Στην JP Morgan περνάει το 47% της Viva Wallet

Σήμερα ανακοινώνεται το ντιλ για την εξαγορά της Viva Wallet από την JP Morgan – Το 53% διατηρούν οι ιδρυτές X. Καρώνης και Μ. Αντύπας

4' 3" χρόνος ανάγνωσης

Πάνω από 1,5 δισ. ευρώ αποτιμήθηκε το 100% της Viva Wallet από την JP Morgan στο πλαίσιο της συμφωνίας για την εξαγορά του 47% της ευρωπαϊκής neobank, που με έδρα την Ελλάδα δραστηριοποιείται σε 23 χώρες. Η συμφωνία αναμένεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να ανακοινωθεί σήμερα και θα προβλέπει τη μεταβίβαση των ποσοστών που κατέχουν στη Viva Wallet τρία επενδυτικά κεφάλαια. Πρόκειται για το funds Hedosophia που ελέγχει το 27%, το family office Λάτση που κατέχει το 13% και η Deca που διαθέτει το 7%. Οι πλειοψηφούντες μέτοχοι και ιδρυτές της Viva Xάρης Καρώνης και Μάκης Αντύπας, που ελέγχουν το υπόλοιπο 53% περίπου της Viva, θα διατηρήσουν το ποσοστό τους και το μάνατζμεντ.

Οι διαπραγματεύσεις με την JP Morgan διεξάγονται εδώ και αρκετούς μήνες και μετά μια παύση που είχε σημειωθεί τον περασμένο Νοέμβριο, επανήλθαν στο προσκήνιο οδηγώντας στην τελική συμφωνία που, σύμφωνα με πληροφορίες, προβλέπει και τη συμμετοχή του αμερικανικού κολοσσού και αύξηση μετοχικού κεφαλαίου. Ο  σχεδιασμός προβλέπει να έρθει στην Αθήνα ο ισχυρός άνδρας της JP Morgan Τζέιμι Ντίμον, ο οποίος θα συναντηθεί και με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Ισχυρό δέλεαρ για την επένδυση της JP Morgan αποτέλεσε η παρουσία του ομίλου Viva σε 23 ευρωπαϊκές χώρες ως ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος, αλλά και η τραπεζική άδεια που διαθέτει μέσω της εξαγοράς στα τέλη του 2019 της Praxia, που μετονομάστηκε σε Vivabank. Η Viva Wallet ξεκίνησε το 2000 ως ένα software house για πιστωτικά ιδρύματα για να επεκταθεί σε συμπληρωματικές υπηρεσίες, όπως ταξιδιωτικές πληρωμές, πληρωμές για θεάματα. Σήμερα, ο όμιλος της Viva Wallet έχει υπό την ομπρέλα του τις εταιρείες:

• Το ίδρυμα πληρωμών Viva Payments Υπηρεσίες Πληρωμών.

• Τη Viva Ηλεκτρονικές Υπηρεσίες (έκδοση εισιτηρίων θεαμάτων, ταξιδιωτικές υπηρεσίες, υπηρεσίες τηλεφωνίας, διάθεση τερματικών συσκευών αποδοχής καρτών POS κ.ά.).

• Τη Viva Bank.

• Τη Viva Wallet με έδρα τη Βρετανία.

• Θυγατρικές όπως η Elorus, νεοφυής εταιρεία τεχνολογίας που δραστηριοποιείται στον κλάδο του fintech, η εταιρεία ανάπτυξης λογισμικού INDEV, ενώ πρόσφατα εξαγόρασε το 33,5% της «N7 mobile», μιας εξειδικευμένης εταιρείας software development.

Ισχυρό δέλεαρ για την επένδυση αποτέλεσε η παρουσία του ομίλου Viva σε 23 ευρωπαϊκές χώρες ως ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος.

Η Viva είναι η πρώτη ευρωπαϊκή neobank που βασίζεται αποκλειστικά στο cloud. Διαθέτει υποδομή εξ ολοκλήρου στο Microsoft Azure cloud, παρέχει υπηρεσίες σε 19 διαφορετικές γλώσσες και πληρωμές σε 10 νομίσματα και είναι επίσημο μέλος της Visa και της MasterCard για υπηρεσίες acquiring και issuing. Παρέχει σε επιχειρήσεις όλων των μεγεθών υπηρεσίες αποδοχής πληρωμών μέσω της καινοτόμου εφαρμογής Viva Wallet POS, των add-on Google Play συσκευών και μέσω του εξελιγμένου payment gateway σε online καταστήματα.

Επίσης, προσφέρει επαγγελματικούς λογαριασμούς με τοπικό IBAN και επαγγελματική χρεωστική κάρτα Mastercard. Ναυαρχίδα των προϊόντων της είναι το tap on phone, υπηρεσία μέσω της οποίας το κινητό λειτουργεί ως τερματικό αποδοχής καρτών για τον έμπορο, επιτρέποντας στις επιχειρήσεις να δέχονται ανέπαφες πληρωμές ή με PIN, χωρίς την ανάγκη ύπαρξης ενός τερματικού. Σε συνδυασμό με την εξ ολοκλήρου digital κάρτα και τα IBAN σε κάθε χώρα, ο όμιλος της Viva διαθέτει, σύμφωνα με τον επικεφαλής της, «το τεχνολογικό προβάδισμα» που της επιτρέπει να παρέχει υπηρεσίες σε όλη την Ευρώπη και να είναι ανταγωνιστικός, στοχεύοντας στην κερδοφορία.

Ετος-σταθμός υπήρξε το 2018, καθώς η Viva Υπηρεσίες Πληρωμών μετατράπηκε από μεταπωλητής υπηρεσιών εκκαθάρισης καρτών τρίτων (payment facilitator) σε επισήμως αδειοδοτημένη εταιρεία για την αποδοχή και εκκαθάριση καρτών από τα σχήματα πληρωμών Mastercard και VISA.

Αυτό σηματοδότησε μια νέα οργανωτική δομή με χρήση outsourcing για υπηρεσίες εξυπηρέτησης πελατών και πωλήσεων. Η νέα δομή προσέφερε «υψηλή επεκτασιμότητα, αποδοτικότητα κόστους, πολυγλωσσική ικανότητα και γρήγορη ανάπτυξη σε πολλές χώρες». Η αλλαγή αυτή συνοδεύθηκε από τη συνολική ανάπτυξη των υποδομών πληρωμών και την άμεση διασύνδεση με τα σχήματα καρτών. Το γεγονός ότι η εταιρεία έγινε εξουσιοδοτημένος εκδότης καρτών MasterCard και Visa  σηματοδότησε την είσοδό της στον τομέα των εταιρικών καρτών. Τη χρονιά αυτή έγινε και η είσοδος του fund Diorama με 15 εκατ. ευρώ.

Η δραστηριοποίηση στον τομέα των πληρωμών και των καρτών (acquiring και issuing) επέτρεψε στην εταιρεία να σχεδιάσει, να αναπτύξει και να προσφέρει νέα καινοτόμα χρηματοοικονομικά προϊόντα, ενώ η ενεργοποίηση της άδειας εκκαθάρισης συναλλαγών (acquiring) επέφερε χαμηλότερες χρεώσεις για τους πελάτες της.

Η Vivabank

Στο σκέλος της χρηματοδότησης επιχειρήσεων, το μοντέλο που αναπτύσσει μέσω της Vivabank, προβλέπει την αξιοποίηση κεφαλαίων μέσω SPV. Τα κεφάλαια που θα επενδυθούν για χρηματοδοτήσεις αποκλειστικά εμπορικών επιχειρήσεων, όπως είχε ανακοινωθεί από τον επικεφαλής του ομίλου την περασμένη χρονιά, ανέρχονται σε 500 εκατ. ευρώ. Με βάση το συγκεκριμένο μοντέλο, η τράπεζα αναλαμβάνει την αξιολόγηση του πελάτη (scoring) και λειτουργεί ως ενδιάμεσος για τη χρηματοδότηση, παρέχοντας κεφάλαια κίνησης, χωρίς όμως να αναλαμβάνει πιστωτικό ρίσκο. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγει να επιβαρύνει τον ισολογισμό της και έτσι δεν «απειλείται» από τον κίνδυνο να συσσωρεύσει κόκκινα δάνεια στο χαρτοφυλάκιό της. Το μοντέλο της Viva προβλέπει ότι θα λειτουργεί ως utility bank, που θα βασίζεται στις τεχνολογικές λύσεις που προσφέρει στους πελάτες, ενώ τα έσοδά της θα προέρχονται αποκλειστικά από προμήθειες.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT