Η εργασία τείνει να αλλάζει εντελώς νοοτροπία και προσαρμόζεται σε μία νέα πραγματικότητα. Ο κορωνοϊός συνέβαλε σημαντικά στο να διαμορφωθεί μια νέα κουλτούρα, αυτή της εξ αποστάσεως εργασίας (remote working), η εξέλιξη της οποίας φαίνεται να είναι ο «ψηφιακός νομαδισμός» (digital nomads). Πρόκειται για ένα είδος εργασίας, χωρίς γεωγραφικούς περιορισμούς, που αποτελεί ήδη τη νέα παγκόσμια τάση. Αφορά μία κατηγορία επαγγελματιών, συνήθως υψηλού εισοδήματος, που επιλέγουν να εργαστούν σε ένα κράτος διαφορετικό από εκείνο του εργοδότη τους (ή της επαγγελματικής τους έδρας).
Η κυβέρνηση έχει δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο να προσελκύσει όλο και περισσότερους ψηφιακούς νομάδες, αναγνωρίζοντας το θετικό οικονομικό τους αποτύπωμα στη χώρα. Μάλιστα, προς αυτή την κατεύθυνση δημοσιεύθηκε ο Ν. 4825/2021 από το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, ο οποίος παρέχει κίνητρα σε πολίτες τρίτων χωρών (εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης) να εγκατασταθούν στην Ελλάδα και να εργάζονται εξ αποστάσεως χρησιμοποιώντας μεθόδους ψηφιακής τεχνολογίας για χρονική περίοδο 12 μηνών (με δυνατότητα ανανέωσης έως και 2 έτη). Στο ίδιο πλαίσιο, θεσπίζεται ένας νέος τύπος εθνικής θεώρησης εισόδου που παρέχει τη δυνατότητα προσωρινής διαμονής στην Ελλάδα και μετατροπή της σε άδεια διαμονής υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Η παραπάνω νομοθετική πρωτοβουλία ωστόσο δεν κάνει καμία αναφορά στη φορολογική μεταχείριση των προσώπων αυτών, καθώς και στα ζητήματα που μπορεί να εγείρονται από κοινωνικοασφαλιστικής σκοπιάς, αφήνοντας έτσι ένα νομοθετικό κενό.
Κατ’ αρχάς, στον βαθμό που πληρούνται οι προϋποθέσεις περί φορολογικής κατοικίας σύμφωνα με τον ΚΦΕ, τα πρόσωπα αυτά θα πρέπει να μεταφέρουν και τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα. Αυτό βέβαια συνεπάγεται φορολόγηση του παγκόσμιου εισοδήματος που απέκτησαν κατά τη διάρκεια ολόκληρου του έτους, καθώς στην Ελλάδα υπάρχει μία ενιαία και αδιαίρετη φορολογική κατοικία και δεν προβλέπεται η διάσπασή της εντός ενός έτους. Επιπλέον, τα πρόσωπα αυτά δεν μπορούν να υπαχθούν στις ευνοϊκές διατάξεις του άρθρου 5Γ του ΚΦΕ καθώς δεν πληρούται η προϋπόθεση της «νέας θέσης στην Ελλάδα». Αντιθέτως και σύμφωνα με τον Ν. 4825/2021 ο ενδιαφερόμενος δεσμεύεται ότι δεν θα παρέχει καθ’ οποιονδήποτε τρόπο εργασία ή υπηρεσίες σε ελληνική εταιρεία. Οι προεκτάσεις βέβαια δεν περιορίζονται στα φυσικά πρόσωπα, ενώ παράλληλα δεν είναι μόνο φορολογικές.
Αντιθέτως, αναδύονται προβληματισμοί σχετικά με λοιπές υποχρεώσεις που απορρέουν από την παραμονή αυτών των ατόμων στην Ελλάδα. Εν πρώτοις και ελλείψει νομοθετικής ρύθμισης περί του αντιθέτου, οι αλλοδαπές εταιρείες (προς τις οποίες παρέχονται οι υπηρεσίες από τους «ψηφιακούς νομάδες») φαίνεται να έχουν υποχρέωση παρακράτησης και απόδοσης φόρου μισθωτών υπηρεσιών. Συνεπώς, θα πρέπει να αποκτήσουν φορολογικό μητρώο και ως φυσιολογικό επακόλουθο, παρουσία στην Ελλάδα. Ενα άλλο σημαντικό ζήτημα είναι η κοινωνικοασφαλιστική προστασία των συγκεκριμένων εργαζομένων καθώς δεν καλύπτονται από τις υφιστάμενες διατάξεις για θέματα διακρατικής κοινωνικής ασφάλισης.
Εδώ λοιπόν φαίνεται να προκύπτει το εξής παράδοξο. Από τη μία παρέχονται κίνητρα σε ψηφιακούς νομάδες ώστε να ζήσουν και να εργαστούν στην Ελλάδα (για μέχρι 2 έτη), από την άλλη όμως δεν έχει καθοριστεί το πλαίσιο για τον φορολογικό και ασφαλιστικό τους χειρισμό.
Είναι επιτακτική ανάγκη όλα τα παραπάνω να ρυθμιστούν άμεσα με πλήρη συμμετοχή και συνεργασία μεταξύ όλων των αρμόδιων φορέων και αρχών, με σκοπό την oλιστική προσέγγιση του θέματος. H φορολογική διοίκηση εξάλλου, δίνοντας κίνητρα σε πρόσωπα που είναι φορολογικά κάτοικοι αλλοδαπής και επιθυμούν να μετεγκατασταθούν στη χώρα μας, θέσπισε τρία ειδικά καθεστώτα. Αυτές οι νομοθετικές πρωτοβουλίες θα μπορούσαν λοιπόν να συνδυαστούν με ειδικές ρυθμίσεις για τα ανωτέρω θέματα.
Η επίλυσή τους θα ήταν καθοριστική ώστε να υπάρξει ένα ολοκληρωμένο νομοθετικό πλαίσιο παροχής φορολογικών κινήτρων που θα έχει εντέλει πολλαπλασιαστικά οφέλη για τη χώρα μας.
* Η κ. Ευαγγελία Νούσκαλη είναι Tax Senior Manager, PwC Ελλάδας.