Συμμετοχή της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ) στις έρευνες για τον εντοπισμό κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην περιοχή της Κρήτης περιλαμβάνει το plan B της κυβέρνησης, προκειμένου να προχωρήσει χωρίς καθυστερήσεις το πρόγραμμα που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός για την αξιοποίηση των εγχώριων υδρογονανθράκων.
Στην Κρήτη
Οι δύο περιοχές δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης έχουν παραχωρηθεί με σύμβαση που επικυρώθηκε από τη Βουλή το 2019 σε κοινοπραξία των εταιρειών Total (40%), ΕxxonMobil (40%) και ΕΛΠΕ (20%) και η διερεύνησή τους θα εξαρτηθεί σε πρώτη φάση από το κατά πόσον οι δύο πολυεθνικές θα δεσμευθούν στο σφιχτό χρονοδιάγραμμα για έναρξη των σεισμικών ερευνών τη χειμερινή περίοδο 2022-2023 και ολοκλήρωσή τους το 2024.
Οι προθέσεις των δύο πολυεθνικών θα διερευνηθούν μέσα στις επόμενες ημέρες σε διαδικτυακές συναντήσεις που θα έχει μαζί τους η ΕΔΕΥ. Ζητούμενο σε αυτές τις συναντήσεις είναι να διασφαλιστεί η συμμετοχή τους στο ερευνητικό πρόγραμμα, με την ΕΔΕΥ να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για την άρση του αδιεξόδου που έχει προκύψει μετά την προσφυγή περιβαλλοντικών οργανώσεων στο ΣτΕ κατά της υπουργικής απόφασης για την έγκριση της στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, εκκρεμότητα που χαρακτηρίζεται υψηλού ρίσκου από τους επενδυτές. Πηγές φέρουν την εταιρεία να συνδράμει το Δημόσιο στην εκδίκαση της υπόθεσης, που έχει οριστεί για τον Οκτώβριο, και να αναλαμβάνει ταυτόχρονα δέσμευση έναντι των επενδυτών για μιας μορφής αντιστάθμιση του ρίσκου στην περίπτωση που το ΣτΕ δικαιώσει τις περιβαλλοντικές οργανώσεις.
Εάν και σε αυτή την περίπτωση οι πολυεθνικές αρνηθούν να αναλάβουν το ρίσκο, η ΕΔΕΥ θα ζητήσει εξουσιοδότηση για να προχωρήσει η ίδια στις έρευνες, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας που θα προβλέπει τον συμψηφισμό του κόστους βάσει των υποχρεώσεων που έχουν αναλάβει μέσω των συμβάσεων έναντι του ελληνικού Δημοσίου, εφόσον εντοπιστούν κοιτάσματα και προχωρήσει η εκμετάλλευσή τους.
Η δυνητική αξία των συνολικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου της χώρας εκτιμάται σε 250 δισ. ευρώ.
Χωρίς την εξουσιοδότηση των παραχωρησιούχων η ΕΔΕΥ, για να προχωρήσει σε έρευνες στις συγκεκριμένες περιοχές, θα πρέπει να προβεί σε αλλαγή του καταστατικού της, κάτι που μένει ανοιχτό στην περίπτωση που χρειαστεί.
Η χρηματοδότηση
Η απαιτούμενη χρηματοδότηση για τις σεισμικές έρευνες θα διασφαλισθεί με την ενίσχυση της κεφαλαιακής της επάρκειας από το Δημόσιο, που είναι ο μέτοχος (100%). Οι δαπάνες θα μπορούσαν να διασφαλιστούν με την αναζήτηση εταίρου που θα συγχρηματοδοτήσει τις έρευνες. Πληροφορίες φέρουν την ΕΔΕΥ να βρίσκεται σε συζητήσεις με τη νορβηγική εξειδικευμένη εταιρεία PGS, που είχε πραγματοποιήσει και το 2012 για λογαριασμό του Δημοσίου τις σεισμικές έρευνες στο Ιόνιο και στην Κρήτη, τα δεδομένα των οποίων πουλήθηκαν στη συνέχεια στις πετρελαϊκές. Αυτό που συζητείται είναι η δημιουργία ενός κοινού σχήματος με τη συμμετοχή 50%-50% ΕΔΕΥ και PGS.
Η κυβέρνηση φέρεται να έχει διασφαλίσει τη συμμετοχή των δύο ελληνικών εταιρειών EΛΠΕ (Κρήτη και Ιόνιο) και Energean (Iόνιο και Ιωάννινα), κάτι που πιστοποιείται και από τις δηλώσεις των επικεφαλής τους, κ. Ανδρέα Σιάμισιη και Μαθιού Ρήγα, μετά την ανακοίνωση του προγράμματος από τον πρωθυπουργό την περασμένη Τρίτη. Τόσο οι ελληνικές εταιρείες όσο και η ΕΔΕΥ προσδοκούν την είσοδο στις παραχωρήσεις νέων επενδυτών. Η συγκυρία αποχώρησης μεγάλων πετρελαϊκών από τη Ρωσία μετά την επιβολή κυρώσεων αξιολογείται ως ιδιαίτερα θετική για τους ελληνικούς υδρογονάνθρακες, μιας και οι πολυεθνικές αναζητούν νέες αγορές.
Πρώτη γεώτρηση το 2023
Σύμφωνα με τον οδικό χάρτη που παρουσίασε η ΕΔΕΥ στη σύσκεψη με τον πρωθυπουργό, το 2023 θα πραγματοποιηθεί η πρώτη γεώτρηση στη χερσαία περιοχή των Ιωαννίνων από την Energean, ενώ η παραγωγή εγχώριων κοιτασμάτων, εφόσον επιβεβαιωθούν, θα ξεκινήσει το 2028-2029. Αυτό προϋποθέτει ότι οι σεισμικές έρευνες θα έχουν ολοκληρωθεί σε 1-2 έτη έως το 2024 και στη συνέχεια θα ακολουθήσουν οι ερευνητικές γεωτρήσεις σε 3-4 χρόνια έως το 2026, ώστε να έχουμε εγχώρια παραγωγή σε διάστημα 6-7 ετών από σήμερα. Με την ολοκλήρωση του ερευνητικού προγράμματος (σεισμικά και γεωτρήσεις) θα γνωρίζουμε για πρώτη φορά εάν επιβεβαιώνονται οι ενδείξεις, βάσει παλαιότερων μελετών της ΕΔΕΥ, για την ύπαρξη δυνητικών αποθεμάτων της τάξης των 70-90 τρισ. κυβικών ποδιών φυσικού αερίου στις θαλάσσιες περιοχές της Κρήτης και του Ιονίου. Πρόκειται για ποσότητα ικανή να καλύψει το 15%-20% των ετήσιων αναγκών της Ευρώπης σε φυσικό αέριο, ενώ η δυνητική αξία των συνολικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου της χώρας εκτιμάται σε 250 δισ. ευρώ.