Ανάλυση: Νέο εμπόδιο στην ανάκαμψη της γερμανικής οικονομίας

Ανάλυση: Νέο εμπόδιο στην ανάκαμψη της γερμανικής οικονομίας

Ο πόλεμος που εξαπέλυσε ο Bλαντιμίρ Πούτιν μειώνει τις ελπίδες ανάκαμψης. Οι προοπτικές για τη γερμανική οικονομία, όπως τις διαβλέπουν οι οικονομικοί αναλυτές, υποχώρησαν τον Μάρτιο όσο ποτέ άλλοτε στην πρόσφατη Ιστορία.

2' 0" χρόνος ανάγνωσης

Ο πόλεμος που εξαπέλυσε ο Bλαντιμίρ Πούτιν μειώνει τις ελπίδες ανάκαμψης. Οι προοπτικές για τη γερμανική οικονομία, όπως τις διαβλέπουν οι οικονομικοί αναλυτές, υποχώρησαν τον Μάρτιο όσο ποτέ άλλοτε στην πρόσφατη Ιστορία. Ο δείκτης του ινστιτούτου ZEW για τις προσδοκίες των επομένων έξι μηνών καταβυθίστηκε κατά 93,6 μονάδες, στις -39,3 μονάδες από τις 54,3 μονάδες του Φεβρουαρίου. Στο ξέσπασμα της πανδημίας του κορωνοϊού, τον Μάρτιο του 2020, ακριβώς πριν από δύο χρόνια, ο δείκτης είχε υποχωρήσει κατά 58,2 μονάδες. Η εκτίμηση της τρέχουσας μακροοικονομικής κατάστασης επιδεινώθηκε στις -21,4 μονάδες τον Μάρτιο από τις -8,1 μονάδες τον Φεβρουάριο. Την ίδια στιγμή οι προσδοκίες του πληθωρισμού ανήλθαν στις 70,2 μονάδες από τις -37,5 μονάδες του Φεβρουαρίου. Η σχετική έρευνα διεξήχθη μεταξύ 7 και 14 Μαρτίου, οπότε οι απαντήσεις δείχνουν και τον αντίκτυπο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.

Παρά την αιφνίδια πτώση του δείκτη προσδοκιών του ZEW, η οποία ίσως να φανερώνει κίνδυνο ύφεσης, δεν είναι κάτι που το αναμένουμε. Συνήθως προϋποτίθεται μια πτώση τριών διαδοχικών μηνών στο ισοζύγιο μεταξύ αισιόδοξων και απαισιόδοξων συμμετεχόντων στην έρευνα για να υπάρξει πραγματική στροφή. Υπάρχουν πιθανότητες εντός του προσεχούς διμήνου οι προοπτικές να καταστούν λιγότερο αβέβαιες και οι προσδοκίες να βελτιωθούν και πάλι.

Οι έρευνες του ινστιτούτου τείνουν να είναι ευμετάβλητες ιδίως σε περιόδους αστάθειας στις διεθνείς κεφαλαιαγορές. Ο πόλεμος του Βλαντιμίρ Πούτιν και η συνεπαγόμενη άνοδος στις τιμές της ενέργειας, των μετάλλων και των τροφίμων προσωρινά εμποδίζουν μια βελτίωση στη Γερμανία. Οι ελλείψεις πρώτων υλών και άλλων αναγκαίων ειδών θα ανακόψουν τη βιομηχανική παραγωγή. Κι ενώ οι τιμές του φυσικού αερίου και του πετρελαίου έχουν υποχωρήσει από τα υψηλότατα επίπεδά τους, παραμένουν αυξημένες σε σύγκριση με τα ήδη δυσθεώρητα επίπεδά τους προ της επίθεσης της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας (το πετρέλαιο Brent διαμορφώνεται σε σχεδόν 100 δολάρια/βαρέλι από σχεδόν 130 δολάρια/βαρέλι στις 9 Μαρτίου, ενώ το φυσικό αέριο Ολλανδίας TTF βρίσκεται στα 115 ευρώ/Mwh από τα 245 ευρώ στις 8 Μαρτίου).

Το μεγαλύτερο πλήγμα υφίσταται η βιομηχανική παραγωγή λόγω ελλείψεων πρώτων υλών και ακριβής ενέργειας.

Συν τοις άλλοις, η Ρωσία και η Ουκρανία είναι μεγάλες εξαγωγικές δυνάμεις αγροτικών προϊόντων και λιπασμάτων. Ο δε πληθωρισμός, εξαιτίας της ανοδικής πορείας στις τιμές καυσίμων και τροφίμων, αναμένεται να εκτιναχθεί περαιτέρω και να πλήξει την καταναλωτική εμπιστοσύνη. Πάντως, δεδομένου ότι τα νοικοκυριά σώρευσαν στην πανδημία πλεονάζουσες αποταμιεύσεις και η αγορά εργασίας ανακάμπτει δυναμικά, πολλοί καταναλωτές αντεπεξέρχονται στα ακριβότερα αγαθά.

* Ο κ. Salomon Fiedler είναι οικονομολόγος της Berenberg Bank.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT