Ο ακριβότερος δανεισμός και οι δικλίδες ασφαλείας

Ο ακριβότερος δανεισμός και οι δικλίδες ασφαλείας

Η διάρθρωση του χρέους, η διάρκειά του και το μαξιλάρι των 37 δισ. απομακρύνουν τον κίνδυνο νέας κρίσης

4' 4" χρόνος ανάγνωσης

Eφιάλτες από το παρελθόν ξύπνησαν οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων των τελευταίων ημερών, καθώς στους 10ετείς τίτλους άγγιξαν το 4,7%, επιστρέφοντας στα προ πενταετίας επίπεδα, όταν πριν έναν χρόνο βρίσκονταν κάτω από το 1%. Εχοντας ζήσει τον αποκλεισμό από τις αγορές το 2010, που οδήγησε στην περιπέτεια των μνημονίων, μοιραία οι ανησυχίες φούντωσαν.

Κι όμως, οικονομολόγοι, παράγοντες της αγοράς ομολόγων, κυβερνητικοί και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι διαβεβαίωναν, μιλώντας στην «Κ» τις προηγούμενες ημέρες, ότι δεν υφίσταται κίνδυνος μιας νέας κρίσης χρέους, τουλάχιστον επί του παρόντος. Μάλιστα, στην κυβέρνηση υποστήριζαν ότι ο εφιάλτης τους αυτό το καλοκαίρι είναι περισσότερο η άνοδος της τιμής του φυσικού αερίου και του πετρελαίου, παρά η άνοδος του κόστους δανεισμού της χώρας. Τις ίδιες ανησυχίες έχει και η Τράπεζα της Ελλάδος, με τον διοικητή της Γιάννη Στουρνάρα να διαμηνύει σε συνομιλητές του την ανάγκη δημοσιονομικής υπευθυνότητας και επίτευξης της επενδυτικής βαθμίδας για να αντιμετωπίσει η χώρα τους δυνατούς ανέμους που πλησιάζουν.

Η εξήγηση για τη σχετική ασφάλεια στο θέμα του χρέους είναι σαφής και την έδωσε την περασμένη Πέμπτη μετά το Eurogroup, όπου αποφασίστηκε η έξοδος της χώρας από την ενισχυμένη εποπτεία, ο πρόεδρος του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ. Καθώς το 60% του χρέους της χώρας διακρατείται από τον λεγόμενο επίσημο τομέα (50% κατέχει ο ESM), που την έχει δανείσει με σταθερό επιτόκιο 1,4% και η μέση διάρκεια φτάνει λίγο πάνω από 18 χρόνια, οι χρηματοδοτικές ανάγκες της είναι περιορισμένες. Επιπλέον, ένα μεγάλο ποσοστό του υπολοίπου στοκ χρέους έχει ρυθμιστεί με πράξεις swap ώστε να έχει σταθερό επιτόκιο. Γι’ αυτό άλλωστε ο κ. Ρέγκλινγκ δήλωσε μετά το Eurogroup της περασμένης Πέμπτης: «Η Ελλάδα έχει πράγματι το μεγαλύτερο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη, αλλά το ποσό που πρέπει να πληρώνει από τον προϋπολογισμό της για να εξυπηρετήσει αυτό το υψηλό χρέος είναι σχετικά μικρό, μικρότερο από κάποιες χώρες της Ευρωζώνης με χαμηλότερο ποσοστό χρέους… Δεν ανησυχώ ότι τα επιτόκια που αυξάνονται παγκοσμίως θα οδηγήσουν σε κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα στην Ελλάδα».

Πηγή της αγοράς ομολόγων σχολίαζε σχετικά ότι με τη συγκεκριμένη διάρθρωση του χρέους, λόγος ανησυχίας θα υπάρξει αν το επιτόκιο των 10ετών ομολόγων ξεπεράσει το 6%-6,5%.

Επιπλέον, η Ελλάδα διαθέτει ένα μαξιλάρι ασφαλείας, περίπου 37 δισ. ευρώ, που μπορεί να την κρατήσει εκτός αγορών, αν το επέλεγε, για τουλάχιστον 2 χρόνια. Κάτι που φυσικά δεν είναι ευκταίο, γιατί θα φανεί και πάλι η χώρα ως ο αδύναμος κρίκος.

Λόγος ανησυχίας θα υπάρξει αν το επιτόκιο των 10ετών ομολόγων ξεπεράσει το 6%-6,5%, εκτιμούν διαπραγματευτές ομολόγων.

Και βεβαίως υπάρχει η προστασία της ΕΚΤ και του νέου μηχανισμού που ετοιμάζει για να αποτρέψει έναν κατακερματισμό της αγοράς, όπως λέγεται. Μένει να φανεί υπό ποιες προϋποθέσεις θα παρεμβαίνει η ΕΚΤ και αν αυτή η παρέμβασή της θα συνοδεύεται από κάποιου είδους αιρεσιμότητα, ένα άλλο «μνημόνιο», όπως κυκλοφόρησε τις προηγούμενες μέρες, χωρίς να επιβεβαιωθεί. Το καλό για την Ελλάδα, όπως διαμηνύουν πηγές της αγοράς ομολόγων, είναι ότι αυτή τη φορά στο επίκεντρο βρίσκεται η Ιταλία, μια μεγάλη χώρα, που δύσκολα θα αφεθεί στην τύχη της. Πίσω απ’ αυτήν ελπίζεται να διασωθεί και η Ελλάδα.

Δυσκολίες, αλλά όχι αδυναμία χρηματοδότησης εκτιμά και ο καθηγητής Παναγιώτης Πετράκης ότι θα αντιμετωπίσει η Ελλάδα, όπως και άλλες χώρες. Αιτία για τις δυσκολίες αυτές είναι ότι «τα πραγματικά επιτόκια είναι αρνητικά, λόγω πληθωρισμού».

Οι παραπάνω δικλίδες ασφαλείας, όπως επισημαίνουν οι πηγές, δεν θα λειτουργούν, ωστόσο, για πάντα. Σταδιακά το πρόβλημα θα αρχίσει να γίνεται αισθητό, καθώς θα αυξάνεται το ποσοστό του χρέους που θα έχει υψηλό επιτόκιο. Στο σημείο εκείνο, οι επενδυτές θα αρχίσουν να διερωτώνται κατά πόσον η Ελλάδα συνεχίζει να ακολουθεί συνετή δημοσιονομική πολιτική, ώστε να είναι σε θέση να εξυπηρετήσει το όλο και ακριβότερο χρέος της. Οπως σχολιάζει ο Τάσος Αναστασάτος, επικεφαλής οικονομολόγος της Eurobank, «σημασία έχει να βελτιωθεί η πρόσληψη κινδύνου χώρας απ’ τους επενδυτές» κι αυτό προϋποθέτει άσκηση συνετής δημοσιονομικής πολιτικής και κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.

Η άνοδος των επιτοκίων, άλλωστε, δεν αφορά μόνο το Δημόσιο. Ο ιδιωτικός τομέας θα βρεθεί αντιμέτωπος με υψηλότερο κόστος, κάτι που ίσως οδηγήσει σε αναστολή επενδυτικών αποφάσεων και άρα επηρεάσει αρνητικά την ανάπτυξη. Επιπλέον, οι τράπεζες θα βρεθούν αντιμέτωπες με περισσότερα κόκκινα δάνεια. Στο τέλος του δρόμου η μεγαλύτερη απειλή μπορεί να μην είναι η αδυναμία ή το υψηλό κόστος δανεισμού, αλλά η επιστροφή στην ύφεση. Η απειλή της, στην Ευρώπη τουλάχιστον, είναι περισσότερο από ορατή και η Ελλάδα δεν μπορεί παρά να επηρεαστεί αναλόγως.

«Τα μηνύματα δεν είναι καλά σε ό,τι αφορά την ύφεση», σχολιάζει υψηλόβαθμο στέλεχος του οικονομικού επιτελείου. Οπως εκτιμούν στο υπουργείο Οικονομικών, κάθε 10 δολάρια που ανεβαίνει η τιμή του φυσικού αερίου, μειώνεται 500 εκατ. ευρώ το ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει ότι η πρόσφατη αύξησή του στα 140 δολάρια (από 100 δολάρια που το έχει υπολογίσει ο προϋπολογισμός) θα μεταφραζόταν σε ετήσια βάση σε απώλεια μιας μονάδας του ΑΕΠ. Με την πίεση για περισσότερα μέτρα στήριξης να αυξάνεται, κάτι τέτοιο μπορεί να εξελιχθεί σε υπέρβαση του στόχου του ελλείμματος 2% του ΑΕΠ. Κι αυτό δεν θα αρέσει καθόλου στις αγορές.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT