Με τον ελάχιστο εταιρικό φόρο πρώτο στον ατζέντα της, άρχισε χθες στη Βενετία η σύνοδος του G20, η πρώτη που θα πραγματοποιηθεί διά ζώσης από την αρχή της πανδημίας του κορωνοϊού. Υπουργοί Οικονομικών και κεντρικοί τραπεζίτες των 20 μεγαλύτερων ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων οικονομιών αναμένεται να δώσουν το πολιτικό πράσινο φως και να υιοθετήσουν το σχέδιο που έχουν ήδη ψηφίσει 130 χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ για την επιβολή ελάχιστου φόρου 15% σε πολυεθνικές και τεχνολογικούς κολοσσούς.
Βάσει των υπολογισμών του ΟΟΣΑ, η επιβολή αυτού του φόρου πρόκειται να φέρει στα ταμεία των χωρών, ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων, πρόσθετα φορολογικά έσοδα ύψους 150 δισ. δολαρίων ετησίως. Παραμένουν, ωστόσο, σε εκκρεμότητα ορισμένες λεπτομέρειες, ενδεχομένως καθοριστικές που θα πρέπει να οριστούν. Μιλώντας στο Reuters, αξιωματούχοι των 20 χωρών ανέφεραν πως η διήμερη σύνοδος στην ιστορική πόλη της Ιταλίας θα ανοίξει τη συζήτηση για τα πρακτικά ζητήματα σχετικά με τον ελάχιστο φόρο και το πώς θα εφαρμοστεί στην πράξη. Απώτερος στόχος θα είναι να διευθετηθούν εγκαίρως όσα ζητήματα εκκρεμούν, ώστε να καταστεί δυνατή η τελική συμφωνία επί του θέματος στη σύνοδο των ηγετών του G20 που θα πραγματοποιηθεί τον Οκτώβριο στη Ρώμη. Αν όλα εξελιχθούν σύμφωνα με το πρόγραμμα και δεν υπάρξουν αποσκιρτήσεις της τελευταίας στιγμής, πριν από το τέλος του 2023 οι νέοι κανόνες θα έχουν μεταφραστεί σε διεθνή συμφωνία και νομοθεσία όσων χωρών τούς προσυπογράψουν.
Οι χώρες-μέλη του G20 αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 80% του παγκόσμιου ΑΕΠ, το 75% του παγκόσμιου εμπορίου και το 60% του παγκόσμιου πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένων των πλέον επιτυχημένων οικονομιών των ΗΠΑ, Ιαπωνίας, Βρετανίας, Γαλλίας, Γερμανίας και Ινδίας. Οι υπουργοί των 20 χωρών αναμένεται να ζητήσουν διαβεβαιώσεις από την Αμερικανίδα υπουργό Οικονομικών, Τζάνετ Γέλεν, πως η κυβέρνηση Μπάιντεν θα καταφέρει να εξασφαλίσει την απαιτούμενη έγκριση του αμερικανικού Κογκρέσου. Αιτία της ανησυχίας είναι οι αντιρρήσεις που ενδέχεται να προβάλουν οι Ρεπουμπλικανοί υπό την πίεση των επιχειρήσεων που έχουν κηρύξει πόλεμο στο σχέδιο του Αμερικανού προέδρου να αυξήσει τον συντελεστή φορολόγησης των επιχειρήσεων στο 28% από το 21%, στο οποίο το μείωσε ο προκάτοχός του. Παράλληλα, πάντως, με τη φορολογική μεταρρύθμιση, οι υπουργοί Οικονομικών του G20 πρόκειται να εξετάσουν ζητήματα σχετικά με την ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας. Οπως ανέφεραν αξιωματούχοι της Ιταλίας που φιλοξενεί τη σύνοδο, η ανάκαμψη διαγράφεται ήδη εξαιρετικά άνιση, με τις πλούσιες χώρες της Δύσης να ανεβάζουν ταχύτητα και τις αναπτυσσόμενες να μένουν πίσω.
Στο θέμα αναφέρθηκε μέσα στην εβδομάδα η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, επισημαίνοντας ότι καταγράφεται μια «επικίνδυνη απόκλιση» ανάμεσα στις πλούσιες και στις φτωχές χώρες, που προσπαθούν να αναδυθούν από την κρίση που τους προκάλεσε η πανδημία του κορωνοϊού. Το G20 πρόκειται έτσι να ζητήσει από το ΔΝΤ να επιδείξει ενδιαφέρον για όσες χώρες έχουν μεγαλύτερη ανάγκη στα τέλη Αυγούστου, οπότε θα κατανείμει τα 650 δισ. δολάρια από το αποθεματικό του. Αναμένεται, άλλωστε, πως οι αντιπροσωπείες ορισμένων χωρών θα εκφράσουν την ανησυχία τους για την επιτάχυνση των πληθωριστικών πιέσεων και για τα επιτόκια στις ΗΠΑ, που εκτιμούν πως θα μπορούσαν να προκαλέσουν νέες μεγάλες ανισορροπίες στην παγκόσμια οικονομία. Η σύνοδος συνεχίζεται σήμερα και θα ολοκληρωθεί με τη συνέντευξη Τύπου της ιταλικής αντιπροσωπείας, που θα προεδρεύσει της συνόδου.