Μέσα από την περαιτέρω μεγέθυνσή τους είτε κατεξοχήν στον κλάδο των γαλακτοκομικών είτε σε άλλες κατηγορίες τροφίμων είτε και στα δύο, αντιμετωπίζουν οι μεγάλες γαλακτοβιομηχανίες της χώρας τη νέα κρίση στην οποία βρίσκεται ο κλάδος. Κρίση διμέτωπη, καθώς από τη μια μειώνεται σημαντικά η παραγωγή της βασικής πρώτης ύλης, του γάλακτος, και από την άλλη μειώνεται και η ζήτηση. Αν και η μεγέθυνση προϋπήρχε ως στρατηγική και ήδη σε κάποιες περιπτώσεις υλοποιείτο προ κρίσης, καθώς η κατηγορία του γάλακτος και μόνο θεωρείται ως κατηγορία με χαμηλό περιθώριο κέρδους, πλέον αποτελεί και μέρος της αντιμετώπιση της κρίσης. Ο δρόμος της μεγέθυνσης περνάει βεβαίως και μέσα από τις εξαγωγές και τη δραστηριοποίηση σε μεγαλύτερες αγορές.
Οι δύο μεγαλύτεροι «παίκτες» του κλάδου στην Ελλάδα, η «Ελληνικά Γαλακτοκομεία» και η Vivartia, μέλος της οποίας είναι η ΔΕΛΤΑ, εφαρμόζουν διαφορετική στρατηγική στην παρούσα φάση, έχοντας έτσι κι αλλιώς να αντιμετωπίσουν τις δικές τους προκλήσεις. Η μεν πρώτη συνεχίζει μέσα από την πολιτική των εξαγορών να διευρύνει την παραγωγική της βάση, αλλά και το χαρτοφυλάκιο προϊόντων της σε γαλακτοκομικά και άλλα τρόφιμα εντός και εκτός Ελλάδας, έχοντας πάντα στόχο τη διατήρηση ηγετικής θέσης στην εγχώρια αγορά, αλλά και την αύξηση των πωλήσεων εκτός Ελλάδας. Προς επίτευξη του πρώτου στόχου η εταιρεία έχει προχωρήσει σε σειρά εξαγορών τα τελευταία χρόνια, από εταιρεία αναψυκτικών και νερού, όπως «Κλιάφας» και «Δουμπιά» μέχρι τα εμπορικά σήματα, βιομηχανικό εξοπλισμό και ακίνητα της ΑΓΝΟ. Προς επίτευξη του δεύτερου στόχου και έχοντας παραγωγή και εκτός Ελλάδας ήδη από το 1999, η τρικαλινή εταιρεία ενίσχυσε τη θέση της στη Βουλγαρία με την εξαγορά της UMC από τη «Δέλτα Τρόφιμα» και την απόκτηση του 49% με option εξαγοράς του συνόλου των μετοχών της κυπριακής γαλακτοβιομηχανίας «Κουρούσιης». Στην Κύπρο, άλλωστε, η «Ελληνικά Γαλακτοκομεία» ήδη κατασκευάζει εργοστάσιο παραγωγής χαλουμιού.
Πιο εσωστρεφής –για την ώρα τουλάχιστον– προκειμένου να απαλλαγεί από τα βαρίδια του παρελθόντος και να κάνει δυναμικό comeback– εμφανίζεται η «Δέλτα Τρόφιμα». Οι πρώτες κινήσεις για αποεπένδυση από εταιρείες και πάγια που δεν εξυπηρετούσαν τους στόχους του νέου ιδιοκτήτη, του fund CVC, ξεκίνησαν πέρυσι και συνεχίζονται φέτος, ενώ παράλληλα γίνονται εξαγορές, οι οποίες σύμφωνα με πηγές της διοίκησης της εταιρείας θα συνεχιστούν για την ενίσχυση τόσο των υφιστάμενων σημάτων και κατηγοριών όσο και για την είσοδο σε νέες. Πέρυσι, η ΔΕΛΤΑ πούλησε έναντι 25,8 εκατ. ευρώ τη συμμετοχή που είχε στη ΜΕΒΓΑΛ, εκτιμώντας ότι δεν ήταν μια ελκυστική επένδυση, καθώς η βορειοελλαδίτικη γαλακτοβιομηχανία είχε σημαντικό δανεισμό και ανάγκη σοβαρών επενδύσεων στο εργοστάσιό της. Φέτος, εκτός από την πώληση της UMC, προχώρησε και στην πώληση πάγιων περιουσιακών στοιχείων και συγκεκριμένα του εργοστασίου γάλακτος στον Ταύρο Αττικής, το οποίο χρησιμοποιούσε μέχρι το 2020 και του εργοστασίου της στο Πλατύ Ημαθίας όπου γινόταν η παραγωγή του γάλακτος εβαπορέ «Βλάχας».
Vivartia, ΦΑΓΕ, Ολυμπος και Κρι Κρι αντιμετωπίζουν με διαφορετικές στρατηγικές τα ίδια προβλήματα.
Εκεί που θέλει να εστιάσει το CVC σε ό,τι αφορά την κατηγορία των γαλακτοκομικών και τυροκομικών είναι οι συνέργειες με τη «Δωδώνη», στην οποία συμμετέχει σε ποσοστό περίπου 70%. Επίσης στα τέλη του 2021 προχώρησε στην εξαγορά της εμπορικής εταιρείας γαλακτοκομικών προϊόντων «Γκατένιο», ενώ το επόμενο διάστημα αναμένονται και άλλες εξαγορές. Εκτός των γαλακτοκομικών και στο πλαίσιο συνολικά του ομίλου Vivartia ο νέος ιδιοκτήτης ενισχύει τις κατηγορίες των κατεψυγμένων ζυμών, όπως φάνηκε ήδη από πέρυσι με την απόκτηση πλειοψηφικού ποσοστού στις εταιρείες «Ελληνική Ζύμη» και «Αλεσις».
Οι άλλες δύο μεγάλες γαλακτοβιομηχανίες της χώρας, ΦΑΓΕ και «Κρι Κρι», οι οποίες έχουν επικεντρωθεί στο γιαούρτι, έχουν σταθερά στραμμένο το βλέμμα στο εξωτερικό. H πρώτη εδώ και χρόνια με τις πωλήσεις εκτός Ελλάδας να αποτελούν το 87% του συνολικού της τζίρου εστιάζει στην κατασκευή του νέου της εργοστασίου στην Ευρώπη και δη στην Ολλανδία, μετά το πολύκροτο «ναυάγιο» της επένδυσης στο Λουξεμβούργο.
Η «Κρι Κρι» από την πλευρά της έχει ως στρατηγική τη διεύρυνση των συνεργασιών στο εξωτερικό και κυρίως στην Ιταλία, ενώ μελετάει την είσοδο σε νέες μεγάλες ευρωπαϊκές αγορές, όπως είναι αυτές της Ισπανίας και της Γαλλίας το 2023. Η είσοδος αυτή γίνεται κυρίως μέσω της παρασκευής γιαουρτιών ιδιωτικής ετικέτας για λογαριασμό μεγάλων αλυσίδων του εξωτερικού, όπως ήδη κάνει η «Κρι Κρι» και στις άλλες αγορές που έχει μπει, όπως η βρετανική. Οι πωλήσεις άλλωστε από αυτή τη δραστηριότητα αποτελούν το 80% των εξαγωγών της. Για την ώρα, πάντως, η σερραϊκή γαλακτοβιομηχανία φαίνεται να βάζει στον «πάγο» τα σχέδιά της για είσοδο και σε άλλες κατηγορίες τροφίμων, όπως είχε προαναγγείλει το φθινόπωρο του 2019, πριν την εκδήλωση της πανδημικής κρίσης, την οποία διαδέχθηκε η πληθωριστική κρίση.