Επιβεβαιώνοντας τις προσδοκίες που είχε εμπνεύσει τις τελευταίες εβδομάδες, αλλά και αιφνιδιάζοντας εν μέρει με την τολμηρή στροφή της και την εμφανή ανησυχία της για τις εξελίξεις στο μέτωπο του πληθωρισμού, η Federal Reserve ανακοίνωσε χθες ότι προχωράει σε εσπευσμένη μείωση του προγράμματος αγορών ομολόγων. Στόχος της, η ολοκλήρωση του προγράμματος και ο τερματισμός του τους πρώτους μήνες του νέου έτους. Επικαλείται την επιτάχυνση του πληθωρισμού αλλά και την ενίσχυση της ανάπτυξης και προετοιμάζει, άλλωστε, τις αγορές για τρεις αυξήσεις επιτοκίων μέσα στο επόμενο έτος.
Αναγγέλλοντας επιθετική στροφή προς μια αποφασιστική περιοριστική πολιτική, η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ τόνισε ότι διπλασιάζει τον ρυθμό μείωσης των αγορών ομολόγων στα 30 δισ. δολάρια τον μήνα, που σημαίνει ότι το πρόγραμμα θα λήξει μέσα στους πρώτους μήνες του επόμενου έτους και όχι στα μέσα του 2022, όπως προέβλεπε ο αρχικός σχεδιασμός. Στη συνέχεια θα ακολουθήσουν αυξήσεις των επιτοκίων, παρά τους κινδύνους που εξακολουθούν να απειλούν την ανάκαμψη της οικονομίας. Στις εκτιμήσεις της για το επόμενο έτος, που συνοδεύουν την ανακοίνωσή της, η ομοσπονδιακή τράπεζα εκφράζει την πρόθεση να προχωρήσει σε τρεις αυξήσεις επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης η κάθε μία. Πρόκειται για σαφώς πιο επιθετική αλλαγή πολιτικής από τις προσδοκίες που είχε καλλιεργήσει στην αγορά, δεδομένου ότι στην προηγούμενη συνεδρίασή της δεν είχε επικρατήσει καν συναίνεση μεταξύ των στελεχών της ούτε για το αν θα ήταν ενδεδειγμένες οι αυξήσεις των επιτοκίων εντός του 2022. Επιπλέον τώρα προϊδεάζει τις αγορές πως σχεδιάζει άλλες τρεις αυξήσεις επιτοκίων μέσα στο 2023 και δύο ακόμα μέσα στο 2024. Στο τέλος του 2024 σχεδιάζει να έχει φτάσει τα επιτόκια του δολαρίου στο 2,1% από τα ουσιαστικά μηδενικά επίπεδα στα οποία βρίσκονται τώρα.
Στο τέλος του 2024 η Fed σχεδιάζει να έχει φτάσει τα επιτόκια του δολαρίου στο 2,1%.
Η Fed είχε ήδη κάνει το πρώτο βήμα προς μια αποφασιστική στροφή στην προηγούμενη συνεδρίασή της τον Νοέμβριο, όταν για πρώτη φορά δεν χαρακτήρισε «παροδικό» τον επιταχυνόμενο πληθωρισμό. Εως τότε τηρούσε στάση παρεμφερή με της ΕΚΤ, χαρακτηρίζοντας «μεταβατική» φάση την εκτόξευση του πληθωρισμού και αποδίδοντάς την στις έκτακτες συνθήκες που έχει δημιουργήσει η πανδημία, αλλά και προεξοφλώντας την υποχώρησή του σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Στη χθεσινή της ανακοίνωση αναφέρεται και πάλι στους έκτακτους αυτούς παράγοντες, τονίζοντας πως «η αναντιστοιχία ανάμεσα στην προσφορά και τη ζήτηση που προκάλεσε η πανδημία και η επανεκκίνηση της οικονομίας έχουν οδηγήσει σε υψηλά επίπεδα πληθωρισμού». Οπως σχολιάζουν οι New York Times, μειώνοντας τόσο ραγδαία τις αγορές ομολόγων και δρομολογώντας αυξήσεις επιτοκίων, η Fed περιορίζει δραματικά τη στήριξη που προσέφερε στην αμερικανική οικονομία. Μέχρι προ ολίγων εβδομάδων τα στελέχη της μελετούσαν προσεκτικά πώς θα αποσύρουν τη στήριξη στην οικονομία. Τις τελευταίες εβδομάδες, όμως, έχουν υιοθετήσει σαφώς πιο επιθετική και αποφασιστική στάση, καθώς εκφράζουν ανησυχία για τον διαρκώς επιταχυνόμενο πληθωρισμό και το ενδεχόμενο περαιτέρω εκτόξευσής του. Ο πληθωρισμός τιμών καταναλωτή στις ΗΠΑ έφτασε τον Νοέμβριο στο 6,8% σε ετήσια βάση και κατέγραψε τον υψηλότερο ρυθμό που έχει σημειωθεί στην αμερικανική οικονομία από το 1982, εμπνέοντας σε πολλούς οικονομολόγους τον φόβο για τον κίνδυνο επιστροφής στον πληθωρισμό της δεκαετίας του 1970 – με τον φαύλο κύκλο, όπου οι αυξήσεις των μισθών θα ανατροφοδοτούν την άνοδο των τιμών.