Ο κίνδυνος για ύφεση στη Γερμανία

2' 33" χρόνος ανάγνωσης

Ο κίνδυνος για ύφεση της γερμανικής οικονομίας θεωρείται ότι επίκειται. Οσοι επαγγελματίες του κλάδου των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών συμμετείχαν σε σχετική έρευνα του έγκριτου γερμανικού ινστιτούτου ZEW αποδείχθηκαν σαφώς πιο απαισιόδοξοι από τον Μάρτιο του 2020, οπότε και τοποθετείται η έναρξη της κρίσης του κορωνοϊού. Ο δείκτης οικονομικών προσδοκιών έπεσε στις -53,8 μονάδες τον Ιούλιο από τις -28 τον Ιούνιο, πολύ κάτω από τις -38,3 μονάδες που είχαν προβλέψει κατά συναίνεση οι συμμετέχοντες σε έρευνα του ειδησεογραφικού πρακτορείου Reuters, αλλά και από τον μεσοπρόθεσμο μέσο όρο των 22,3 μονάδων. Οι απόψεις για τις τρέχουσες συνθήκες υποχώρησαν ομοίως στις -45,8 μονάδες τον Ιούλιο από τις -27,6 μονάδες τον Ιούνιο, κάτω από την κατά συναίνεση εκτίμηση του Reuters στις -34,5 μονάδες και τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο των -7,9 μονάδων. Ενας συνδυασμός δυσμενών παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων των εξαιρετικά υψηλών τιμών ενέργειας, των συνεχιζόμενων προβλημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας και της ανάγκης για αυστηρότερη νομισματική πολιτική ως εργαλείο ανάσχεσης του πληθωρισμού, πρόκειται να ωθήσει τη Γερμανία (και άλλες δυτικές οικονομίες) σε ύφεση ή μπορεί να το έχει ήδη κάνει.

Πρόσφατα, η κατάσταση εφοδιασμού σε φυσικό αέριο επιδεινώθηκε έτι περαιτέρω. Από τις αρχές Ιουνίου η Ρωσία ελάττωσε σημαντικά τις παραδόσεις μέσω του Nord Stream 1, ενώ στις 16 του μηνός οι ροές μειώθηκαν στο 40% της χωρητικότητας. Αντιδρώντας στην κίνηση αυτή οι ευρωπαϊκές τιμές αναφοράς του αερίου υπερδιπλασιάστηκαν. Ο Nord Stream 1 διανύει επίσης την ετήσια περίοδο συντήρησης από τη Δευτέρα, κάτι το οποίο σημαίνει ότι δεν λειτουργεί και αυτό μπορεί να διαρκέσει περίπου 10-14 ημέρες, ενώ διατυπώνονται ερωτήματα για το αν στη συνέχεια όντως η Ρωσία θα τον θέσει εκ νέου σε λειτουργία. Επικρατεί μεγάλη αβεβαιότητα σχετικά με το πόσο αέριο θα παραδώσει η Ρωσία στο μέλλον στη Γερμανία και την Ε.Ε. και εάν η βιομηχανία αντιμετωπίσει άμεσες ελλείψεις. Οι δε προσδοκίες στη Γερμανία για τον πληθωρισμό στην έρευνα του ινστιτούτου ZEW αυξήθηκαν στις -25,2 μονάδες τον Ιούλιο, ήτοι ήταν 6,8 μονάδες υψηλότερες από τον Ιούνιο. Αυτό πιθανότατα αποτυπώνει αφενός το ότι ο δείκτης του πληθωρισμού είναι ήδη στα ύψη, αφετέρου την προσδοκία ότι θα ασκηθούν καθοδικές πιέσεις στον ετήσιο ρυθμό του αργότερα μέσα στο 2022. Ωστόσο, κατά τους επόμενους μήνες ο πληθωρισμός είναι πιθανό να παραμείνει υψηλός με κάποια περαιτέρω μετακύλιση του κόστους στους καταναλωτές.

Σύμφωνα με το ZEW, οι προσδοκίες για εταιρικά κέρδη επιδεινώθηκαν σε όλους τους κλάδους τον Ιούλιο. Οι προσδοκίες ήταν χαμηλότερες για τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, το σύνολο της μεταποίησης, των κατασκευών και των λιανικών – καταναλωτικών αγαθών. Τα προβλήματα από την πλευρά της προσφοράς, ειδικά στην ενέργεια, πιθανότατα συνέβαλαν στην εξασθένηση σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, είτε άμεσα στην περίπτωση των ενεργοβόρων βιομηχανιών είτε έμμεσα, διότι οι υψηλές τιμές ενέργειας πιέζουν τους προϋπολογισμούς των καταναλωτών.

Οι προσδοκίες στον κλάδο των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, της τεχνολογίας των πληροφοριών, των τηλεπικοινωνιών και της παροχής υπηρεσιών αποδείχθηκαν βελτιωμένες. Οι εν λόγω κλάδοι οικονομικής δραστηριότητας είναι λιγότερο εκτεθειμένοι στο ενεργειακό σοκ. Τέλος, παρατηρείται ανάλογη εξέλιξη και συνολικά στην Ευρωζώνη, εφόσον ο δείκτης προσδοκιών εκεί υποχώρησε στις -51,1 μονάδες τον Ιούλιο από τις -28 τον Ιούνιο.

* O κ. Σάλομον Φίντλερ είναι οικονομολόγος της επενδυτικής τράπεζας Berenberg.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT