Αντισυνταγματικότητες στον υπό ψήφιση ΕΝΦΙΑ

Αντισυνταγματικότητες στον υπό ψήφιση ΕΝΦΙΑ

Συζητείται στη Βουλή το νομοσχέδιο για τον νέο ΕΝΦΙΑ. Η κυβέρνηση έχει επανειλημμένως δηλώσει ότι αποσκοπεί στην ελάφρυνση της επιβάρυνσης, ιδίως των φορολογουμένων με ακίνητη περιουσία μικρής αξίας.

3' 9" χρόνος ανάγνωσης

Συζητείται στη Βουλή το νομοσχέδιο για τον νέο ΕΝΦΙΑ. Η κυβέρνηση έχει επανειλημμένως δηλώσει ότι αποσκοπεί στην ελάφρυνση της επιβάρυνσης, ιδίως των φορολογουμένων με ακίνητη περιουσία μικρής αξίας. Το νομοσχέδιο προβλέπει τα εξής:

1. Ο βασικός φόρος υπολογίζεται με βάση τα τ.μ. κάθε ιδιοκτησίας και την αντικειμενική της αξία. Η ρύθμιση επαναλαμβάνει με μικρές αλλαγές αυτά που έως και σήμερα ισχύουν.

2. Το νομοσχέδιο εισάγει για πρώτη φορά κλιμακωτή προσαύξηση του ποσοστού του ΕΝΦΙΑ για ακίνητα αξίας άνω των 400.000 ευρώ. Ειδικότερα, το ποσοστό του ΕΝΦΙΑ προσαυξάνεται και φτάνει στο 1% της αντικειμενικής τους αξίας. Το ποσοστό της προσαύξησης για αξία από 1 έως 2 εκατ. ευρώ είναι 0,9% και άνω των 2 εκατ. ευρώ είναι 1%.

3. Το νομοσχέδιο εισάγει κλιμακωτή προσαύξηση του φόρου (δηλαδή του βασικού φόρου και της ανωτέρω προσαύξησης). Η προσαύξηση προκύπτει για συνολική ακίνητη περιουσία άνω των 650.000 ευρώ, που κλιμακώνεται και φτάνει έως και το 20% του φόρου.

Εκ πρώτης όψεως οι ρυθμίσεις του νομοσχεδίου φαίνεται ότι ακολουθούν τη συνταγματική επιταγή για ισότητα και συμμετοχή εκάστου ανάλογα με τις δυνάμεις του στα δημόσια βάρη. Αληθεύει όμως αυτό;

Η απάντηση συναρτάται από το αν τελικά φορολογούμενοι με την ίδια αξία συνολικής περιουσίας πληρώνουν τα ίδια ποσά ή όχι. Διότι το κριτήριο δεν είναι αν ένας ιδιοκτήτης έχει περισσότερα ή λιγότερα ακίνητα κατά πλήρη κυριότητα ή με ποσοστό συνιδιοκτησίας. Το κριτήριο είναι ποια αξία και φοροδοτική ικανότητα έχουν οι φορολογούμενοι.

Είναι δυσανάλογη η επιβάρυνση των ιδιοκτητών και συνιδιοκτητών ακινήτων όταν αυτά έχουν αξία το καθένα άνω των 400.000 ευρώ.

Οι διατάξεις του νομοσχεδίου επιβάλλουν δυσανάλογη επιβάρυνση των ιδιοκτητών και συνιδιοκτητών ακινήτων όταν αυτά έχουν αξία το καθένα άνω των 400.000 ευρώ σε σχέση με τους ιδιοκτήτες με την ίδια συνολική αξία περιουσίας και περισσότερα μικρότερα ακίνητα, αξίας το καθένα μικρότερη των 400.000. Ενδεικτικά ας υποθέσουμε:

α) Φορολογούμενος Α με τρία ακίνητα αξίας 200.000 ευρώ έκαστο και συνολικής αξίας 600.000 ευρώ. Το καθένα έχει επιφάνεια 100 τ.μ. και πληρώνει 3,5 ευρώ ανά τ.μ. για βασικό φόρο, δηλαδή για καθένα θα δώσει 3,5Χ100 ευρώ, ήτοι 350 ευρώ. Συνολικά δηλαδή πληρώνει 1.050 ευρώ (350 ευρώΧ3 ακίνητα).

β) Φορολογούμενος Β με ποσοστό συνιδιοκτησίας 15% σε ένα μόνο ακίνητο συνολικής αξίας 4 εκατ. ευρώ, δηλαδή αξίας περιουσίας 600.000 ευρώ. Ο βασικός του φόρος θα είναι ο ίδιος με του φορολογούμενου Α, δηλαδή 1.050 ευρώ. Επιπλέον όμως ο Β θα πληρώσει προσαύξηση ύψους 4.665 ευρώ επειδή είναι συνιδιοκτήτης σε ακίνητο αξίας μεγαλύτερης των 400.000 ευρώ. Συνολικά δηλαδή θα πληρώσει 1.050 βασικό φόρο συν 4.665 προσαύξηση, δηλαδή 5.715 ευρώ. Ενώ λοιπόν οι φορολογούμενοι Α και Β έχουν συνολική περιουσία με την ίδια ακριβώς αξία και συνακόλουθα έχουν την ίδια φοροδοτική ικανότητα, ο φορολογούμενος Β καλείται να πληρώσει ΕΝΦΙΑ σχεδόν εξαπλάσιο από τον φορολογούμενο Α, μόνο και μόνο επειδή η ιδιοκτησία του προέρχεται από ποσοστό συνιδιοκτησίας σε ακίνητο άνω των 400.000 ευρώ και όχι από ιδιοκτησία σε περισσότερα μικρότερης αξίας ακίνητα. Το κριτήριο αυτό του νομοθέτη είναι εντελώς τυχαίο και προδήλως απρόσφορο για να διακρίνει φοροδοτικά τους φορολογουμένους.

Η αδικαιολόγητη αυτή διαφοροποίηση αυξάνεται πολύ περισσότερο αν στο παράδειγμά μας υποθέσουμε ότι η συνολική περιουσία εκάστου φορολογουμένου υπερβαίνει τις 650.000 ευρώ, διότι τότε εφαρμόζεται και η ανωτέρω υπό 3 προσαύξηση. Επιπρόσθετα, όπως όλοι ξέρουμε, η συνιδιοκτησία στη χώρα μας είναι πολύ διαδεδομένη και συνήθως αφορά συζύγους και συγγενείς που αποκτούν, συχνά με κληρονομιά, από κοινού ακίνητα. Επομένως τίθεται σοβαρό ζήτημα και σε σχέση με την εφαρμογή των συνταγματικών διατάξεων για την προστασία των οικογενειακών δεσμών, γιατί ο υπό ψήφιση ΕΝΦΙΑ οδηγεί σε υπέρμετρη επιβάρυνση στην περίπτωση που οι φορολογούμενοι της ίδιας οικογένειας έχουν συνιδιοκτησία σε ακίνητο αξίας άνω των 400.000. Με αυτά τα δεδομένα, προδήλως δεν τηρούνται οι προαναφερθείσες συνταγματικές επιταγές και δεν επιτυγχάνεται ο στόχος του νομοσχεδίου για ισότητα και δικαιοσύνη.

* Η κ. Πατρίνα Β. Παπαρρηγοπούλου είναι καθηγήτρια στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT