Ερχεται νέο «δώρο» από την ΕΚΤ τον Μάρτιο

Ερχεται νέο «δώρο» από την ΕΚΤ τον Μάρτιο

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να ανακοινώσει την παράταση του waiver έως τα τέλη του 2024

5' 15" χρόνος ανάγνωσης

Πιο σημαντικό από τις ροές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και τη συμμετοχή της Ελλάδας σε όποια μορφή ποσοτικής χαλάρωσης «τρέχει» είναι η διατήρηση της ειδικής εξαίρεσης ή waiver, που είχε δώσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τον Απρίλιο του 2020 έτσι ώστε να γίνονται αποδεκτά τα ελληνικά ομόλογα ως εγγύηση (collateral) για τις πράξεις χρηματοδότησης του ευρωσυστήματος. Το waiver λήγει τον Ιούνιο και η ΕΚΤ αναμένεται, σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», να ανακοινώσει τον επόμενο μήνα την παράτασή του έως τα τέλη του 2024, δηλαδή όσο διαρκούν οι αγορές της σε ελληνικά ομόλογα υπό το πρόγραμμα επανεπενδύσεων του PEPP.

Αυτή η εξέλιξη είναι κρίσιμη για την ελληνική οικονομία, καθώς χωρίς την παράταση οι συνθήκες δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου και των ελληνικών τραπεζών και επιχειρήσεων, θα επιδεινωθούν. Αλλωστε, σύμφωνα με αναλυτές, ένας λόγος πίσω από τις ισχυρές πιέσεις που δέχονται τα ελληνικά ομόλογα το τελευταίο διάστημα –εκτός από το γεγονός ότι δεν κατέχουν επενδυτική βαθμίδα και ότι η Ελλάδα έχει πολύ υψηλό χρέος– είναι ότι η ΕΚΤ δεν έχει παράσχει σαφήνεια για το waiver. Σημειώνεται πως η απόδοση του ελληνικού 10ετούς κινείται στο 2,57% με το spread να διαμορφώνεται σε υψηλά σχεδόν δύο ετών και στις 236 μονάδες βάσης, από 100 μ.β. που ήταν τον Αύγουστο, όταν η απόδοση του 10ετούς σημείωνε ιστορικά χαμηλά (0,55%). Είναι πολύ σημαντικό για τους κατόχους ελληνικών κρατικών ομολόγων να ξέρουν πως ανά πάσα στιγμή και σε μία έκτακτη κατάσταση μπορούν να τα ανταλλάξουν στην ΕΚΤ με ρευστότητα και με κόστος ίδιο με άλλα ομόλογα. Το να μείνει ανοιχτή αυτή η «πόρτα» συνεπώς, οδηγεί στη στήριξη των ελληνικών τραπεζών, στη διατήρηση της ρευστότητας στην ελληνική οικονομία, καθώς και στην ενίσχυση της εμπορευσιμότητας και των αποτιμήσεων των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου.

Μοχλός ενίσχυσης

Το waiver αποτέλεσε μια εξαιρετικά σημαντική εξέλιξη για τις ελληνικές τράπεζες όταν ξέσπασε η πανδημία και οι αποδόσεις των ομολόγων εκτοξεύθηκαν, καθώς μπορούσαν πλέον να καταθέτουν τα κρατικά ομόλογα στην κεντρική τράπεζα για την άντληση χρηματοδότησης, κάτι που είχαν «στερηθεί» από τον Αύγουστο του 2018 όταν η Ελλάδα βρέθηκε εκτός προγραμμάτων διάσωσης. Παράλληλα, χάρη και στην άρση από την ΕΚΤ του ορίου των θέσεων των ελληνικών τραπεζών σε ελληνικά ομόλογα στις αρχές του 2020, οι ελληνικές τράπεζες αύξησαν την έκθεσή του και σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, κατέχουν ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου αξίας 31,2 δισ. ευρώ από 15 δισ. ευρώ στα τέλη του 2019. Αυτή η στήριξη της ΕΚΤ βοήθησε τον κλάδο να προχωρήσει στον μετασχηματισμό του και βελτίωσε επίσης σημαντικά το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών και τη ρευστότητά τους.

Μέσω του προγράμματος παροχής φθηνών μακροπρόθεσμων δανείων TLTRO ΙΙΙ που ενεργοποίησε η ΕΚΤ λόγω της πανδημίας, οι ευρωπαϊκές τράπεζες δανείζονται από την ΕΚΤ με αρνητικό επιτόκιο, από -0,5% το οποίο φτάνει έως και το -1%. Δανείζονται δηλαδή με επιτόκιο που είναι χαμηλότερο από το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ κατά 0,5% εάν έχουν μηδενική ή θετική πιστωτική επέκταση, αν συνεχίζουν να χορηγούν δάνεια στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά. Στη συνέχεια, το κόστος χρηματοδότησης θα επανέλθει στον μέσο όρο του επιτοκίου διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων (-0,50%) από τον Ιούνιο του 2022 και έως τη λήξη κάθε αντίστοιχης πράξης TLTRO III.

Η παράταση του μέτρου είναι κρίσιμη για το κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, των τραπεζών και των επιχειρήσεων.

Παράλληλα, το «κούρεμα» στην αξία των εγγυήσεων μειώθηκε για όλες τις τράπεζες, και έτσι τα ελληνικά ομόλογα γίνονται αποδεκτά χωρίς ουσιαστικό haircut (15%-20% έναντι περίπου 45%-50% σε μέσο όρο που ήταν πριν από την άρση του όταν η Ελλάδα βγήκε από τα μνημόνια).

Ρευστότητα 46,95 δισ.

Με τον τρόπο αυτό οι ελληνικές τράπεζες υποκατέστησαν σε μεγάλο βαθμό τη διατραπεζική αγορά (repos), ενώ σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, οι τέσσερις συστημικές έχουν απορροφήσει από την ΕΚΤ συνολική ρευστότητα 46,95 δισ. ευρώ (στοιχεία Σεπτεμβρίου 2021), από 12,4 δισ. ευρώ τον Μάρτιο του 2020 – Εθνική Τράπεζα (11,6 δισ. ευρώ ή το 14,2% των συνολικών assets), Τράπεζα Πειραιώς (13,5 δισ. ευρώ ή 17,9% των συνολικών assets), Εurobank (8,845 δισ. ευρώ ή 12,1% των συνολικών assets) και Αlpha Bank (13 δισ. ευρώ ή το 17,8% των συνολικών assets). Τον Ιούνιο, μαζί με το waiver λήγουν και οι ευνοϊκοί όροι του TLTRO III και οι ευρωπαϊκές τράπεζες επιστρέφουν στους όρους δανεισμού από το ευρωσύστημα που ίσχυαν πριν από την πανδημία, δηλαδή στο επιτόκιο του -0,5%. Εάν η Ελλάδα δεν έχει το waiver, οι ελληνικές τράπεζες δεν θα μπορούν να έχουν την άμεση αυτή πρόσβαση στη φθηνή ρευστότητα της ΕΚΤ –και σε όποιο μελλοντικό πρόγραμμα χρηματοδότησης– η οποία τους επιτρέπει να ενισχύουν τα μεγέθη τους και κυρίως τα έσοδα, καθώς στηρίζει τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια και την κερδοφορία. Οπως επισημαίνει και η Bank of America, χωρίς το waiver υπάρχει κίνδυνος οι ελληνικές τράπεζες να μειώσουν τον δανεισμό TLTRO και να προχωρήσουν σε πωλήσεις ελληνικών ομολόγων. Σε κάθε περίπτωση, οι ελληνικές τράπεζες δεν αντιμετωπίζουν θέμα ρευστότητας, με τους δείκτες δανείων προς καταθέσεις να κινούνται σημαντικά κάτω του 100%, με αυτόν της Alpha Bank να διαμορφώνεται στο 77,3%, της Eurobank στο 70,6%, της Εθνική Τράπεζας στο 58,2% και της Eurobank στο 63,9%. Ετσι, η όποια επιδείνωση στις τρέχουσες ισχυρές μετρήσεις ρευστότητας θα ήταν διαχειρίσιμη. Και με βάση τον στόχο για ανάπτυξη του νέου δανεισμού, με «μοχλό» το Ταμείο Ανάκαμψης, αναμένεται να μειώσουν τη χρηματοδότηση από την ΕΚΤ το επόμενο διάστημα.

Αύξηση καταθέσεων

Οι καταθέσεις πελατών θα συνεχίσουν να αυξάνονται έντονα και οι τράπεζες θα έχουν όλο και μεγαλύτερη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές, γεγονός που θα μειώσει επίσης την ανάγκη χρηματοδότησης της ΕΚΤ. Απλώς, χωρίς το waiver θα χάσουν τη δυνατότητα να διενεργούν αυτό το κερδοφόρο «carry trade» με την ΕΚΤ, αν και υπάρχουν τρόποι να διατηρήσουν αυτή την επιλογή –σε περίπτωση απώλειες του waiver– κινούμενες πρώτα διατραπεζικά και μετά να… απευθυνθούν στην ΕΚΤ, ανταλλάσσοντας δηλαδή πρώτα με μία ξένη τράπεζα ελληνικά ομόλογα με ομόλογα που δέχεται η ΕΚΤ (πληρώνοντας τη διαφορά του spread), π.χ. ιταλικά, και έτσι να καταθέτουν στην ΕΚΤ.

Επιπλέον, οι συναλλαγές μέσω repos εξακολουθούν να παραμένουν μια από τις σημαντικές πηγές χρηματοδότησης για τις ελληνικές τράπεζες, παρά τη μείωση του όγκου συναλλαγών, καθώς χαρακτηρίζονται από ομαλή αναχρηματοδότηση, αυξημένο αριθμό αντισυμβαλλομένων και βελτιωμένη τιμολόγηση. Για το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, ο όγκος των συναλλαγών των διατραπεζικών repos αναμένεται να παραμείνει σχετικά σταθερός στα προσεχή τρίμηνα, ενώ αύξηση αναμένεται από τον Ιούνιο του 2023 και μετά (σύμφωνα με τη σταδιακή λήξη των στοχευμένων πράξεων TLTRO III), αρκεί βέβαια να μην επιδεινωθεί έντονα το επενδυτικό κλίμα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT