ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ – ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ. Σχέδιο που κοστολογείται στα 195 δισ. ευρώ θα παρουσιάσει την προσεχή Τετάρτη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την ταχύτερη δυνατή απεξάρτηση από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα. Σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg, το σχέδιο περιλαμβάνει πιο φιλόδοξους στόχους για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και για τη μείωση της κατανάλωσης. Ενδέχεται, περαιτέρω, να περιλαμβάνει χρηματοδότηση για την Ουγγαρία ως κίνητρο για την άρση των ενστάσεων της κυβέρνησης Ορμπαν στο εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο, που περιλαμβάνεται στο έκτο πακέτο κυρώσεων κατά της Ρωσίας.
Σύμφωνα με το Bloomberg, η Κομισιόν θα θέσει ως νέο στόχο για το 2030 την παραγωγή του 45% των ενεργειακών αναγκών της Ε.Ε. από ΑΠΕ (ο υφιστάμενος στόχος είναι 40%). Παράλληλα, θα αυξήσει τον στόχο της μείωσης της κατανάλωσης στο τέλος της δεκαετίας (σε σύγκριση με το 2020) στο 13%, έναντι του υφιστάμενου 9%. Επιπλέον, η Κομισιόν θα θέσει τον πήχυ ψηλά για το ανανεώσιμο υδρογόνο (εγχώρια παραγωγή 10 εκατ. τόνοι και εισαγωγές επιπλέον 10 εκατ. τόνοι έως το 2030). Ο στόχος για την παραγωγή βιομεθανίου το 2030 θα τεθεί στα 35 δισ. κυβικά μέτρα. Με τα μέτρα αυτά –βάσει του δημοσιεύματος του πρακτορείου– η Επιτροπή εκτιμά ότι θα πετύχει ετήσια εξοικονόμηση 80 δισ. ευρώ στο κόστος αγοράς αερίου, 12 δισ. ευρώ στο πετρέλαιο και 1,7 δισ. στον άνθρακα.
Παραμένουν σε τέλμα οι διαπραγματεύσεις για το έκτο πακέτο κυρώσεων κατά της Μόσχας.
Εν τω μεταξύ, παραμένουν σε τέλμα οι διαπραγματεύσεις για το έκτο πακέτο κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Στη χθεσινή συνάντηση της Coreper δεν συζητήθηκε το θέμα, ενώ η προαναγγελθείσα τηλεδιάσκεψη μεταξύ της Κομισιόν και των ηγετών με τις πιο έντονες ενστάσεις δεν έλαβε χώρα (άλλωστε η πρόεδρος της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν βρίσκεται από χθες στην Ιαπωνία).
Ο Βίκτορ Ορμπαν εξακολουθεί να αντιτίθεται στο εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο, χαρακτηρίζοντάς το «πυρηνική βόμβα» κατά της οικονομίας της χώρας του, παρότι η πιο πρόσφατη συμβιβαστική πρόταση που έχει κυκλοφορήσει προβλέπει διετή παράταση (έως το τέλος του 2024) για την Ουγγαρία για την πλήρη απεξάρτηση από τη Ρωσία. Ο κ. Ορμπαν έχει μιλήσει για πενταετή περίοδο χάριτος. Οι αξιωματούχοι της Επιτροπής ελπίζουν ότι ένα γενναιόδωρο οικονομικό πακέτο, που μεταξύ άλλων θα χρηματοδοτήσει τη μετατροπή των ουγγρικών διυλιστηρίων ώστε να μπορούν να επεξεργαστούν μη ρωσικό αργό πετρέλαιο, θα κάμψει τις αντιστάσεις του σχετικά με την περίοδο προσαρμογής. Ολα δείχνουν πάντως ότι, έχοντας πρόσφατα επανεκλεγεί πανηγυρικά και όντας ο μακροβιότερος αρχηγός κυβέρνησης μεταξύ των «27», ο κ. Ορμπαν δεν θα ενδώσει εύκολα.
Ορισμένες πηγές μιλούν για παράταση της αγωνίας μέχρι την έκτακτη Σύνοδο Κορυφής στο τέλος του μήνα (30-31 Μαΐου). Η Κομισιόν θα κάνει ό,τι μπορεί για να αποφευχθεί αυτό. Η σύνοδος ήδη αναμένεται ότι θα είναι τεταμένη, λόγω των πιεστικών ζητημάτων της ενεργειακής και της επισιτιστικής κρίσης που θα τεθούν επί τάπητος. Μία παρατεταμένη συζήτηση σε επίπεδο ηγετών για το έκτο πακέτο κυρώσεων θα δηλητηριάσει την ατμόσφαιρα και θα πλήξει ακόμα περισσότερο την εικόνα ενότητας που έχει εκπέμψει έως τώρα η Ε.Ε. απέναντι στη Ρωσία.
Στροφή στο LNG
Το υπουργικό συμβούλιο της Γερμανίας έδωσε το πράσινο φως στο σχέδιο νόμου για τη μείωση στο 1/10 του συνηθισμένου χρόνου της διαδικασίας έγκρισης για υποδομές LNG. Η κυβέρνηση σχεδιάζει τέσσερις πλωτούς τερματικούς σταθμούς, που θα της επιτρέψουν να αντικαταστήσει τουλάχιστον το 70% των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου, σηματοδοτώντας μια σημαντική στροφή στην ενεργειακή πολιτική έπειτα από χρόνια αντίστασης στο ακριβότερο LNG των ΗΠΑ. «Δεν μπορούν να αποκλειστούν διακοπές παροχής φυσικού αερίου στην παρούσα κατάσταση, επομένως πρέπει να ληφθούν προληπτικά μέτρα», ανέφερε σε ανακοίνωσή του το υπουργείο Οικονομίας. «Η άμεση και ταχύτερη δυνατή ανάπτυξη πιο ανεξάρτητων πηγών αερίου είναι επείγουσα». Η χώρα υπέγραψε την περασμένη εβδομάδα συμβάσεις για τη μίσθωση των τερματικών σταθμών σε συνεργασία με τις εταιρείες κοινής ωφελείας RWE AG και Uniper SE. Τέτοιες εγκαταστάσεις είναι πιο γρήγορες και φθηνότερες στη λειτουργία από αυτές στην ξηρά, απαιτώντας μόνο τη ναύλωση ενός υπάρχοντος σκάφους, τροποποιήσεις υποδομής εντός
και υπεράκτιων και σύνδεση με το δίκτυο αγωγών
της χώρας.