Ανησυχία στις τράπεζες της Ε.Ε. για τα «πράσινα» στρες τεστ

Ανησυχία στις τράπεζες της Ε.Ε. για τα «πράσινα» στρες τεστ

Φοβούνται ότι δεν θα αποφύγουν υψηλότερες απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας

3' 57" χρόνος ανάγνωσης

Ανησυχία επικρατεί και πάλι μεταξύ των ευρωπαϊκών τραπεζών ενόψει των τεστ έναντι των κινδύνων της κλιματικής αλλαγής, που αρχίζουν τον επόμενο μήνα.  Οι τράπεζες ανησυχούν ότι η εποπτική αρχή τραπεζών της ΕΚΤ θα επικαλεστεί τους κινδύνους  για να τους επιβάλει αυστηρότερες απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας και οι δηλώσεις υψηλόβαθμων στελεχών μάλλον δικαιολογούν την ανησυχία τους. Εντός των ημερών πρέπει να υποβάλουν στην ΕΚΤ στοιχεία σχετικά με την έκθεσή τους στους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής που, σύμφωνα με ομάδες των συμφερόντων του κλάδου, ίσως χρησιμοποιηθούν ως επιχείρημα υπέρ της αύξησης των κεφαλαίων τους έως και μέσα στο επόμενο έτος.  Και όπως αναφέρουν πηγές προσκείμενες στον κλάδο που ζήτησαν να παραμείνουν ανώνυμες, την ανησυχία των τραπεζών επιτείνει περαιτέρω η απροθυμία της ΕΚΤ να δώσει διευκρινίσεις ως προς τις προθέσεις της.

Σε δημόσιες τοποθετήσεις της η ΕΚΤ έχει τονίσει πως τα τεστ που αρχίζουν τον επόμενο μήνα δίνουν τόσο στις τράπεζες όσο και στην εποπτική αρχή την ευκαιρία να διαπιστώσουν πόσο ευάλωτος είναι ο τραπεζικός τομέας της Ευρωζώνης έναντι ακραίων καιρικών φαινομένων και αυστηρών νομοθεσιών σχετικών με το κλίμα. Δεν θα δημοσιοποιηθούν τα αποτελέσματα κάθε τράπεζας και η ΕΚΤ έχει προσπαθήσει να καθησυχάσει τον κλάδο ότι θα προσεγγίσει το θέμα κατά περίπτωση όταν θα αποφανθεί σχετικά με τις ανάγκες κεφαλαιακής ενίσχυσης. Εχει, όμως, παράλληλα καταστήσει σαφές πως σε τελική ανάλυση θα αντιμετωπίσει την κλιματική αλλαγή με τον ίδιο τρόπο που χειρίζεται οποιονδήποτε άλλο κίνδυνο για τις τράπεζες.

Τα πρώτα αποτελέσματα αναμένονται τον Ιούλιο. Οι τράπεζες ασκούν παρασκηνιακά πιέσεις στην ΕΚΤ προκειμένου να μην επικαλεστεί τα αποτελέσματα αυτών των τεστ για να επιβάλει νέους κανόνες σχετικούς με την κλιματική αλλαγή.  Αποτελεί συνήθη πρακτική των τραπεζών να ασκούν πιέσεις για να αποφύγουν τις υψηλότερες απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας που περιορίζουν τις δυνατότητές τους να καταβάλουν μερίσματα στους επενδυτές και μπόνους στα στελέχη τους. Μιλώντας σε δημοσιογράφους, ο διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bank, Κρίστιαν Σούινγκ, εξέφρασε προ ημερών την ελπίδα πως «αυτά τα τεστ δεν θα χρησιμοποιηθούν για να επιφέρουν αλλαγές στους κανόνες για την κεφαλαιακή επάρκεια». Από την πλευρά της, η ΕΚΤ υποστηρίζει πως θα εξετάσει «από ποιοτικής απόψεως» τα αποτελέσματα στο πλαίσιο των ερευνών της γύρω από τους κινδύνους που αντιμετωπίζει κάθε τράπεζα.

Εντός των ημερών πρέπει να υποβάλουν στην ΕΚΤ στοιχεία σχετικά με την έκθεσή τους στους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής.

Αυτό σημαίνει πως τα αποτελέσματα μπορούν πράγματι να επηρεάσουν τις απαιτήσεις που θα θέσει σε κάθε τράπεζα μεμονωμένα. Γι’ αυτό και επικρατεί ανησυχία μεταξύ των τραπεζών πως ενδέχεται να χρησιμοποιήσει η ΕΚΤ τα αποτελέσματα για να επιβάλει υψηλότερες απαιτήσεις από το επόμενο έτος και να υιοθετήσει αυστηρότερη προσέγγιση το 2024. Τα σχόλια υψηλόβαθμων στελεχών της ΕΚΤ επί του θέματος τείνουν να δικαιώσουν τις ανησυχίες των τραπεζών. Σε πρόσφατη συνέντευξή του στη Revue Banque, ο Εντουάρ Φερνάντες Μπόλο, μέλος του εποπτικού συμβουλίου της ΕΚΤ, τόνισε πως «η ιστορία δεν τελειώνει με τα τεστ» και διευκρίνισε πως «θα τεθεί θέμα κεφαλαιακής επάρκειας αν, για παράδειγμα, έχουμε αξιόπιστα στοιχεία που καταδεικνύουν πως οι τράπεζες πρέπει να αυξήσουν τα κεφάλαια που θα κρατούν».

Οι τράπεζες εκφράζουν, άλλωστε, φόβους ότι κάποια μέλη της εποπτικής αρχής μπορεί να θελήσουν να εξετάσουν το θέμα περαιτέρω ως προς το πώς αντιμετωπίζουν τους κινδύνους και να χρησιμοποιήσουν τα τεστ ως εργαλείο για να τις αποτρέψουν από τον δανεισμό σε ρυπογόνες επιχειρήσεις. Δικαιολογεί τους φόβους τους πρόσφατη δήλωση της ΕΚΤ ότι στόχος των νέων τεστ θα είναι να αποτιμήσει πόσο έτοιμες είναι οι τράπεζες για να αντιμετωπίσουν οικονομικά και χρηματοπιστωτικά σοκ από την κλιματική αλλαγή. Ορισμένα μέλη των ρυθμιστικών αρχών δηλώνουν κατηγορηματικά ότι δεν προσπαθούν να κατευθύνουν τη συμπεριφορά των τραπεζών. Ο Μαρκ Μπράνσον, μέλος της γερμανικής εποπτικής αρχής τραπεζών BaFin, όπως και του εποπτικού συμβουλίου της ΕΚΤ, δήλωσε την Τρίτη ότι «είναι σαφές πως η αποστολή του εποπτικού συμβουλίου αρχίζει και τελειώνει με τον χρηματοπιστωτικό κίνδυνο» .

Δεν είναι, βέβαια, μόνον η ΕΚΤ που προσπαθεί να αντιμετωπίσει τους κινδύνους που απειλούν τις τράπεζες από την κλιματική αλλαγή. Οι αμερικανικές αρχές έχουν αναλάβει λιγότερες πρωτοβουλίες αλλά πέρυσι η Federal Reserve τόνισε πως στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της είναι αποφασισμένη να εργαστεί για να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Σε παγκόσμιο επίπεδο χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που αντιπροσωπεύουν το 40% του παγκόσμιου ενεργητικού έχουν υποσχεθεί να μηδενίσουν μέχρι το 2050 όσες εκπομπές αερίων προέρχονται από τον δανεισμό τους.

Οπως επισημαίνει ο Μονσούρ Χουσαΐν, αναλυτής της Fitch Ratings, οι τράπεζες της Ευρώπης κινδυνεύουν να τους επιβληθούν αυστηρότεροι κανόνες για την κεφαλαιακή τους επάρκεια αν εμφανίσουν προβληματικά στοιχεία και δεν  έχουν αρκετά καλή διακυβέρνηση ή αν τα τεστ δείξουν πως είναι πιο ευάλωτες από τις άλλες. Ηδη η ΕΚΤ έχει επικρίνει τις ευρωπαϊκές τράπεζες για την ολιγωρία τους σε ό,τι αφορά τις προετοιμασίες τους για την αντιμετώπιση των κινδύνων που απορρέουν από την κλιματική αλλαγή. Τον Νοέμβριο ανέφερε πως κανένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα δεν τείνει να ανταποκριθεί στις σχετικές προσδοκίες.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT