Ο τελευταίος αιώνας χαρακτηρίστηκε από ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις οι οποίες επέδρασαν καταλυτικά στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας των επιχειρήσεων. Οι προκλήσεις της ψηφιακής εποχής και τα νέα επιχειρηματικά μοντέλα, τα οποία επιτρέπουν τη δραστηριοποίηση των επιχειρήσεων χωρίς φυσική παρουσία, κλυδωνίζουν την ισχύουσα δομή του παγκόσμιου φορολογικού συστήματος. Στην πραγματικότητα το διεθνές φορολογικό πλαίσιο δεν κατάφερε να συμβαδίσει με αυτές τις εξελίξεις. Το ζήτημα της μεταφοράς κερδών σε δικαιοδοσίες με χαμηλή φορολόγηση δημιουργεί εντεινόμενες προκλήσεις, ο φορολογικός ανταγωνισμός εξακολουθεί να υφίσταται και η ψηφιοποίηση απαιτεί νέους τρόπους δομικού σχεδιασμού.
Αποσπασματικές και μονομερείς πρωτοβουλίες πιθανόν να διευκολύνουν την επίλυση ορισμένων ζητημάτων, διακινδυνεύοντας όμως τη μεγέθυνση άλλων, με άγνωστες επιπτώσεις για την ευημερία των πολιτών και την κοινωνική συνοχή. Ειδικότερα, αν και οι δομικές μεταρρυθμίσεις προσφέρουν δυναμικές λύσεις σε υφιστάμενα προβλήματα, πιθανόν να δημιουργήσουν νέα ενώ επίσης, λόγω των σημαντικών διανεμητικών τους επιπτώσεων, η επίτευξη διεθνούς συμφωνίας καθίσταται αρκετά δυσχερής.
Σε αυτό το πλαίσιο η φορολόγηση των επιχειρήσεων με βάση τις ταμειακές ροές προορισμού (εφαρμογή της αρχής προορισμού αντί της εγκατάστασης) ή η εισαγωγή ενός τύπου επιμερισμού των εσόδων με βάση τις πωλήσεις, επιλογές που προτείνονται σε ακαδημαϊκό επίπεδο, ίσως συνιστούν υπερβολικά τολμηρά βήματα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε στις 18 Μαΐου 2021 ανακοίνωση με τίτλο «Φορολογία των επιχειρήσεων για τον 21ο αιώνα».
Η Επιτροπή με την υιοθέτηση της ανωτέρω ανακοίνωσης δεσμεύεται να παρουσιάσει μέχρι το 2023 προτάσεις σημαντικών αλλαγών, για ένα νέο αποτελεσματικό και δίκαιο πλαίσιο για τη φορολογία των επιχειρήσεων στην Ε.Ε. Στόχος είναι η δημιουργία σταθερού και φιλικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος με μείωση του διοικητικού βάρους και εξάλειψη των φορολογικών εμπόδιων στην ενιαία αγορά.
Σημειώνεται ότι για τη διαμόρφωση των προτεινόμενων φορολογικών δράσεων της ανακοίνωσης ελήφθησαν υπόψη η πρόοδος που έχει σημειωθεί στο πλαίσιο των συζητήσεων της ομάδας G20 και του ΟΟΣΑ αναφορικά με την παγκόσμια φορολογική μεταρρύθμιση.
Σε διεθνές επίπεδο, οι συζητήσεις στον ΟΟΣΑ για τη φορολόγηση της ψηφιακής οικονομίας, μετά τη δημόσια διαβούλευση των προσχεδίων (Blueprints) για τον πρώτο πυλώνα που προτείνει τη δημιουργία δικαιωμάτων φορολόγησης των δικαιοδοσιών επί κερδών πολυεθνικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον χώρο της παγκοσμιοποιημένης ψηφιακής οικονομίας και για τον δεύτερο πυλώνα που αποσκοπεί στην εφαρμογή κατώτατου πραγματικού φορολογικού συντελεστή επιχειρήσεων, έχουν λάβει νέα τροπή.
Οι προοπτικές για την επίτευξη διεθνούς συμφωνίας ενισχύθηκαν, κυρίως μετά την ολοκλήρωση της δημόσιας διαβούλευσης και την πολιτική υποστήριξη που εκφράστηκε στη Σύνοδο του G20 τον Φεβρουάριο καθώς και μετά τη δέσμευση της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ για ενεργή συμμετοχή στις διεθνείς συνομιλίες. Οι ΗΠΑ παρουσίασαν τον Απρίλιο, τόσο στο πλαίσιο του G20 όσο και του ΟΟΣΑ, την πρότασή τους για τη νέα αρχιτεκτονική του παγκόσμιου φορολογικού συστήματος.
Επί της ουσίας, οι ΗΠΑ προτείνουν ανακατανομή των δικαιωμάτων φορολόγησης των δικαιοδοσιών για όλες τις πολυεθνικές επιχειρήσεις που υπερβαίνουν τα 20 δισ. ευρώ εσόδων και παρουσιάζουν ορισμένο ποσοστό κερδοφορίας – υπό συζήτηση και συμφωνία του ποσοστού, ανεξαρτήτως τομέα οικονομικής δραστηριότητας.
Ταυτόχρονα περιορίζουν το πεδίο εφαρμογής σε 100 επιχειρήσεις παγκοσμίως και υποστηρίζουν την εφαρμογή ενός ελάχιστου επίπεδου φορολόγησης. Συναφώς, οι ΗΠΑ δεσμεύονται να αναμορφώσουν τους δικούς τους κανόνες, ανακαλώντας τον υφιστάμενο BEAT (Base Erosion and Anti-abuse Tax), υπέρ ενός πλαισίου με προϋποθέσεις και με την υποχρέωση ανάκλησης μονομερών μέτρων από λοιπές χώρες.
Υπέρ της νέας πρότασης των ΗΠΑ συνηγορεί η σημαντική απλοποίηση που συνεπάγονται για τις επιχειρήσεις και τις φορολογικές διοικήσεις τόσο η μετάβαση από ποιοτικά σε ποσοτικά κριτήρια όσο και ο περιορισμός του αριθμού των υπαγόμενων επιχειρήσεων.
Εντούτοις, εκφράζονται επιφυλάξεις για τη διαφοροποίηση από το υφιστάμενο πλαίσιο των συζητήσεων φορολόγησης της ψηφιακής οικονομίας, ενώ η πρόβλεψη της προαπαιτούμενης διαδικασίας επίλυσης φορολογικών διαφορών επιφέρει διοικητικό κόστος για τις φορολογικές διοικήσεις.
Προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία σε παγκόσμιο επίπεδο, ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται αφενός στην πληροφόρηση αναφορικά με τις επιχειρήσεις που θα συμπεριληφθούν στο πεδίο εφαρμογής και, αφετέρου, με τα ποσοτικά δεδομένα για την ανακατανομή των δικαιωμάτων φορολόγησης ανά χώρα.
Σε πολιτικό επίπεδο, θα πρέπει να διευκρινιστεί πλήρως η δυνατότητα συμπερίληψης στη συμφωνία των πολυεθνικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην ψηφιακή οικονομία. Οι επιπτώσεις στα φορολογικά έσοδα των χωρών είναι αναγκαίο να συνεκτιμηθούν, ως ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο για την τελική αποδοχή των προτάσεων και από πλευράς ΗΠΑ, πριν από την άρση των μονομερών μέτρων όπως φόροι που επιβάλλονται στην ψηφιακή οικονομία.
Ειδικότερα για τη χώρα μας, η πλήρης αποσαφήνιση του πεδίου εφαρμογής είναι εξαιρετικής σημασίας πριν από οποιαδήποτε συμφωνία προκειμένου να μην επιβαρυνθούν υπέρμετρα ευαίσθητοι τομείς όπως η διεθνής ναυτιλία και οι μεταφορές και να διασφαλιστεί το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα.
* Η κ. Αθηνά Καλύβα είναι γενική γραμματέας Φορολογικής Πολιτικής και Δημόσιας Περιουσίας του υπ. Οικονομικών.