Η απασχόληση στον τουρισμό

Το πρόβλημα της έλλειψης εξειδικευμένου ή και ανειδίκευτου προσωπικού στον τουρισμό, που παρουσιάστηκε έντονα από πέρυσι, δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Είναι παγκόσμιο, αλλά και στη χώρα μας έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις

5' 54" χρόνος ανάγνωσης

Το πρόβλημα της έλλειψης εξειδικευμένου ή και ανειδίκευτου προσωπικού στον τουρισμό, που παρουσιάστηκε έντονα από πέρυσι, δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Είναι παγκόσμιο, αλλά και στη χώρα μας έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις.

Μελέτη για την απασχόληση του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ) και του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδας το 2021 έδειξε πως δεν καλύφθηκαν πανελλαδικά στην αιχμή της θερινής σεζόν 53.249 θέσεις εργασίας από τις 244.124 που προβλέπονται βάσει οργανογράμματος στα ξενοδοχεία. Πάνω δηλαδή από 1 στις 5 θέσεις στον τουρισμό, δηλαδή ποσοστό 22%, δεν καλύφθηκαν.

Η αγωνία για την εξεύρεση του κατάλληλου έμψυχου δυναμικού, ειδικά στην κουζίνα ή σε θέσεις-κλειδιά, πάντα υπάρχει. Το ποσοστό είναι παρόμοιο σε όλα τα τμήματα λειτουργίας των ξενοδοχείων και κυμαίνεται από 21% έως 24%. Κατά τη χρονιά-ρεκόρ του ελληνικού τουρισμού, τον Αύγουστο του 2019, 6.000 θέσεις εργασίας ουδέποτε καλύφθηκαν (στοιχεία ΞΕΕ & ΙΤΕΠ).

Κοντά στο brain drain είχαμε και το φαινόμενο του culinary hands drain. Αρκετοί επαγγελματίες, ιδιαίτερα από τον χώρο της κουζίνας, αναζήτησαν εργασία στον εξωτερικό. Στην Κρήτη έλειψαν περίπου 5.000-6.000 εργαζόμενοι, στη Ρόδο περίπου 8.000 κ.ά., ενώ υπάρχει ανεργία στη χώρα!

Πέρυσι, ενώ υπήρχε ζήτηση δωματίων, ιδιαίτερα μετά τα μέσα Ιουλίου, ξενοδόχοι με πάνω από δύο ξενοδοχεία δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν το ένα λόγω έλλειψης προσωπικού και το ξενοδοχείο παρέμεινε κλειστό.

Το φιλότιμο των εργαζομένων έσωσε την κατάσταση και πάλι, αλλά τους κούρασε, για να μην πω ότι τους εξουθένωσε σωματικά.

Τα ξενοδοχεία λειτούργησαν με μεγάλες πληρότητες, με λιγότερες οργανικές θέσεις σε μια σεζόν που για πρώτη φορά στα χρονικά σημειώθηκαν υπερπληρότητες μέχρι τέλη Οκτώβρη, αρχές Νοεμβρίου στην Κρήτη. Περίοδο που απουσιάζουν και οι μαθητές που κάνουν πρακτική.

Ξενοδοχοϋπάλληλοι, που οι μονάδες στις οποίες δούλευαν έμειναν κλειστές ή λειτούργησαν μερικώς λόγω COVID-19, αισθάνθηκαν μεγάλη ανασφάλεια. Ετσι, οικογενειάρχες ξενοδοχοϋπάλληλοι μεταπήδησαν σε άλλους κλάδους ώστε να αντεπεξέλθουν στις οικογενειακές τους υποχρεώσεις.

Ηδη οι εξάμηνες σεζόν, των 180 ημερολογιακών ημερών, με προφανώς πολύ λιγότερα μεροκάματα απασχόλησης, ήταν μια πρόκληση – δύσκολη άσκηση, ένας άθλος για να αντεπεξέλθουν στις οικογενειακές τους ανάγκες οι εργαζόμενοι. Υπενθυμίζω ότι η σεζόν στην Κρήτη στη δεκαετία του ’80 ήταν δεκάμηνη!

Τουριστικές περιοχές όπως η Κρήτη, με φοιτητικό πληθυσμό, έμειναν χωρίς φοιτητές. Αυτό, όμως, άλλαξε και την αγορά εργασίας, αφού δεν υπήρχαν φοιτητές για να δουλέψουν σε καφέ – μπαρ, εστιατόρια κ.α. Το κενό κάλυψαν επαγγελματίες ξενοδοχοϋπάλληλοι, που είδαν μια ευκαιρία να ανοίγεται, καθώς ήξεραν από φιλοξενία και συχνά καλοπληρώθηκαν.

Η εφοδιαστική αλυσίδα άλλαξε με το κλείσιμο των καταστημάτων της λιανικής. Η ταχυμεταφορά φαγητού άνθησε και οι άλλοτε νέοι εργαζόμενοι στον χώρο των ξενοδοχείων προτίμησαν να μεταφερθούν εκεί. Αλλοι επαγγελματίες στράφηκαν στην οικοδομική δραστηριότητα, που ήταν σε παρακμή τα προηγούμενα χρόνια. Το ποσοστό διαρροής μόνο στα Χανιά έφτασε στο 15%. Πανελλαδικά η «τάση εξόδου» υπολογίζεται στο 21,81%.

Το εργαλείο της αναστολής, κατά την ταπεινή μου γνώμη, ναι μεν ήταν ένα μέτρο στήριξης από τη μεριά της κυβέρνησης, αλλά το ότι το επίδομα των 534 ευρώ πήγε οριζόντια σε όλους τους δικαιούχους εργαζομένους δεν ήταν δίκαιο. Η οριζόντια εφαρμογή του δημιούργησε συνθήκες ώστε νεαροί πρωτοεισαχθέντες στον τουρισμό να λαμβάνουν το επίδομα των 534 ευρώ της αναστολής «καθήμενοι» στο σπίτι τους, τα ίδια ή και περισσότερα από το να εργάζονται. Ακόμα και γυναίκες εργαζόμενες προτίμησαν να μην εργαστούν και να παίρνουν το επίδομα, συνυπολογίζοντας το κόστος παιδικού σταθμού ή φύλαξης των παιδιών τους, ή τα έξοδα βενζίνης για τις μετακινήσεις τους.

Τέτοια μέτρα στήριξης δημιουργούν μια «κουλτούρα επιδομάτων» και την κακή νοοτροπία «προτιμώ να κάθομαι παρά να δουλεύω», τελείως αντίθετη με τις αξίες των γονέων μας που ήταν εργατικοί και όχι «καλοπερασάκηδες», για να μην πω «τεμπέληδες», αξίες της μέχρι πρότινος ελληνικής κοινωνίας και νοοτροπίας.

Αντίθετα, επαγγελματίες εργαζόμενοι που ζούσαν με «τρέχουσες σταθερές ανάγκες» των 800, 1.000, 1.200, 1.500 ευρώ, ακόμα και παραπάνω, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα ξενοδοχεία για να επιβιώσουν, αφού λάμβαναν μόνο τα 534 ευρώ. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, ένα πιο δίκαιο μέτρο θα ήταν η αναλογική σχέση του επιδόματος αναστολής με τις μεικτές απολαβές του εργαζομένου. Οχι μόνο θα ήταν λογικό αλλά και δίκαιο.

Στην αιχμή της περυ- σινής θερινής σεζόν δεν καλύφθηκαν 53.249 θέσεις εργασίας από τις 244.124 που προβλέπονται βάσει οργανογράμματος στα ξενοδοχεία.

Μια καλύτερη επικοινωνιακή-κοινωνική πολιτική των επιχειρήσεων προς τους εργαζομένους θα τους έκανε να νιώσουν λιγότερο ανασφαλείς.

Τώρα, επιχειρήσεις και στελέχη των επιχειρήσεων θα πρέπει να κοπιάσουν πολλαπλώς και διαχρονικά για να καλύψουν το κενό με παράλληλη αύξηση του κόστους, τόσο του μισθολογικού όσο και των παροχών (εκπαίδευσης, παροχής κινήτρων, εξεύρεσης χώρων διαμονής, επιπλέον εξόδων διατροφής λόγω των διατροφικών ιδιαιτεροτήτων, εξόδων μετακινήσεων). Μεγάλος και έμπειρος ξενοδόχος υπολογίζει αυτή την αύξηση σε +10% στο ήδη υψηλό κόστος προσωπικού.

Για πρώτη φορά οι εταιρείες με τη λήξη της σεζόν ήταν έτοιμες και ανέβασαν στα social media ελκυστικές αγγελίες προσφοράς εργασίας, προβάλλοντας τον παράγοντα άνθρωπο.

Ολο τον χειμώνα οι ξενοδοχειακές εταιρείες κάλυψαν την Κεντρική και τη Βόρεια Ελλάδα οργανώνοντας Ημέρες Καριέρας. Επισκέφθηκαν σχολές τουριστικών επαγγελμάτων. Ακολούθησαν και άλλες, διά ζώσης αλλά και διαδικτυακές δραστηριότητες. Το κόστος αυτών το έχει υπολογίσει κανείς;

Πέρα από την πανδημία, η αναταραχή συνεχίστηκε. Και πριν από τη ρωσο-ουκρανική κρίση είχαμε αλματώδη αύξηση του κόστους ενέργειας και των πρώτων υλών και δομικών υλικών για κατασκευές ή συντήρηση. Κατ’ ελάχιστον η αύξηση του κόστους τροφίμων υπολογίζεται στο +23%, με δεδομένα πριν αρχίσει ο πόλεμος.

Δεν θα αναφερθώ στη μαύρη εργασία και στην αθέτηση των συμφωνηθέντων όρων εργασίας από μεριάς των επιχειρηματιών, ιδιαίτερα αυτών της εστίασης. Την έχει επισημάνει με γλαφυρό τρόπο ο αγαπητός σε όλους Ηλίας Μαμαλάκης, στα κοινωνικά δίκτυα. Κηλιδώνει τον κλάδο.

Οποιος θέλει να θυμηθεί τι θα πει Μεσαίωνας, ας διαβάσει τα τόσα αρνητικά σχόλια έχουν αναρτήσει πληθώρα επαγγελματιών, μικρών και μεγάλων, ανδρών και γυναικών, δυσάρεστες εμπειρίες από την απασχόλησή τους στην εστίαση-φιλοξενία της τουριστικής νησιωτικής Ελλάδας. Τραγική η αποτύπωση της πραγματικότητας. Ευτυχώς υπάρχουν πολλές και φωτεινές εξαιρέσεις.

Το κόστος νέων εργαζομένων έχει τριπλή όψη: μισθολογική, παροχών αλλά και διευκολύνσεων. Το ξενοδοχείο οφείλει να σέβεται τις ιδιαιτερότητες των εργαζομένων, που μπορεί να είναι, π.χ., διαμονής, διατροφής, θρησκευτικές κ.ά.

Ο κλάδος του τουρισμού χαρακτηρίζεται από χαμηλό ετήσιο εισόδημα, σκληρές συνθήκες εργασίας, ιδιαίτερα για τα ξενοδοχεία διακοπών (resorts ) και χαμηλό επίπεδο εκτίμησης, συγκρινόμενο με άλλους επαγγελματικούς κλάδους.

Η ένταση της σεζόν, ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες Ιούλιο και Αύγουστο, δεν αντισταθμίζεται με την απραξία του χειμώνα. Οι εντάσεις καταπονούν τον ανθρώπινο οργανισμό. Τα παραπάνω δεν είναι μόνο ελληνικά φαινόμενα αλλά και παγκόσμια. Ακόμα και το κράτος καθυστερεί την καταβολή επιδομάτων, όταν ο εργαζόμενος δεν εργάζεται.

Η απαξίωση των κρατικών σχολών τουριστικών επαγγελμάτων επιδείνωσε το πρόβλημα. Οι σχολές, που έχουν δημιουργήσει γενιές και γενιές τουριστικών στελεχών, υπάγονται στο υπουργείο Τουρισμού (κατά τα ελβετικά πρότυπα) και όχι στο υπουργείο Παιδείας! Παρά την προσπάθεια αναβάθμισης, εκ μέρους του υπουργείου, ιδιαίτερα της υφυπουργού κ. Σοφίας Ζαχαράκη, δεν παύουν να αποτελούν «ξένο σώμα» για το υπουργείο. Η φοίτηση και διαμονή σε οικοτροφείο (καθημερινή εμπειρία σαν να εργάζεσαι σε ξενοδοχείο) ήταν το συγκριτικό πλεονέκτημα των κρατικών σχολών, που υπερτερούσε του ακαδημαϊκού ελλείμματος που είχαν συγκρινόμενες με το πρόγραμμα σπουδών των πρώην ΤΕΙ, σημερινών πανεπιστημιακών σχολών.

Η ιδέα της φιλοξενίας είναι σημαντική αλλά στην απασχόληση θεμέλιος λίθος είναι η εκπαίδευση, που θα πρέπει να γίνει με σχέδιο και για την απασχόληση την επόμενη ημέρα.

* Ο κ. Δημήτριος Μ. Καλαϊτζιδάκης είναι στέλεχος της Grecotel.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT