσι κι αλλιώς). Γιατί, όμως, να θέλει κάποιος να παραλείψει τους τίτλους αρχής του «Better Call Saul», που είναι σπιρτόζικοι, στυλάτοι, κρατούν λιγότερο από 15 δευτερόλεπτα και εναλλάσσονται ανά επεισόδιο ανάμεσα σε 5-6 διαφορετικές εκδοχές; 

Όσο για τους «Simpsons», που τόσα πράγματα έχουν «προβλέψει» όλες αυτές τις δεκαετίες, φαίνεται πως προέβλεψαν κι ότι θα έφτανε η στιγμή που θα ερχοταν το κουμπί «Skip Intro» στη ζωή μας. Και για να μας το κάνει πιο δύσκολο, η πιο γνωστή τηλεοπτική οικογένεια των ΗΠΑ αποφάσισε στα τελευταία δευτερόλεπτα κάθε εισαγωγής, να βρει έναν νέο ευφάνταστο τρόπο να κάθεται στον καναπέ του σαλονιού της, στα λεγόμενα «couch gags», ενώ το σχολείο του Σπρίνγκφιλντ να αλλάζει κάθε φορά την τιμωρία που πρέπει να γράψει ο Μπαρτ στον πίνακα. Όλα αυτά, από τα τέλη του 1989. 

Καλώς ή κακώς, οι τίτλοι αρχής σήμερα μπορεί να έχουν χάσει και λίγο τη σημασία τους, όχι όμως και την τέχνη τους. Σε συνάρτηση με την τηλεοπτική παραγωγή που έχει θέσει τον πήχη πολύ ψηλά, τα opening credits στις «υψηλού προφίλ» σειρές αποτελούν από μόνα τους ένα μικρό έργο τέχνης προσεγμένο σε κάθε κλάσμα του δευτερολέπτου. Ποιος δεν απολαμβάνει κάθε μα κάθε φορά τα δραματικά βιολιά που συνοδεύουν την ελεύθερη πτώση -κυριολεκτική και μεταφορική- του Ντον Ντρέιπερ στην εισαγωγή του «Mad Men»; Όσο για την επική εισαγωγή του «Game of Thrones», που αφήνει την κάμερα να περιηγηθεί σε έναν 3D χάρτη, λέγεται πως χρειάστηκαν δύο χρόνια και ένα εκατομμύριο δολάρια για να φτιαχτεί. 

Αν, βέβαια, υπάρχει μία σειρά της πρόσφατης ιστορίας που προσέφερε στους τίτλους αρχής τη meta απογείωση που χρειάζονταν, τότε με διαφορά αυτή είναι το «White Lotus». Εκτός κι αν ζείτε κάτω από κάποια πέτρα, θα έχετε καταλάβει πως τον τελευταίο καιρό όλοι βλέπουν τη δεύτερη σεζόν της σειράς του Μάικ Γουάιτ που…σκοτώνει πλούσιους με φόντο τη Σικελία, τη σειρά που δικαίωσε μεταξύ άλλων τη Τζένιφερ Κούλιτζ με μία Χρυσή Σφαίρα, σχεδόν δυόμιση δεκαετίες αργότερα από όταν η ηθοποιός έκανε τη μαμά του Στίφλερ στο «American Pie». 

Σαν εικόνες από μια άτακτη, αριστοκρατική Καπέλα Σιξτίνα, μαϊμούδες, γαϊδουράκια και…«peeping Toms» παρελαύνουν μπροστά από μάτια μας όσο προσπαθούμε να επεξεργαστούμε αυτό που ακούμε. Αρπέζ αλά Μπαχ με λίγο από οπερατικά φωνητικά που σταδιακά πάνε για κάτι πιο ποπ, φωνές που αρχίζουν να μοιάζουν σαν ρομπότ που κάνει γαργάρα, να σου και ένα beat για να δέσουν όλα γλυκά (;)*.

(*Να αναλογιστούμε εδώ, βέβαια, πόσο μπροστά ήταν οι «Απαράδεκτοι» που εν έτει 1991 στην ελληνική τηλεόραση, στους τίτλους αρχής της σειράς, ο Νίκο Πατρελάκης σάμπλαρε μια χούφτα πασίγνωστα τραγούδια όπως το «Stand by Me» του Μπεν. Ε. Κινγκ και τα έκανε αγνώριστα.)

Στους τίτλους αρχής της πρώτης σεζόν, πάλι, το θέμα δεν λεγόταν «Renaissance» αλλά «Aloha!» (εξάλλου, τα επεισόδια εκτυλίσσονται στη Χαβάη) και η ίδια μελωδία έρχεται από τη ζούγκλα με αφρικάνικα κρουστά, ρέγκε ρυθμό και ιαχές ζώων.  

Οι τίτλοι αρχής του «White Lotus» μοιάζουν να ήρθαν από «αλλού», κι όμως, ανήκουν τόσο πολύ «εδώ». Σκεφτείτε απλά πως σήμερα στο σινεμά, την τηλεόραση και πόσω δε μάλλον στη μουσική, η ρετρολαγνεία για αυτά που έχουμε ζήσει παίζει πινγκ πονγκ με την έννοια της φαντασματολογίας γύρω από αυτά που δεν έχουμε ζήσει (όπου φαντασματολογία, «hauntology», ο νεολογισμός που χρησιμοποίησε ο Ντεριντά για να περιγράψει την επιστροφή στοιχείων του παρελθόντος στην πραγματικότητα του παρόντος για να χαράξουν τελικά ένα νέο μέλλον). Όσο για τα μουσικά είδη, όλο και περισσότερο ρίχνουν τα κάστρα των ορίων τους, οθώντας συχνά τους μουσικοκριτικούς σε ένα ανελέητο genre dropping (sic) για να περιγράψουν τον ήχο του τάδε καλλιτέχνη, ενώ έχουν ξεφυτρώσει και είδη όπως η hyperpop, που ούτε λίγο ούτε πολύ, ακούγεται σαν κάποιος να άνοιξε 10 καρτέλες του YouTube στον browser και τις άφησε να παίζουν όλες μαζί. 

Για να το πούμε αλλιώς, τα πράγματα που μοιάζουν με τα πάντα και με τίποτα την ίδια στιγμή είναι πιο επίκαιρα από ποτέ. Σε έναν τέτοιο ποπ κόσμο-ψηφιδωτό, μήπως ακριβώς αλλόκοτοι τίτλοι αρχής σαν αυτούς του «White Lotus» είναι αυτοί που βγάζουν το απόλυτο νόημα;

Αν κάνετε το πείραμα και τους βάλετε να παίξουν κάποιες φορές στη σειρά, θα διαπιστώσετε το πόσο εθιστικοί είναι -αφήνουμε εδώ επίσης τις σχεδόν 7 εκατομμύρια ακροάσεις που έχει το «Renaissance» στο Spotify αλλά και τίτλους όπως «The White Lotus Theme Song Is An Absolute Banger» (μτφρ. «Το κομμάτι των τίτλων του “White Lotus” είναι ένα απόλυτο χιτ») σε άρθρα μέσων όπως το The Cut. 

Άραγε, θα καταφέρει το «White Lotus» να γίνει η σειρά που θα μας κάνει να πάψουμε να ψάχνουμε σαν τρελοί το κουμπί του «skip»; Αυτό που μας έμαθαν πάντως τα 104 δευτερόλεπτα των opening credits του είναι ότι θέλουμε να καταναλώνουμε περιεχόμενο τόσο αλλόκοτο όσο και η εποχή μας. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT