Χαμηλά επιτόκια και ακριβά ενοίκια κάνουν ελκυστικά τα στεγαστικά

Χαμηλά επιτόκια και ακριβά ενοίκια κάνουν ελκυστικά τα στεγαστικά

Για ένα δάνειο 100.000 ευρώ 30 ετών η μηνιαία δόση φθάνει τα 428 ευρώ

3' 28" χρόνος ανάγνωσης

Προάγγελος νέων αυξήσεων των τιμών πώλησης κατοικιών αποτελεί η συνεχής αύξηση της ζήτησης τόσο για νεόδμητα όσο και για μεταχειρισμένα ακίνητα. Η εικόνα αυτή αποτυπώνεται ξεκάθαρα στην αγορά στεγαστικής πίστης, όπου οι χορηγήσεις νέων δανείων κινούνται έντονα ανοδικά, με τις τρέχουσες εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για 1,2 δισ. ευρώ νέων στεγαστικών δανείων το 2022, από περίπου 900 εκατ. ευρώ το 2021.

Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας IMS (Individual Mortgage Solutions), το 2021 σημειώθηκε αύξηση κατά 20,3% των νέων αιτήσεων στεγαστικών δανείων, ενώ άνοδο σημείωσε και το μέσο αιτούμενο ποσό χρηματοδότησης, σε 95.000 ευρώ, από 82.000 ευρώ το 2020 και 85.000 ευρώ το 2019. Μάλιστα, σήμερα το μέσο αιτούμενο ποσό έχει αυξηθεί σε 100.000 ευρώ, ενώ κατά κανόνα οι τράπεζες χρηματοδοτούν μέχρι το 80% της αξίας του προς απόκτηση ακινήτου. Η IMS λειτουργεί ως σύμβουλος για τους ενδιαφερόμενους δανειολήπτες, αναλαμβάνοντας όλες τις σχετικές διαδικασίες, έχοντας συνάψει συνεργασίες με τις μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας, από τις οποίες και αμείβεται, εφόσον εκταμιευθεί το στεγαστικό δάνειο. Μάλιστα έχει κατορθώσει να κατέχει σημαντικό μερίδιο της αγοράς στεγαστικής πίστης, καθώς μέσω αυτής εκταμιεύεται περίπου το 10% της αξίας των στεγαστικών δανείων πανελλαδικά.

Οπως αναφέρει στην «Κ» ο επικεφαλής της IMS, κ. Κυριάκος Καμπούρης, η ζήτηση στην αγορά κατοικίας –και συνεπώς και για στεγαστικά δάνεια– οφείλεται σε μια σειρά παραγόντων, αρχής γενομένης από το περιβάλλον πολύ χαμηλών επιτοκίων.

Η εξέλιξη αυτή έχει επιτρέψει στις τράπεζες να λανσάρουν αρκετά χαμηλότοκα προϊόντα και μάλιστα με σταθερό επιτόκιο, ακόμα και για δάνεια διάρκειας 30 ετών. «Σήμερα τα περισσότερα δάνεια που χορηγούνται είναι 30 ετών. Υπολογίζοντας ένα σταθερό επιτόκιο της τάξεως του 3% για ποσό δανείου 100.000 ευρώ, η μέση μηνιαία δόση διαμορφώνεται σε 428 ευρώ. Προϋπόθεση για την έγκριση ενός τέτοιου δανείου, εφόσον πρόκειται για έγγαμο με δύο παιδιά, είναι να διαθέτει ετήσιο οικογενειακό εισόδημα της τάξεως των 20.000-22.000 ευρώ», σημειώνει ο κ. Καμπούρης.

Αυτή ακριβώς η χαμηλή μηνιαία δόση δανείου, σε συνδυασμό με την εκτίναξη του κόστους ενοικίασης, είναι και ο δεύτερος λόγος που ωθεί όλο και περισσότερους στην επιλογή της αγοράς αντί της ενοικίασης. Μέχρι και πριν από 3-4 χρόνια μια τετραμελής οικογένεια μπορούσε να νοικιάσει ένα ποιοτικό διαμέρισμα της τάξεως των 100 τ.μ. με ένα μηνιαίο ενοίκιο της τάξεως των 600-700 ευρώ. Στο διάστημα που μεσολάβησε το κόστος ενός στεγαστικού δανείου έχει μειωθεί κι άλλο, τη στιγμή που τα ενοίκια έχουν αυξηθεί κατά 30-40% στην Αττική, με αποτέλεσμα τα 700 ευρώ να αντιστοιχούν πλέον σε αρκετά χαμηλότερης ποιότητας και μεγαλύτερης ηλικίας διαμερίσματα.

Χαμηλά επιτόκια και ακριβά ενοίκια κάνουν ελκυστικά τα στεγαστικά-1

Υπολογίζεται ότι θα δοθεί φέτος 1,2 δισ. ευρώ για νέα στεγαστικά, από περίπου 900 εκατ. το 2021.

35-45 ετών οι αγοραστές

Οσον αφορά το προφίλ των αγοραστών, σύμφωνα με τον κ. Καμπούρη, η κύρια κατηγορία αφορά ανθρώπους ηλικίας 35-45 ετών, έγγαμους ή νέα ζευγάρια, με καθαρό μηνιαίο οικογενειακό εισόδημα τουλάχιστον 2.000 ευρώ. Πρόκειται για δημοσίους ή και ιδιωτικούς υπαλλήλους, αλλά και για ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους. Αρκετοί εξ αυτών επιθυμούσαν να αποκτήσουν το δικό τους ακίνητο, ήδη από την προηγούμενη δεκαετία, αλλά ανέβαλαν τη σχετική απόφαση λόγω της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης.

Κατά τον κ. Καμπούρη, πάνω από το 50% του αγοραστικού ενδιαφέροντος αφορά κατοικίες στα βόρεια και τα νότια προάστια. Εκεί βέβαια ο μέσος όρος των αιτούμενων δανείων διαμορφώνεται σε 200.000 ευρώ, ενώ ανάλογα αυξάνεται και η ίδια συμμετοχή των ενδιαφερομένων, καθώς το μέσο κόστος των προς απόκτηση ακινήτων κινείται μεταξύ 250.000 και 300.000 ευρώ. Στις περιοχές αυτές, αγοραστές είναι κυρίως αυτοαπασχολούμενοι (π.χ. γιατροί, επιχειρηματίες κ.ά.), όπως επίσης και υπάλληλοι υψηλών μισθολογικών απολαβών (π.χ. εργαζόμενοι σε ναυτιλιακές εταιρείες, στελέχη με διευθυντικές αρμοδιότητες κ.ά.). Εκτός από τις δημοφιλείς περιοχές των βορείων και των νοτίων προαστίων, σημαντική ζήτηση καταγράφεται και για ακίνητα στο κέντρο της Αθήνας (κυρίως για επενδυτικούς λόγους) αλλά και στα δυτικά προάστια.

Σε ποιες περιοχές

«Κατά μέσον όρο αγοράζονται διαμερίσματα επιφάνειας της τάξεως των 85-90 τ.μ., ενώ αν πρόκειται για ακίνητα στα βόρεια και τα νότια της Αττικής οι επιφάνειες μεγαλώνουν σε περίπου 110-130 τ.μ. Τα μικρότερα ακίνητα αγοράζονται κυρίως με στόχο την εκμετάλλευση, π.χ. μέσω ψηφιακών πλατφορμών βραχυχρόνιας ενοικίασης», αναφέρει ο κ. Καμπούρης. Σημαντική ζήτηση παρουσιάζουν και τα νεόδμητα διαμερίσματα, ακόμα και σε περιοχές όπως τα δυτικά προάστια, όπου το ελάχιστο κόστος διαμορφώνεται σε 2.500 ευρώ/τ.μ. Μάλιστα, οι περισσότεροι σπεύδουν να αποκτήσουν ακίνητο προτού αποπερατωθεί η κατασκευή του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT