«Πρέπει να συνηθίσουμε να ζούμε με υψηλές τιμές ενέργειας»

«Πρέπει να συνηθίσουμε να ζούμε με υψηλές τιμές ενέργειας»

Η απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο έχει βαρύ τίμημα, λένε στελέχη του ΥΠΟΙΚ

3' 33" χρόνος ανάγνωσης

Πρέπει να συνηθίσουμε σιγά σιγά να ζούμε με υψηλότερες τιμές ενέργειας, όχι ίσως τόσο υψηλές όσο σήμερα, αλλά κάπου μεταξύ των σημερινών και αυτών του 2019. Αυτή είναι η εκτίμηση που μεταφέρουν τεχνοκρατικά στελέχη στο οικονομικό επιτελείο και έχει τη σημασία της, καθώς η κυβέρνηση προσπαθεί να διαμορφώσει ένα πακέτο μέτρων ελάφρυνσης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων από το βάρος της ενεργειακής ακρίβειας, χωρίς να τινάξει στον αέρα τον προϋπολογισμό.

Σύμφωνα με την ανάλυση των τεχνοκρατών, η Ευρώπη φαίνεται να προσανατολίζεται αυτή τη στιγμή κυρίως στην απεξάρτηση από τις ρωσικές πηγές ενέργειας και την επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία, κάτι που θα ασκήσει πίεση στις τιμές. Η στήριξη των νοικοκυριών, με κοινοτικούς πόρους, δεν είναι στο επίκεντρο της προσοχής της αυτή τη στιγμή. Ενδεχομένως η Ε.Ε. θα αξιοποιήσει το αδιάθετο υπόλοιπο των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης, 250 εκατ. ευρώ, αλλά για επενδύσεις στην ενέργεια με σκοπό την ενεργειακή αυτοδυναμία, όχι για τα νοικοκυριά.

Στήριξη αδυνάμων

Μέχρι να γίνουν και να αποδώσουν σε όρους χαμηλών τιμών οι επενδύσεις αυτές, ωστόσο, η κυβέρνηση –και η κάθε ευρωπαϊκή– καλείται να στηρίξει τα νοικοκυριά που δοκιμάζονται. Οι τεχνοκράτες υποστηρίζουν ότι αυτό πρέπει να γίνει με στοχευμένο τρόπο, για τα πλέον αδύναμα νοικοκυριά, ενώ ταυτόχρονα να εξελιχθεί σταδιακά η προσαρμογή στα νέα δεδομένα της ακριβής ενέργειας. Στο πλαίσιο αυτό, μπορούν να δοθούν κίνητρα π.χ. για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών. Σε κάθε περίπτωση, σημειώνουν ότι η τρέχουσα ενεργειακή κρίση δεν συγκρίνεται με αυτήν του κορωνοϊού, που είχε έναν προσωρινό και έντονο χαρακτήρα και κατά συνέπεια ούτε οι παρεμβάσεις του κράτους μπορούν να είναι αντίστοιχης έκτασης.

Η κυβέρνηση, φυσικά, έχει τη δική της πολιτική οπτική και θα διαμορφώσει ανάλογα τα μέτρα της, τα οποία αναμένεται να ανακοινώσει τον επόμενο μήνα, με εφαρμογή από τον Ιούνιο, δίνοντας ένα περιθώριο χρόνου και στην Ευρώπη να αναπτύξει ενδεχόμενες δικές της πρωτοβουλίες. Το πιο πιθανό, πάντως, είναι να στηριχθεί σε εθνικούς πόρους. Μάλιστα, ο δημοσιονομικός χώρος για κάτι τέτοιο έχει ήδη σχεδόν καθοριστεί, στο πλαίσιο του Προγράμματος Σταθερότητας, που θα καταθέσει την προσεχή εβδομάδα στην Ε.Ε. Συγκεκριμένα, ο χώρος αυτός ανέρχεται σε 750-800 εκατ. ευρώ για το 2022, στα οποία πρέπει να προστεθούν τα έσοδα του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης, που χρηματοδοτούν έως σήμερα την επιδότηση των λογαριασμών του ρεύματος και υπολογίζονται σε 2,2 δισ. ευρώ από τον Μάιο έως το τέλος του χρόνου, καθώς και τα όποια έσοδα προκύψουν από τη φορολόγηση των υπερκερδών των επιχειρήσεων ενέργειας. Με τις σημερινές τιμές ενέργειας και εφόσον αξιοποιηθεί στο σύνολό του ο χώρος αυτός, η στήριξη των νοικοκυριών και επιχειρήσεων το δεύτερο εξάμηνο μπορεί να ενισχυθεί έως και κατά 50% σε σύγκριση με τη σημερινή στήριξη. Η επιλογή, πάντως, δεν έχει γίνει ακόμη μεταξύ των δύο εναλλακτικών: α) Της συνέχισης της σημερινής μορφής επιδότησης των νοικοκυριών με διεύρυνση των κριτηρίων και β) της επιβολής πλαφόν στις τιμές.

Ο δημοσιονομικός χώρος για τα μέτρα στήριξης του επόμενου εξαμήνου ανέρχεται σε 3 δισ. ευρώ.

Η αναθεώρηση

Το Πρόγραμμα Σταθερότητας 2022-2025 βασίζεται σε μια πλήρη αναθεώρηση των δεδομένων που υπήρχαν όταν συντάχθηκε ο προϋπολογισμός της φετινής χρονιάς, λόγω πολέμου. Ετσι, σύμφωνα με πληροφορίες, προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 3% για φέτος (έναντι 4,5% του προϋπολογισμού) και πληθωρισμό 5,5%-6% (έναντι 0,8% του προϋπολογισμού).

Το έλλειμμα του φετινού προϋπολογισμού ανεβαίνει στο 2% του ΑΕΠ (έναντι 1,4% του ΑΕΠ με βάση τη μεθοδολογία ESA) κι αυτό παρά το γεγονός ότι τα έσοδα θα είναι αυξημένα χάρη και στον πληθωρισμό. Σύμφωνα με πληροφορίες, αν δεν αυξάνονταν οι δαπάνες κατά 2 δισ. ευρώ, όπως έγινε πρόσφατα με τον συμπληρωματικό προϋπολογισμό, τα αυξημένα έσοδα θα είχαν οδηγήσει σε έλλειμμα μόλις 0,9% του ΑΕΠ. Ομως, οι δαπάνες αυξήθηκαν κατά 2 δισ. ευρώ, εκ των οποίων, αν αφαιρεθούν τα μέτρα που έχουν ήδη εξαγγελθεί από την κυβέρνηση πρόσφατα, καθώς και οι αυξημένες δαπάνες της γενικής κυβέρνησης λόγω κόστους ενέργειας, απομένουν τα 750-800 εκατ. ευρώ για τα νέα μέτρα στήριξης.

Για το 2023 προβλέπεται επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα, της τάξης του 1% του ΑΕΠ.

Με άλλα λόγια, η εικόνα που φαίνεται να διαμορφώνεται με προοπτική το τέλος της φετινής χρονιάς είναι μια βελτίωση, έστω και συγκρατημένη σε σχέση με τις αρχικές προσδοκίες, στο μέτωπο της ανάπτυξης, αλλά και της απασχόλησης, αλλά με ένα ανοιχτό πάντα μέτωπο στον πληθωρισμό. Αυτά, υπό την προϋπόθεση ότι θα διατηρηθεί ο δημοσιονομικός έλεγχος και δεν θα ξεφύγει το κόστος δανεισμού της χώρας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT