25 χρόνια «Sopranos»: Ψυχογράφημα ενός αντιήρωα
25-χρόνια-sopranos-ψυχογράφημα-ενός-αντιήρω-562822126

25 χρόνια «Sopranos»: Ψυχογράφημα ενός αντιήρωα

Πριν ένα τέταρτο του αιώνα το HBO μας σύστησε για πρώτη φορά τον Τόνι Σοπράνο και μας πήγε πολύ πέρα από τη Μαφία του Νιου Τζέρσεϊ, στα υπαρξιακά μονοπάτια της σπουδαίας τηλεόρασης

Φωτ.: HBO
Ακούστε το άρθρο

Βράδυ Κυριακής. Στην τηλεόραση ένας σαραντάρης με αρκετά κιλά και λίγα μαλλιά οδηγεί προς το σπίτι του, φτάνει μπροστά στο γκαράζ του, αφήνει το αμάξι και ανοίγει την πόρτα. 

Θα μπορούσε να είναι ο Χόμερ Σίμπσον. Οσο βέβαια και αν αυτή η διαδρομή θυμίζει τους τίτλους αρχής των «Simpsons», στις 10 Ιανουαρίου του 1999, στο τιμόνι κάθισε για πρώτη φορά ένας, αμφιλεγόμενος όσο να πεις, τύπος από το Νιου Τζέρσεϊ, που σε αντίθεση με τον animated ήρωα, είχε να διαχειριστεί δύο οικογένειες. Ηταν ο Τόνι Σοπράνο και μετά την έλευσή του –όπως θέλουν τα αφηγηματικά κλισέ– η τηλεόραση δεν θα ήταν ποτέ ξανά η ίδια. 

To «Sopranos», όπως μαρτυρά και εκείνο το όπλο που έχει αντί του γράμματος «r» στους τίτλους του (που μπήκε ακριβώς για να μη γίνονται παρανοήσεις με… τις σοπράνο), είναι μια μαφιόζικη σειρά. Κυρίως, βέβαια, στα προσχήματα. Γιατί πόσους αρχηγούς φαμίλιας γνωρίσαμε τη στιγμή που έμπαιναν στο γραφείο της ψυχιάτρου; 

 
 
 
 
 
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη HBO (@hbo)

Η σειρά του Ντέιβιντ Τσέις, που έκανε πρεμιέρα πριν ακριβώς ένα τέταρτο του αιώνα, δεν θα μπορούσε να γίνει ούτε 25 χρονιά πριν ούτε 25 μετά τη στιγμή που δημιουργήθηκε. Ετσι υποστηρίζει τουλάχιστον σήμερα ο ίδιος ο δημιουργός της. Αφενός, σήμερα, στην τηλεόραση όλα έχουν να κάνουν με τα λεφτά, λέει ο Τσέις στο Time. Αφετέρου, μιλώντας στο Rolling Stone αυτή τη φορά, στη δεκαετία του ‘70, όταν και ο ίδιος δούλευε σε σειρές όπως το «Rockford Files», κανένα δίκτυο και κανένας παραγωγός δεν θα κουβαλούσαν αρκετή τρέλα ώστε να πουν «ναι» σε μια σειρά που ο πρωταγωνιστής σκοτώνει, χωρίς να συντρέχει άμεση απειλή, κάποιον –τον Φέμπι Πετρούλιο– με ένα σύρμα. 

Μα και στα τέλη της δεκαετίας του ΄90, όταν ο Ντέιβιντ Τσέις γυρνούσε με το «Sopranos» ανά χείρας, τα κανάλια δεν πέταξαν και ακριβώς τη σκούφια τους. Το CBS δεν είχε θέμα με τη βία και το αίμα, αλλά δεν ήταν πολύ θετικό στην ιδέα ενός αρχηγού της Μαφίας… που ψυχαναλύεται. Το δε Fox άκουσε την πρόταση και δεν ξανακούστηκε ποτέ –δικαίως το Rolling Stone χαρακτήρισε την κίνηση του Fox την τρίτη χειρότερη τηλεοπτική απόφαση που πάρθηκε ποτέ. Το HBO ήταν τελικά αυτό που έδωσε τα χέρια με τον δημιουργό και όχι μόνο έβαλε στο ρόστερ της μία από τις σημαντικότερες σειρές που γυρίστηκαν ποτέ, αλλά μπήκε και το ίδιο δυναμικά στον χάρτη της τηλεοπτικής μυθοπλασίας έκτοτε. 

Μοιάζει επίσης τρομερά αστείο ότι ο σπόρος για το «Sopranos» μπήκε στον Ντέιβιντ Τσέις… από τη μητέρα του. Εβρισκε πάντα τον χαρακτήρα της ανεξάντλητη πηγή κωμικού υλικού και προσπαθούσε να βρει έναν τρόπο να το εκμεταλλευθεί. Και έτσι έκανε τη Λίβια Σοπράνο (Nάνσι Μάρτσαντ), μα δεν του αρκούσε απλά μια στρυφνή ηλικιωμένη κυρία. Επρεπε να την κάνει τη μητέρα – «πηγή του κακού» που ήθελε να σκοτώσει τον γκάνγκστερ γιο της ο οποίος είχε μόνιμα νεύρα, λιγούρες πάσης φύσεως και κακόγουστα κοντομάνικα πουκάμισα και μπορούσε να λιποθυμήσει στη θέα μιας πάπιας, ενός ψαριού ακόμα και ενός κομματιού κρέατος. Δεν είναι να απορείς που ο Τόνι Σοπράνο (άραγε θα ήταν ίδιος χωρίς την ερμηνεία του Τζέιμς Γκαντολφίνι;) βρέθηκε να κάθεται απέναντι στην ψαρωτικά σοβαρή αλλά και ανομολόγητα σέξι με τα σε μόνιμη κοινή θέα πόδια της Τζένιφερ Μέλφι (Λορέιν Μπράκο). 

«Made in America»

25 χρόνια «Sopranos»: Ψυχογράφημα ενός αντιήρωα-1
Από εδώ, η οικογένεια Σοπράνο. Φωτ.: HBO

Εν αρχή είναι η οικογένεια. Αν ο Τόνι Σοπράνο έχει έναν ηθικό φραγμό είναι πως ποτέ δεν θα άγγιζε τη (στενή) οικογένειά του. Υπάρχει ένα δίχτυ προστασίας γύρω από τη σύζυγό του Καρμέλα (Εντι Φάλκο), την πολύ-νορμάλ-για-να-είναι-κόρη-του-Σοπράνο Μέντοου (Τζέιμι-Λιν Σίγκλερ) και τον κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση γιο του Αντονι Τζούνιορ (Ρόμπερτ Ιλερ, στην πιο θεαματική μεταμόρφωση της σειράς στους έξι κύκλους της). 

Δεν συμβαίνει ακριβώς το ίδιο, βέβαια, με την οικογένεια που κάνει τις «βρόμικες δουλειές» του Νιου Τζέρσεϊ. Για του λόγου το αληθές, ο Σοπράνο ξεπλένει τα χρήματα της Μαφίας με μια εταιρεία που συλλέγει σκουπίδια. Σε αυτήν την οικογένεια δεν προλαβαίνεις να χορτάσεις «μούρες»: από τον λίγο αλλοπαρμένο ανιψιό του, Κρίστοφερ Μολτισάντι (Μάικλ Ιμπεριόλι) μέχρι τον απολαυστικά χαζούλη Πόλι Γκουαλτιέρι (Τόνι Σιρίκο) αλλά και τον οριακά μίμο του Αλ Πατσίνο, Σίλβιο Ντάντε (Στίβεν Βαν Ζαντ, που οι περισσότεροι ξέρετε ως τον κιθαρίστα της E Street Band του Μπρους Σπρίνγκστιν). 

Δεν έχει νόημα να αναλύσουμε εδώ κάθε κομπίνα, φόνο ή παράνομο δεσμό που πέρασε έμμεσα ή άμεσα από τα χέρια του Τόνι Σοπράνο (είπαμε, η ηθική δεν είναι το φόρτε του). Ως τότε εξάλλου είχαμε δει και άλλα εξαιρετικά μαφιόζικα πορτρέτα από τον Κόπολα, τον Ντε Πάλμα και φυσικά, τον Σκορσέζε. Ο Τόνι Σοπράνο δεν έφτασε στις οθόνες μας ως απλά ένας φερέφωνο βίας και δράσης, δεν ήταν ένας «Scarface». 

Τα 86 επεισόδια της σειράς είναι το ψυχογράφημα ενός αντιήρωα σε συνέχειες, όπως θα έκανε κάθε υποκεφάλαιο ενός μυθιστορήματος του Φίλιπ Ροθ ή του Τζόναθαν Φράνζεν. Ποτέ, όμως, δεν βιάζεται να σου «το δώσει στο πιάτο». Αλλωστε ελάχιστα επεισόδια κλείνουν με cliffhanger, παρά προτιμούν να αιωρούνται σε μια αφηγηματική αποσυμπίεση. Ακόμα και το κλείσιμο κάθε σεζόν, η απόλυτη τηλεοπτική στιγμή προσωρινού αντίο και αγωνίας, κλείνει πάντα απλά με μια γαλήνια οικογενειακή στιγμή, συνήθως γύρω από ένα τραπέζι. 

 
 
 
 
 
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη HBO (@hbo)

Α, ναι, το φαγητό. Αυτή η αδιάκοπη απόλαυση, που στο «Sopranos» καταχράται τον τηλεοπτικό της χρόνο, καθώς πρέπει να είναι η πιο συχνή δραστηριότητα στην οποία καταφεύγουν οι ήρωες. Μια συνεχής μεταφορά για την απληστία των ηρώων; Μια έκφραση του θερμού ιταλικού ταμπεραμέντου; Η αφορμή κάθε συνάντησης και ένας τρόπος να δείξεις την αλλαγή μεταπηδώντας λόγου χάρη από τις μακαρονάδες στο σούσι; Ολα αυτά μα και απλά η ηδονική γαστρονομική υφή που γίνεται στοιχείο της σειράς τόσο αναπόσπαστο όσο και το πηγαίο χιούμορ της.    

Αντίστοιχα αναπόσπαστος της ιστορίας είναι και κάθε χαρακτήρας που απαρτίζει το μωσαϊκό του «Sopranos». Δεν υπάρχουν ήρωες προκάτ και μονοδιάστατοι και κανείς δεν αντιμετωπίζεται βιαστικά από την αφήγηση, παρά οι πολύ περαστικοί. Η κάμερα εστιάζει στο βάθος κάθε χαρακτήρα έως ότου κάθε κίνηση και απόφασή του να βγάζει νόημα, χωρίς πάντως τίποτα να υπεραναλύεται.  

Ούτε καν τα όνειρα που βλέπει ο Σοπράνο δεν χρειάζεται απαραίτητα να αναλυθούν και τόσο. Και είναι πολλά και είναι περίπλοκα. Είναι όμως απαραίτητα όχι μόνο γιατί δείχνουν φοβερά πειστικά, αλλά γιατί εδώ η ουσία των ηρώων συχνά συμπυκνώνεται σε ένα επίπεδο φαντασιακό: η Καρμέλα, η πιστή σύζυγος και μητέρα, μπορεί να ποθεί τον συνεργάτη του άντρα της Φούριο (Φεντερίκο Καστελούτσιο) και να βλέπει το Παρίσι σαν μια ουτοπία. Η Μέντοου μπορεί να ακροβατεί ασταμάτητα ανάμεσα στο να γίνει γιατρός ή δικηγόρος γιατί και τα δύο υπόσχονται μια καλή ζωή με τίμιο τρόπο. Ο Τόνι μπορεί να ψάχνει συνεχώς αυτό που με κάθε έννοια θα τον χορτάσει και ας μένει πάντα με το ανικανοποίητο. 

Πίσω από όλα αυτά, ο Τόνι Σοπράνο του Ντέιβιντ Τσέις κατάφερε να γίνει ο πρώτος μεγάλος τηλεοπτικός ήρωας που πάει πέρα από τη δική του ιστορία και καλπάζει προς κάθε στρεβλή μορφή που μπορεί να πάρει το αμερικανικό όνειρο (καθόλου τυχαία, το τελευταίο επεισόδιο λέγεται «Made In America»). Αν δεν υπήρχε ο Τόνι Σοπράνο δεν θα μπορούσε να υπάρχει ο Ντον Ντρέιπερ του «Mad Men», ούτε ο Γουόλτερ Γουάιτ του «Breaking Bad». Ισως ούτε και ο Σολ Γκούντμαν του «Better Call Saul», η κωμική φλέβα του οποίου μπορεί να εντοπιστεί σε κάθε ξεκαρδιστικό ξέσπασμα οργής της παρέας του Σοπράνο. 

Εχουν γραφτεί πολλά για την τελευταία σκηνή του «Sopranos», εκεί που τα βλέμματα της οικογένειας του Τόνι μα και της κάμερας επιδίδονται σε ένα ατέλειωτο πινγκ πονγκ μέσα σε ένα diner, πριν πέσει ακαριαία μαύρο και ο θεατής αφεθεί να ψάχνεται για το αν έχει πάει κάτι λάθος με την τηλεόρασή του. Οταν οι τίτλοι τέλους πέφτουν, δεν αργείς να καταλάβεις την αναπόφευκτη κατάληξη. Η οποία, από μία σειρά που επί έξι κύκλους μας βάζει με κάθε τρόπο μέσα στο μυαλό και την ψυχοσύνθεση ενός μαφιόζου, όφειλε να ρίξει αυλαία μέσα από τα μάτια του. Σπουδαίος τρόπος να κλείσεις μια σπουδαία σειρά.  

Ο Τόνι Σοπράνο φυσικά και δεν είναι πια «εδώ». Μα θα είναι εδώ για πάντα. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT